Άξιος… Ηγέτης… Έλληνας
«Ποσοστό 92,3% των μαθητών-τριών του Γυμνασίου και 94,5% των αντίστοιχων του Λυκείου συμφωνούν και αποδέχονται την αναγκαιότητα ότι δεν πρέπει να χάσουμε τίποτε από τις παραδόσεις μας, τα ήθη μας, τις συνήθειές μας τώρα, που με την παγκοσμιοποίηση “πέφτουν τα σύνορα”.
Εξάλλου και σε ό,τι αφορά στην εμπιστοσύνη στους θεσμούς, την πρώτη θέση την κατέχει η Εκκλησία (87,4% του Γυμνασίου και 73,8% του Λυκείου, ενώ παράλληλα καθηγητές και γονείς εκφράζουν την εμπιστοσύνη τους με ποσοστά 60,8% και 74,7% αντίστοιχα)». Θα συνιστούσε, βέβαια, επισήμανση του αυτονόητου, ότι δηλαδή δεν είναι οι θεσμοί που καταξιώνουν τα πρόσωπα, αλλά το αντίθετο… Σε καιρούς έντονης αμφισβήτησης, είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε, πλην άλλων στοιχείων που συνέθεταν και εδραίωναν την ηγετική φυσιογνωμία, παρουσία και δράση του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου, στη σταθερή και αμετακίνητη προτροπή του στο χρέος μας να διαφυλάξουμε τις παραδόσεις μας, εν όψει μάλιστα και της λαθεμένης εμμονής της, τότε, κυβέρνησης (καθώς και άλλων «εκσυγχρονιστών») για την «εντός» –και μόνο– «των τειχών» δραστηριοποίηση της Εκκλησίας. Εμμονής τουλάχιστον αναχρονιστικής, που ήθελε μια Εκκλησία κλεισμένη στο «καβούκι» της. Ατυχώς, η διαστρέβλωση των λόγων του Χριστόδουλου ήταν φαινόμενο σύνηθες. Ιδού ένα παράδειγμα, ασφαλώς όχι το πλέον χαρακτηριστικό:
Στις 27/10/2000, παραμονή της εθνικής επετείου, ο γράφων είχε το προνόμιο να ανήκει μεταξύ των προσώπων εκείνων που ευτύχησαν να ακούσουν τους λόγους του Προκαθήμενου, στη διάρκεια ειδικής συνεδρίασης του Νομαρχιακού Συμβουλίου Αθηνών. Λόγους εμπνευσμένους, μεστούς περιεχομένου, με αναφορές στην ιστορική αλήθεια και ασφαλώς με την καλή εκείνη πίστη που οφείλεται προς κάθε πλευρά, προς κάθε αποδέκτη.
Κατάπληκτος, την επόμενη ημέρα και στη διάρκεια σχετικού τηλεοπτικού ρεπορτάζ, άκουσα ότι ο Μακαριώτατος αν δεν καταφέρθηκε πάντως πήρε θέση… σε βάρος των προσφύγων, οι οποίοι, κατά εκατοντάδες χιλιάδες, έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μας
– Μα, παρατήρησα, το ακριβώς αντίθετο είπε –και απέδειξε– ο προκαθήμενος της Εκκλησίας μας! Θυμάμαι καλά ότι με έμφαση παρατήρησε πως ιδιαίτερα η Εκκλησία οφείλει να αγκαλιάζει και να περιθάλπει τους έχοντες ανάγκη πρόσφυγες, αφού τέτοια αντιμετώπιση είναι ταυτόσημη με τον λόγο του Κυρίου και με το έργο της Εκκλησίας.
Επικαλέσθηκε, ενδεικτικά ασφαλώς, και την περίπτωση των Κούρδων που είχαν εγκατασταθεί στην πλατεία Κουμουνδούρου, όπου η Εκκλησία είχε αναλάβει την καθημερινή τους σίτιση, ξεκινώντας από 100 μερίδες ημερησίως και ξεπερνώντας στη συνέχεια τις 1.000, αφού συνέρρεαν Κούρδοι και άλλοι πρόσφυγες απʼ όλα τα μέρη της Αθήνας.
Την ώρα μάλιστα που έλαμπαν με την απουσία τους τόσο η κυβέρνηση όσο και ο Δήμος Αθηναίων, πρόδηλα για να μην ενοχληθεί η γείτων Τουρκία.
Είχε πει ακόμη ο Μακαριώτατος ότι οι πλησιάζοντες σε αριθμό το 1.000.000 πρόσφυγες σε περίπου 15 χρόνια θα πλησιάζουν τα 3.500.000 για να προσθέσει:
– Με δεδομένο το γνωστό οξύ πρόβλημα υπογεννητικότητας, κινδυνεύουμε να βρεθούμε πρόσφυγες στον τόπο μας. Γιʼ αυτό και οφείλουμε να διαφυλάξουμε τις παραδόσεις μας κ.λπ. κ.λπ.
Σε κάθε περίπτωση, η όποιας μορφής προπαγάνδα δεν άντεξε στον χρόνο, απομειώθηκε και στο τέλος ξεθώριασε.
Η αληθώς ηγετική προσωπικότητα του Χριστόδουλου εδραιώθηκε. Εδραιώθηκε, μέρα με τη μέρα, στα δέκα χρόνια που ηγήθηκε κλήρου και λαού. Ναι, και λαού! Το πώς και το γιατί εκτενώς και επαρκώς αναλύθηκαν και εξηγήθηκαν τις μέρες του εθνικού πένθους που προηγήθηκαν.
Γιʼ αυτό και είναι βέβαιο πως ο διάδοχός του, όποιος κι αν είναι αυτός, δεν μπορεί παρά να περπατήσει στα μονοπάτια, στους δρόμους, στη λεωφόρο, εν τέλει, που άνοιξε ο Χριστόδουλός μας.
Αυτό, κατά την εκτίμηση του γράφοντος, προσδοκά, ελπίζει και εύχεται ο κόσμος. Όχι να του μοιάσει –καθένας έχει τη δική του προσωπικότητα– αλλά να δικαιώσει τον αγώνα εκείνο, τον αγώνα εκείνου.
Για μια κοινωνία της Εκκλησίας και για μια εκκλησία της κοινωνίας.