ΖΕΙ…

Δεν τους «κινητοποίησε» κάποιος «κεντρικός μηχανισμός». Η Εκκλησία είναι περισσότερο απασχολημένη με την προετοιμασία της διαδοχής του.

Δεν τους παρότρυνε κανείς. Η Πολιτεία είναι μάλλον μουδιασμένη και αμήχανη. Ακόμα πιο μουδιασμένα και αμήχανα τα ΜΜΕ, που χρόνια τώρα τον αποδοκίμαζαν. Και ξαφνικά υποχρεώθηκαν να υποκλιθούν μπροστά στο θάρρος με το οποίο επί μήνες αντιμετώπισε τον επερχόμενο θάνατό του. Τον οποίο γνώριζε από την πρώτη στιγμή…

Κανείς δεν προσπάθησε να φέρει όλη αυτή τη λαοθάλασσα στη Μητρόπολη επί τρεις μέρες. Μόνοι τους κατέβηκαν και περίμεναν υπομονετικά –και τρεις και τέσσερις και οκτώ και δέκα ώρες– να τον προσκυνήσουν…

Γιατί άραγε;

Κι άλλες φορές ο θάνατος εμβληματικών προσωπικοτήτων υπήρξε αφορμή λαϊκού ξεσπάσματος.

• Τo 1943, η κηδεία του Κωστή Παλαμά στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Αθήνα.

• Το 1968, η κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου στην Αθήνα της χούντας.

• Το 1971, η κηδεία του Γιώργου Σεφέρη, επίσης στη χουντοκρατούμενη Αθήνα.

• Το 1996, η κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου, στις πρώτες μέρες του καθεστώτος Σημίτη.

Σε όλες τις περιπτώσεις, πλην της τελευταίας, η Ελλάδα ζούσε υπό καθεστώς τρόμου. Και η κηδεία ενός συμβόλου ήταν αφορμή για ξέσπασμα Ελευθερίας.

Στην περίπτωση Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ο θάνατος ενός ηγέτη που είχε εκλεγεί για τρίτη φορά πρωθυπουργός, που αναγκάστηκε να παραιτηθεί λίγους μήνες πριν λόγω απότομης επιδείνωσης της υγείας του και είχε αντικατασταθεί από έναν πολιτικό που εκπροσωπούσε το ίδιο κόμμα, αλλά συμβόλιζε ακριβώς τα αντίθετα από ό,τι ο ιστορικός ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ.

Η κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν αποχαιρετισμός σε έναν ηγέτη που πέθανε όρθιος και που η αναχώρησή του συμβόλιζε το κλείσιμο μιας εποχής και το άνοιγμα μιας καινούργιας.

Όμως ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δεν υπήρξε πολιτικός και δεν πέθανε σε συνθήκες πολιτικής τρομοκρατίας. Υπήρξε όμως, πνευματικός ηγέτης που άγγιξε τους πάντες και πέθανε σε συνθήκες κοινωνικού ζόφου.

Συγκρούστηκε με τους πάντες. Αλλά έμεινε όρθιος ως το τέλος.

• Κέρδισε τη νεολαία με την αμεσότητά του. Μίλησε τη γλώσσα της και αποδείχθηκε «πατέρας» χωρίς να καταφύγει σε «πατερναλισμό». Μιλώντας στους νέους κάποτε είπε:

• Μακάρι να μπορούσα να φορέσω κι εγώ μπλου τζην, να βάλω κι εγώ σκουλαρίκι, για να έλθω κοντά σας.

• Χριστόδουλε σε πάμε, του φώναξαν κάποιοι νεαροί τολμητίες.

• Κι εγώ σας πάω, τους απάντησε από άμβωνος.

Κι η νεολαία τον λάτρεψε.

• Κέρδισε το λαό με την παρρησία του. Όχι με το «επικοινωνιακό» του χάρισμα. Αλλά με τον τρόπο που το χρησιμοποίησε. Λέγοντας με δυνατή φωνή αυτά που σκεφτόταν ο απλός άνθρωπος.

Δεν έκανε «λαϊκισμό», όπως υποστηρίζουν κάποιοι αμετανόητοι. Λαϊκισμός είναι να κολακεύεις τα πάθη και τις μικρότητες του πλήθους για να το κερδίσεις.

Ο Χριστόδουλος δεν κολάκευε τον κόσμο. Τον νουθετούσε. Αλλά δεν το έκανε με «ξύλινη» εκκλησιαστική γλώσσα. Το έκανε μιλώντας τολμηρά, μιλώντας ζωντανά, μιλώντας κατευθείαν στην καρδιά και το μυαλό.

Δεν είχε δίκιο σε όλα όσα είπε. Δεν ήταν «αλάθητος».

Αλλά πίστευε αυτά που έλεγε. Αυτή ήταν η πρώτη του διαφορά με τους πολιτικούς και τους πνευματικούς «ταγούς» μας…

Κι έλεγε αυτά που πίστευε. Αυτή ήταν η δεύτερη μεγάλη διαφορά του.

Γιʼ αυτό κι ο κόσμος τον αγάπησε. Αυτή ήταν η τρίτη διαφορά του…

Γιʼ αυτό και τον μίσησαν οι εκπρόσωποι του ξύλινου λόγου – πολιτικού και εκκλησιαστικού.

Κέρδισε και τους αντιπάλους του με τον τρόπο που αντιμετώπισε τον θάνατο. Τότε ακόμα κι οι πιο ορκισμένοι εχθροί του υποκλίθηκαν. Και κάποιοι αναγκάστηκαν να υποκλιθούν. Γιατί όποιος δείχνει γενναιότητα μπροστά στον θάνατο κερδίζει δικαιωματικά την αθανασία.

Τη στιγμή που η πολιτική καταβαραθρώνεται στη συνείδησή του κόσμου, τη στιγμή που οι εισαγγελικής νοοτροπίας αλαζόνες του Τύπου αυτο-διασύρονται από τα κανάλια κάθε βράδυ, ο Χριστόδουλος φαντάζει ως μοναδική ανθρώπινη ποιότητα ήθους και ηγετικότητας.

Τη στιγμή που οι ηγέτες μας αποδεικνύονται λίγοι και μικροί, ο Χριστόδουλος αναδεικνύεται σε αυτό που ο λαός χρειάζεται για να πιστέψει, να πάρει κουράγιο, να παραδειγματιστεί, να ελπίσει…

Τη στιγμή που περισσεύει ο κυνισμός και λείπουν τα αναστήματα, ο Χριστόδουλος ρίχνει βαριά τη σκιά του.

Γιατί υπήρξε πνευματικός ταγός και πατρική φυσιογνωμία.

Αυστηρός κριτής και παρουσία αγάπης.

Αληθινά μαρτυρικό πρόσωπο: Αγαπήθηκε όσο κανείς, αλλά χτυπήθηκε, λιθοβολήθηκε, συκοφαντήθηκε και διασύρθηκε από τα μαντρόσκυλα μιας κοινωνίας εθισμένης στην ύβρη, στην υπερβολή και στην ιδιοτέλεια.

Ένα καθεστώς πριν πεθάνει δημιουργεί μάρτυρες – αγίους και ήρωες.

Ο Χριστόδουλος δεν υπήρξε άγιος ούτε ήρωας.

Υπήρξε, όμως, σύμβολο του λαού μας. Αυτού που θέλει να είναι, αυτού που θέλει να γίνει, αυτού που φαντάζεται, αυτού που ελπίζει.

Οι αντίπαλοι του Χριστόδουλου ξεχάστηκαν εν ζωή.

Ο ίδιος ζει σήμερα περισσότερο από ποτέ – στις καρδιές και τις συνειδήσεις των ανθρώπων.

Κι όσο η εικόνα του αποτυπώνεται ανεξίτηλη στις καρδιές μας, τόσο μοιάζουν θλιβερές καρικατούρες όσοι τον πολέμησαν

Παρότι εκείνος τους συγχώρεσε. Ή μάλλον, επειδή ακριβώς τους συγχώρεσε…

Υστερόγραφο: Όταν είδαμε τον Βαρθολομαίο να «χοροστατεί» στην κηδεία του Χριστόδουλου, θαυμάσαμε την μεγαλοθυμία του Μακαριστού.
Εκείνος τον συγχώρεσε. Κι αυτόν ακόμα…
Εμείς θα θυμόμαστε πάντα πώς του φέρθηκε.

Ν. Ζ.


Σχολιάστε εδώ