«Αγωνίζομαι, κάνω τον αγώνα μου…»
Είναι ενδεικτικό ότι έχει αναγκαστεί να περιορίσει στο ελάχιστο τις μη ιερατικού και εκκλησιαστικού χαρακτήρα συναντήσεις, αφού όλο και περισσότερες ώρες της ημέρας υποπίπτει σε κατάσταση υπνηλίας.
Ο ψυχισμός του, η διάθεση επαφής, η διανοητική διαύγεια και το σθένος του Μακαριώτατου παραμένουν εν τούτοις αξιοθαύμαστα, ωστόσο καταγράφεται μια προϊούσα υστέρηση στα αντανακλαστικά, με αργούς όμως ρυθμούς.
Όπως διαβεβαιώνουν οι άνθρωποι του στενού του περιβάλλοντος, αρνείται κατηγορηματικά να μεταβεί στο νοσοκομείο για εξετάσεις, αφού έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την αρχιεπισκοπική κατοικία με όποια εξέλιξη, όπου και επιθυμεί να δώσει τη σκληρή προσωπική του μάχη μέχρι τέλους.
Η άρνησή του αυτή καθιστά αδύνατη και την ιατρική επιβεβαίωση ή μη της πληροφορίας ή φήμης που αναπαράχθηκε σε ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά δελτία περί μετάστασης του καρκινώματος και σε άλλα σημεία.
Στον αντίποδα, οι εξετάσεις αίματος είναι καλές, το συνηθισμένο υγρό στην κοιλιακή χώρα δεν παρατηρείται πλέον, κάτι που θα οδηγούσε σε επιδείνωση της αναπνευστικής λειτουργίας και γενικά τα υπόλοιπα ζωτικά όργανα δεν φαίνεται να έχουν υποστεί οποιαδήποτε βλάβη.
Όσον αφορά, εξάλλου, το σχήμα χημειοθεραπείας που έχει επιλεγεί, η ανταπόκριση εξακολουθεί να είναι ικανοποιητική και η λειτουργία του ήπατος δεν εμφανίζει τα προβλήματα τα οποία εκ της αγωγής ανέμεναν οι γιατροί.
Μια μικρή αναβολή η οποία αποφασίστηκε ως προς τον χρόνο χορήγησης της επόμενης ενέσιμης χημειοθεραπείας οφείλεται στις εξετάσεις στις οποίες πρόκειται να υποβληθεί.
Συμπερασματικά, ο Μακαριώτατος περνάει ίσως την πιο δύσκολη φάση της ασθενείας του. Και ενώ ταλαιπωρείται αφάνταστα εξακολουθεί με ανεξάντλητα ψυχικά αποθέματα να «αίρει τον σταυρό του μαρτυρίου» καρτερικά και αγόγγυστα.
Θέλουν εκκλησιαστικό ηγέτη στα… μέτρα τους
Με έκδηλη πια την αγωνία ο ελληνικός λαός παρακολουθεί τη ραγδαία επιδείνωση της υγείας του Αρχιεπισκόπου κ. Χριστόδουλου. Η γενναιότητα, η πίστη, η καρτερικότητα με την οποία αντιμετωπίζει τη μεγάλη αυτή δοκιμασία του όχι μόνο έχει συγκινήσει κάθε ανθρώπινη ψυχή, αλλά αποτελεί ίσως και την καλύτερη παρακαταθήκη που αφήνει σε έναν λαό τον οποίο αγάπησε και υπηρέτησε με όλη τη δύναμη της ψυχής του.
Γιατί αυτό είναι τελικά που χρειάζεται η Εκκλησία και ο τόπος μας. Μια Εκκλησία που η πρόσφατη δοκιμασία του Προκαθημένου της απέδειξε περίτρανα ότι ο ελληνικός λαός την εμπιστεύεται, θέλει να στηρίζεται στον λόγο της, αναζητά τη διδασκαλία της, έχει ανάγκη την προσφορά της, επιθυμεί τη μαρτυρία της. Δεν θέλουν οι Έλληνες μια Εκκλησία σιωπούσα ή κοιμωμένη, εφησυχάζουσα ή ναρκωμένη.
Το δυσάρεστο είναι ότι κάποιοι, οι οποίοι επιθυμούν να αυτοαποκαλούνται εκκλησιαστικοί παράγοντες, αγνοώντας όλα τα παραπάνω, προσπαθούν να πείσουν ότι αυτό που έχει ανάγκη η Εκκλησία μας σήμερα δεν είναι ένας εκκλησιαστικός ηγέτης που θα διακονήσει αυτό το όραμα, αλλά μια εκκλησιαστική παρουσία που με σύνθημα «οπισθοχώρηση και συντηρητισμός» θα οδηγήσει την Εκκλησία δεκάδες χρόνια πίσω, εγκλωβισμένη, σιωπούσα, απέχουσα και νεκρωμένη. Δεν διστάζουν αυτοί οι εκκλησιαστικοί κύκλοι να χωρίζουν και τον εκκλησιαστικό χάρτη της πατρίδας μας, μιλώντας για «πάνω και κάτω Ελλάδα».
Είναι αυτοί οι ψηφοσυλλέκτες που αντιλαμβάνονται τις Ιερές Μητροπόλεις σαν τσιφλίκια τους και γι’ αυτό καυχώνται «όλη η βόρειος Ελλάδα είναι δική μου». Είναι σε τελευταία ανάλυση αυτοί που κινούμενοι «υπόγεια» αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν σέβονται την κρισιμότητα της καταστάσεως της υγείας του Αρχιεπισκόπου, αλλά υποβαθμίζουν και τη νοημοσύνη των αρχιερέων αδελφών τους, επιθυμώντας σφόδρα να τους καταστήσουν υποχείρια και άβουλα όντα.
Όταν σε όλους τους χώρους, σε πανελλήνιο και παγκόσμιο επίπεδο, η ευθύνη της ηγεσίας ανατίθεται σε νέους, κάποιοι εκκλησιαστικοί παράγοντες μιλούν και αγωνίζονται να επιβάλουν μια διάδοχη εκκλησιαστική κατάσταση «καλοστεκούμενου γηραιού Ιεράρχη» ή κάποιοι άλλοι επιθυμούν να διχάσουν την Ιεραρχία σε πρεσβυτέρα και νεωτέρα.
Ο μέσος όρος ηλικίας και των εκκλησιαστικών ηγετών στις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά και των πολιτικών ηγετών που αναλαμβάνουν τις τύχες ολόκληρων λαών, είναι γύρω στα 50. Τελικά, μήπως ο όρος «είναι νέος, δεν κάνει» αποτελεί ένα εύκολο επιχείρημα, αλλά ταυτόχρονα και την αποκάλυψη μιας προσπάθειας κάποιων να οδηγήσουν την Εκκλησία σε έναν μαρασμό, σε μια εξαναγκαστική νέκρωση;
Οι πιστοί στο σύνολό τους στηρίζουν τις ελπίδες τους στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, γνωρίζουν ότι δεν θα διαψεύσουν οι εκκλησιαστικοί ταγοί μας την προσδοκία και τη λαχτάρα του ελληνικού λαού να δει έναν αντάξιο διάδοχο του Χριστόδουλου, νέο, οραματιστή, έμπειρο.
Έναν Αρχιεπίσκοπο που θα στηρίζεται στην εμπειρία των παλαιών, θα αξιοποιεί τον δυναμισμό των νέων, ικανό να αφουγκρασθεί τις προκλήσεις των καιρών και να διευθετήσει όλα τα εκκλησιαστικά ζητήματα με γνώμονα τον σεβασμό στη συνοδικότητα και τους διακριτούς ρόλους.