Δικαστικός φραγμός στην τοκογλυφία με τις κάρτες!
Κατά μία έννοια, οι ελληνικές τράπεζες, με τη συμπαράσταση της Τράπεζας της Ελλάδος, έχουν λάβει αυθαίρετα την άδεια να ασκούν «νομότυπη τοκογλυφία». Ενώ κανένας ιδιώτης δεν επιτρέπεται να δανείζει με επιτόκιο υψηλότερο από το δικαιοπρακτικό/εξωτραπεζικό χωρίς να αντιμετωπίζεται ποινικά ως τοκογλύφος, οι τράπεζες το ξεπερνούν άνετα, φθάνοντας ακόμη και σε ποσοστά επιτοκίου υπερδιπλάσια του δικαιοπρακτικού, ιδιαίτερα μέσω των δανείων που χορηγούν με πιστωτικές κάρτες.
Η ισορροπία διαταράχθηκε εις βάρος τους το 2001, όταν ο Άρειος Πάγος, σε απόφασή του, επισήμανε για πρώτη φορά την παρανομία, τονίζοντας ότι όλοι οι ιδιώτες, περιλαμβανομένων των τραπεζών, οφείλουν να σέβονται ως ανώτατο όριο το δικαιοπρακτικό επιτόκιο του ιδιωτικού τομέα. «Λύση» στο αδιέξοδο για τις τράπεζες φρόντισε να δώσει η Τράπεζα της Ελλάδος, με μια γνωμοδότηση της νομικής της υπηρεσίας, που ερμήνευσε σύμφωνα με τα συμφέροντα των τραπεζών την Πράξη Διοικητή του 1994, με την οποία τέθηκαν οι κανόνες δανεισμού στην απελευθερωμένη, πλέον, τραπεζική αγορά. Πολύ απλά, η ΤτΕ αποφάνθηκε ότι το δικαιοπρακτικό επιτόκιο δεσμεύει όλους τους ιδιώτες πλην των τραπεζών και με τη γνωμοδότηση αυτή στην τσέπη οι τράπεζες εξακολούθησαν να χρεώνουν τους δανειολήπτες με τα υψηλότερα επιτόκια πιστωτικών καρτών στην Ευρώπη.
Όμως, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας θα έχει σύντομα και δεύτερη ευκαιρία να κρίνει το ζήτημα των επιτοκίων των πιστωτικών καρτών, καθώς στον Άρειο Πάγο έχει υποβληθεί αίτηση τράπεζας για την αναίρεση απόφασης σε δεύτερο βαθμό με την οποία κρίθηκε ότι είναι παράνομη η χρέωση επιτοκίων που υπερβαίνουν το δικαιοπρακτικό και αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε διαταγή πληρωμής εις βάρος δανειολήπτη.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Χρηματοπιστωτικών Ερευνών κ. Τάκη Χριστοδουλόπουλο, η κρίση του Αρείου Πάγου θα είναι ιδιαίτερα σημαντική, δεδομένου ότι, εφόσον κινηθεί στο ίδιο πλαίσιο με προηγούμενη απόφαση του ίδιου του κορυφαίου δικαστηρίου, αλλά και με τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης σε χαμηλότερους βαθμούς, θα «θωρακίσει» τη νομολογία για το θέμα, υποχρεώνοντας τις τράπεζες να επανεξετάσουν τις πρακτικές τους.
Στην εξεταζόμενη υπόθεση, το Ειρηνοδικείο Αθηνών είχε σε πρώτο βαθμό ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής τράπεζας εις βάρος δανειολήπτη ο οποίος ισχυρίσθηκε μεταξύ άλλων στην αίτηση ανακοπής που υπέβαλε ότι είναι παράνομη η χρέωση τόκων με επιτόκιο που ξεπερνά το δικαιοπρακτικό. Εξετάζοντας το θέμα σε δεύτερο βαθμό το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών επιβεβαίωσε (με την απόφαση 3425/2007) την αρχική απόφαση του Ειρηνοδικείου, κρίνοντας μεταξύ άλλων ότι:
• Παρότι είναι ελεύθερη, με απόφαση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, η διαμόρφωση των επιτοκίων των καταναλωτικών δανείων, «τα εξωτραπεζικά επιτόκια, παρά τον περιορισμό τους στις εξωτραπεζικές συναλλαγές, δεν παύουν να έχουν γενικότερη κοινωνικοοικονομική σημασία και να αφορούν και τις τραπεζικές σχέσεις. Έτσι, η συμφωνία για επιτόκια που υπερβαίνουν τα ανώτατα αυτά όρια δεν παύει να απαγορεύεται από τον νόμο. Σημειώνεται ότι στη διάρκεια ισχύος της σύμβασης του δανειολήπτη με την τράπεζα, το επιτόκιο δανεισμού του έφθασε να απέχει ακόμη και 8,25% από το δικαιοπρακτικό (16,25%, έναντι 8%)!
• Ακολούθως, η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου απορρίπτει την έφεση της τράπεζας και διατηρεί την αρχική απόφαση ακύρωσης της διαταγής πληρωμής, επισημαίνοντας ότι «πρέπει, συνεπώς, ο πρώτος όρος της υπό κρίση ανακοπής (σ.σ.: που αφορά τα επιτόκια δανεισμού) που είναι επαρκώς ορισμένος, να γίνει δεκτός ως κατ’ ουσίαν βάσιμος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προεκτέθηκε, ο άνω όρος της σύμβασης χορήγησης πιστωτικής κάρτας, που επιτρέπει στην Τράπεζα να καθορίζει μονομερώς τα ισχύοντα στην επίδικη σύμβαση επιτόκια ακόμη και καθ’ υπέρβαση των ισχυόντων ανωτάτων ορίων εξωτραπεζικών επιτοκίων, είναι άκυρος ως καταχρηστικός».
Με την απόφαση αυτή σε δεύτερο βαθμό, οι τράπεζες κινδύνευαν, εφόσον δεν προσβαλλόταν στον Άρειο Πάγο, να δημιουργηθεί μια πολύ ισχυρή νομολογία που θα ανέτρεπε το καθεστώς των χρεώσεων στις κάρτες. Έτσι, η τράπεζα που είχε ασκήσει την έφεση προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ζητώντας την αναίρεση της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Πάντως, έγκριτοι νομικοί τονίζουν ότι, με τα ως τώρα νομικά δεδομένα, μόνο με ένα δικαστικό πραξικόπημα θα μπορούσε να αναιρεθεί η απόφαση, γι’ αυτό και θεωρείται πλέον σχεδόν βέβαιη η διαμόρφωση αρνητικής νομολογίας για τις τράπεζες, που θα τις υποχρεώσει στο μέλλον να περιορίσουν τα «καπέλα» στα επιτόκια των καρτών.