ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟ

Το «Π», παρ’ όλα αυτά, θα επιχειρήσει σήμερα ένα ξεχωριστό ρεπορτάζ-κατάθεση ψυχής, με ό,τι κατάφερε να συγκεντρώσει από τα σκυμμένα κεφάλια, τους διάχυτους λυγμούς, τα υπαρξιακά ερωτήματα και τις διάπυρες προσευχές μέσα και γύρω από την αρχιεπισκοπική κατοικία.

Κάτι σαν μέθεξη της ανθρώπινης πορείας προς τον Γολγοθά, που είναι ικανή να συμπαρασύρει κάθε εμπόδιο νοητικής ορθότητας, βασισμένη στα βιώματα και στις αγωνίες των ανθρώπων που συμπάσχουν και βρίσκονται νυχθημερόν τα τελευταία εικοσιτετράωρα στο προσκεφάλι του Μακαριώτατου.

Τα αποθέματα αντοχής που εμφανίζει ο κ. Χριστόδουλος, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι παραμένει κλινήρης πλέον όλο το 24ωρο, τις περισσότερες ώρες, μάλιστα, ευρισκόμενος σε κατάσταση υπνηλίας και βυθιότητας, είναι σίγουρα εντυπωσιακά. Ο σκληρός του οργανισμός ανθίσταται και σε συνδυασμό με το απαράμιλλο ψυχικό του σθένος του επιτρέπει ικανά ακόμη διαστήματα πλήρους διαύγειας. Και τούτο την ώρα που δυσκολεύεται πια να μιλήσει, επικοινωνώντας περισσότερο, αν όχι αποκλειστικά, με νοήματα και με τις κινήσεις και τις εκφράσεις του σκαμμένου προσώπου και των ματιών του.

– Είναι πολύ συγκινητικό να βιώνει κανείς τις τελευταίες στιγμές ενός πνευματικού ανθρώπου και μάλιστα ενός Αρχιεπισκόπου είναι τα λόγια ενός από τους στενότερους συνεργάτες του.

«Πολλές φορές», συνεχίζει, «κάθομαι αμίλητος μη μπορώντας ακόμη κι εγώ να δεχθώ τη σκληρή πραγματικότητα, που είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους. Προσπαθώ να τον κάνω να δεχθεί το αναπόφευκτο», προσθέτει μη αντέχοντας, λυγίζοντας και ο ίδιος υπό το βάρος των λόγων του.

Κι όμως, όπως λέει, συχνά πυκνά εδώ και μία εβδομάδα κάνουμε θεολογικές συζητήσεις. Τελευταία, μάλιστα, ζητά να του διαβάζουν τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Το χαίρεται πραγματικά και αγαλλιάζει η ψυχή του.

Η όλη του εικόνα παραπέμπει στο μεγαλείο ενός ανθρώπου που επιστρατεύοντας και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών του αρνείται να παραδοθεί, αρνείται να παραιτηθεί από τη ζωή, αρνείται να αποδεχθεί το μοιραίο και συνδιαλέγεται μυστηριακά και πνευματικά «εφ’ όλης της ύλης» με τον Θεό. Ζητώντας όχι απαντήσεις αλλά γαλήνη, πίστη και ειρηνικά τα τέλη.

Οι αναλαμπές επικοινωνίας με τους κοντινούς του ανθρώπους, όπως λένε οι πληροφορίες μας, οδηγούν συχνά σε ακραίες συναισθηματικά στιγμές, φορτισμένες από αγάπη, πόνο και ανθρωπιά που συγκλονίζουν.

– Συνεχίζω να του λέω ότι έχουμε πολλές δουλειές ακόμη να κάνουμε, δουλειές που έχουμε αφήσει πίσω, έχουμε να φτιάξουμε πάρα πολλά έργα, που τα έχουμε προγραμματίσει. Και εκείνος τότε με κοιτά και μου λέγει:

«Παιδί μου, να προσέχεις»!

Με πιάνουν τα δάκρυα αλλά δεν θέλω να με δει και σφίγγομαι!

Το φορτίο των στιγμών της μαρτυρίας δυσβάστακτο. Δοκιμάζει ανθρώπινα όρια και αντοχές. Κι όμως επιφανειακά τουλάχιστον δεν σπάει.

– Με τρεμάμενη φωνή τον ρωτώ: Η ψυχολογία σας, το ηθικό σας πώς είναι; Δεν νομίζω να χάνουμε το κουράγιο μας; Μου απαντά με θάρρος: ʽʽΌχι, κάθε άλλο. Μόνο που μέρα με τη μέρα αισθάνομαι όλο και χειρότεραʼʼ. Κατεβάζω τα μάτια μου για να μη διασταυρωθούν τα βλέμματά μας και βρεθώ σε αμηχανία. Από τις άκρες των ματιών μου παρατηρώ ότι με κοιτάζει διερευνητικά για να διαπιστώσει εάν τον κοιτώ με οίκτο. Περήφανος, ωραίος και ευγενικός πάντοτε…

Μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου κάνει ό,τι μπορεί για να τον παρηγορήσει και να απαλύνει τις στιγμές αγωνίας και πόνου, επιχειρώντας κάποτε να σπάει τη βαριά ατμόσφαιρα με όποιον τρόπο μπορεί:

– Μακαριώτατε, αν ο Κύριος μας στείλει πρόσκληση, εμείς θα τη στείλουμε πίσω, έτσι δεν είναι; Προσπαθεί να χαμογελάσει και μου σφίγγει το χέρι με όση δύναμη του έχει απομείνει, σα να μη θέλει ν’ αποκοπεί από τη ζωή. Όλη την ώρα, επίσης, και σε ό,τι κι αν του ζητήσω σχετικά με τα ιατρικά, τα συμπτώματα, τους πόνους, μου απαντά με ένα «Δόξα σοι ο Θεός».

Σαν τους πιστούς μαθητές κάτω από τον Σταυρό οι εγγύτατοι άνθρωποί του, κρεμασμένοι θαρρείς από τον αγώνα του, ανιχνεύουν κάθε νεύμα και κάθε του επιθυμία, προσπαθώντας να τον στηρίξουν ψυχολογικά τούτες τις εξαιρετικά δύσκολες ώρες.

Κι όταν όλοι υπερβάλλοντας εαυτούς πασχίζουν να μειώσουν τη συναισθηματική ένταση και να κρύψουν τη διάχυτη μελαγχολική τους διάθεση, αλλάζοντας πότε πότε κουβέντα και επιχειρώντας τεχνηέντως ενέσεις αισιοδοξίας προς τον Αρχιεπίσκοπο, εκείνος όπως τους κοιτάζει σιωπηλά και κατευθείαν στα μάτια φαίνεται να διαβάζει και τις πιο μύχιες σκέψεις τους και μοιάζει να τους λέει με το γνωστό του ύφος:

– Γιατί με κοροϊδεύετε;

Αρνείται μεταφορά

του σε νοσοκομείο

Παρά τη σταθερά, αλλά όχι ραγδαία, επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του ο Αρχιεπίσκοπος εμμένει στην άρνησή του να μεταφερθεί σε νοσοκομείο.

Έχει εκφράσει σε όλους τους τόνους την επιθυμία του να δώσει μέχρι τέλους τη μάχη του μέσα στην αρχιεπισκοπική κατοικία, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Μέχρι στιγμής μάλιστα, η ιατρική ομάδα που τον παρακολουθεί εκτιμά ότι μπορούν να αντιμετωπίζονται όλα τα συμπτώματα που έχει κατ’ οίκον.

Η αλήθεια είναι ότι τις τελευταίες ημέρες η κλινική εικόνα του Μακαριώτατου αφήνει ελάχιστα περιθώρια ελπίδας. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η διαρκής και προϊούσα καταβολή δυνάμεων, η οποία εκδηλώνεται με πολλές ώρες υπνηλίας και βυθιότητας. Παράλληλα, δεν εκδηλώνει αίσθημα πείνας, σιτιζόμενος αποκλειστικά με υγρά τροφή και συμπληρώματα διατροφής, ενώ αδυνατεί πλέον να ανασηκωθεί από το κρεβάτι του.

Νότα αισιοδοξίας συνθέτουν αφενός η ικανοποιητική εικόνα από τις εξετάσεις αίματος και αφετέρου η έστω και οριακή ανταπόκριση του ήπατος, η οποία με τη σειρά της επιτρέπει τη σταθερή και καλή λειτουργία ζωτικών οργάνων όπως η καρδιά και τα νεφρά.

Τα λιγοστά φωτεινά διαλείμματα κατά τη διάρκεια της ημέρας ο Αρχιεπίσκοπος εμφανίζεται με τη γνωστή διαύγεια και με εκπληκτική πάντα διάθεση αντίστασης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, όποτε μπορεί εκφράζει με κάθε τρόπο την ευγνωμοσύνη του σε όσους από τους πολύ δικούς του ανθρώπους τον έχουν φροντίσει και τον φροντίζουν αυτόν τον καιρό. Όπως μπορεί. Χαρίζοντας π.χ. στον καθένα τους κάτι από τα δικά του πράγματα. Άμφια, εγκόλπια, εικόνες, ιερά βιβλία κ.λπ.


Σχολιάστε εδώ