Αμετακίνητη η… άγκυρα στις διεκδικήσεις της Άγκυρας

Κι αυτό με δεδομένη την απληστία -και την ικανότητα- της διπλωματίας της γειτονικής χώρας. Μιας διπλωματίας που εφαρμόζεται με αξιοζήλευτη συνέπεια, ανεξάρτητα από τις ασκούσες την εξουσία κυβερνήσεις, και έλκει την καταγωγή της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Οι ευκόλως αποδείξιμες αυτές παρατηρήσεις ουδόλως σημαίνουν ότι η ύστερα από 49 χρόνια επίσημη μετάβαση έλληνα πρωθυπουργού στην τουρκική πρωτεύουσα (και εν συνεχεία στην Κωνσταντινούπολη) μπορεί να χαρακτηριστεί αποτυχημένη. Ο Καραμανλής υποστήριξε με σθένος και χωρίς ίχνος ηττοπάθειας τις ελληνικές θέσεις, φροντίζοντας να αποφύγει -όπερ αυτονόητον- ανοιχτές προκλήσεις έναντι των επιδειξάντων μάλιστα ιδιαίτερη αβροφροσύνη οικοδεσποτών του. (Δεν είπε και δεν μπορούσε να πει, επί παραδείγματι, ότι «το Κυπριακό είναι ζήτημα εισβολής και κατοχής».)

Ανήκω στη χορεία εκείνων (ανάμεσά τους και ο εξαίρετος συνάδελφος Γιώργος Δελαστίκ) που είχαν ταχθεί εναντίον της πραγματοποίησης αυτού του ταξιδιού και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία είχε προηγηθεί ένα όργιο ανθελληνικών δραστηριοτήτων εκ μέρους της Τουρκίας. Πρόσθετος λόγος για τη ματαίωση ενός τέτοιου ταξιδιού ήταν ο διακαής πόθος των Αμερικανών και της γνωστής (και υψηλόβαθμης) εκπροσώπου τους στην Ελλάδα να μην υπάρξει καν, μικρή έστω, χρονολογική μετάθεση της μετάβασης του έλληνα πρωθυπουργού στην Άγκυρα. (Τα εκ των υστέρων αμερικανικά εύσημα και η ουρανομήκης υποκρισία του αναπληρωτή εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κ. Τομ Κέισι ότι δήθεν «οι αμερικανοελληνικές σχέσεις είναι οι καλύτερες που υπήρξαν εδώ και δεκαετίες» (!) αποδεικνύουν περίτρανα, ευθέως και εξ αντιδιαστολής, το βάσιμο της τότε επιχειρηματολογίας μας).

Ας έρθουμε τώρα στα συμπεράσματα, τα ανώδυνα θετικά, εκείνα στα οποία το χάσμα είναι αγεφύρωτο και τα δυνάμει επώδυνα αρνητικά. Η υποδοχή της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν ανεπίληπτη και υποδειγματική. Ο κ. Ερντογάν συμπεριφέρθηκε στον Καραμανλή πολύ φιλικά και με ιδιαίτερη οικειότητα. (Στις ενώπιον των δημοσιογράφων δηλώσεις του αποκαλούσε τον ομόλογό του σκέτα «Κώστα» και η… περινούστατη ελληνίδα διερμηνέας θεώρησε σκόπιμο να προσθέτει αυθαίρετα και το επώνυμο του πρωθυπουργού της χώρας μας, σβήνοντας με μονοκοντυλιά την οικειότητα! Προσοχή: Δεν αποκλείω η οικειότητα να ήταν εκ του πονηρού. Αυτό, όμως, εμπίπτει στην αρμοδιότητα έγκυρων αναλυτών να το κρίνουν). Φιλική υπήρξε και η στάση τόσο του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, κ. Γκιουλ, όσο και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κ. Μπαϊκάλ, απέναντι στον φιλοξενούμενο έλληνα πρωθυπουργό.

Στα ανώδυνα θετικά συγκαταλέγεται επίσης η κοινή απόφαση να επιταχυνθούν οι διερευνητικές επαφές των διμερών επιτροπών για το πρόβλημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Επιτροπές που συγκροτήθηκαν το 1999 και έχουν ολοκληρώσει μέχρι τούδε 38 γύρους συνομιλιών, χωρίς να έχει σημειωθεί πρόοδος. Τζίφος δηλαδή που δεν πρόκειται να οδηγήσει πουθενά.

Ο Καραμανλής δεν έκρυψε, ωστόσο, τα λόγια του κι ας προσέκρουσε σε ώτα μη ακουόντων. Επέμεινε να επιδιωχθεί λύση στο θέμα της υφαλοκρηπίδας, που θα στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο, και επανέλαβε ότι η Ελλάδα αποδέχεται την προσφυγή στη Χάγη. Και πρόσθεσε έξω από τα δόντια: «Στόχος είναι η καλή γειτονία, η οποία δεν μπορεί να βασίζεται στην αβεβαιότητα, στις εντάσεις, στις προκλήσεις και στην απειλή πολέμου». Οι σταράτες αυτές κουβέντες εξόργισαν τόσο τους Τούρκους, ώστε να ματαιώσουν την προγραμματισμένη για την Πέμπτη μετάβασή του στο τουρκικό Κοινοβούλιο!

Στο Κυπριακό η απόκλιση των δύο πλευρών ήταν τεράστια. Ο Καραμανλής τόνισε την ανάγκη να προωθηθεί η διαδικασία της 8ης Ιουλίου και να θεωρηθεί απαραίτητη βάση για την προετοιμασία διαπραγματεύσεων που θα οδηγήσουν στην επίτευξη «δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, στηριγμένης στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και στο κοινοτικό κεκτημένο». «Το Κυπριακό», πρόσθεσε, «αποτελεί κριτήριο για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας». Σε κραυγαλέα αντίθεση με τον έλληνα πρωθυπουργό, ο κ. Ερντογάν υπενθύμισε ότι «η Βόρεια Κύπρος είπε ”ναι” στο Σχέδιο Ανάν, ενώ η Νότια Κύπρος ”όχι” κατά το δημοψήφισμα του 2004» και, αφού παραδέχτηκε ότι Σχέδιο Ανάν δεν υφίσταται πλέον, εξέφρασε την άποψη ότι σε ενδεχόμενη λύση «θα πρέπει να είναι παρόντα το πνεύμα και η ουσία» αυτού του σχεδίου! (Αξίζει να σημειωθεί ότι ο έλληνας πρωθυπουργός σε ομιλία του στο σημαντικότερο πανεπιστήμιο της Άγκυρας ευχήθηκε «να πέσει και το τελευταίο τείχος που στέκει στην Ευρώπη»).

Ως προς την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου και την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ο κ. Ερντογάν έδωσε αόριστες και, κατά τη γνώμη μου, κίβδηλες υποσχέσεις στον έλληνα ομόλογό του. (Ορισμένοι αναλυτές ερμήνευσαν θετικά την αποστροφή του τούρκου πρωθυπουργού ότι «η οικουμενικότητα αφορά μόνο τους ορθόδοξους χριστιανούς» και άρα όχι την Τουρκία. Τι σημαίνει αυτό;).

Από τα συμπεράσματα της επίσημης επίσκεψης του κ. Καραμανλή στην Τουρκία που προανέφερα -τα ανώδυνα θετικά, εκείνα στα οποία το χάσμα είναι αγεφύρωτο και τα δυνάμει επώδυνα αρνητικά- τα πρώτα εξαντλούνται στην άψογη και φιλόφρονα συμπεριφορά των οικοδεσποτών και στην επιτάχυνση των διερευνητικών επαφών που έχουν οι επιφορτισμένες με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας διμερείς επιτροπές.

Στη δεύτερη κατηγορία συμπερασμάτων, κατηγορία δηλαδή που αφορά ζητήματα στα οποία το χάσμα είναι αγεφύρωτο, υπάγονται το Αιγαίο (μαζί με την εκκρεμότητα της υφαλοκρηπίδας και το πλέγμα ρυθμίσεων αναφορικά με τα χωρικά ύδατα, το FIR Αθηνών κ.ά.) καθώς και το Κυπριακό.

Ποια είναι, όμως, τα αρνητικά και δυνάμει επώδυνα συμπεράσματα της πολύκροτης αυτής επίσκεψης; Πρώτα πρώτα, η αποδοχή της πρότασης του κ. Ερντογάν ότι «οι δύο υπουργοί Εξωτερικών θα προσπαθήσουν να επιλύσουν τα προβλήματα των μειονοτήτων στη δυτική Θράκη και στην Κωνσταντινούπολη». Μπαίνουν δηλαδή στην πλάστιγγα υπό καθεστώς αμοιβαιότητας (!) απ’ τη μια μεριά 2.000 Έλληνες (από τους εκατοντάδες χιλιάδες που εκδιώχθηκαν και δημεύθηκαν οι περιουσίες τους) κι απ’ την άλλη 120.000 έλληνες μουσουλμάνοι (που διατείνονται προκλητικά πως είναι Τούρκοι). Επιπλέον, ο κ. Ερντογάν φρόντισε δημοσίως, ως συνέχεια της απαίτησης του κ. Μπαμπατζάν στη συνάντησή του με την κ. Μπακογιάννη στις αρχές Δεκεμβρίου, να ληφθούν μέτρα εναντίον τριών κουρδικών οργανώσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα νομίμως, να θέσει εκ νέου το ζήτημα, υπογραμμίζοντας την υποχρέωση των δύο χωρών να είναι αλληλέγγυες σε θέματα τρομοκρατίας… Μας είπε δηλαδή κατάμουτρα ότι υποθάλπουμε τρομοκράτες, όπως ισχυρίζεται ασύστολα η τουρκική προπαγάνδα!

Εκτός από το ελληνοτουρκικό επιχειρηματικό φόρουμ που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή (και αφήνει αδιάφορο τόσο τον ελληνικό όσο και τον τουρκικό λαό), η ιστορική επίσκεψη δεν είχε χειροπιαστά ή έστω προσδοκώμενα αποτελέσματα, αν εξαιρέσουμε τη θαρραλέα στάση του Καραμανλή, που εκπροσώπησε με επιτυχία τη χώρα μας. Το κακό πάντως είναι, όπως γράφει το «Ποντίκι», ότι «η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει εγκλωβιστεί σε κατευναστικές πολιτικές», από την εποχή του Σημίτη και εντεύθεν, προσθέτω εγώ.


Σχολιάστε εδώ