2008 – Ευκαιρίες και κίνδυνοι για την Κύπρο

Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως η επιτυχία του οικονομικού-νομισματικού πειράματος θα οδηγήσει και στην πολιτική ένωση της Ευρώπης, τουτέστιν στην πολιτική της ολοκλήρωση κατά το παράδειγμα της Αμερικάνικης Συμπολιτείας, η οποία όντως οδηγήθηκε στην πολιτική της ένωση μετά τον εμφύλιο, στηριζόμενη στο δολάριο, την κοινή οικονομία και το κοινό νόμισμα. Αυτή είναι η άποψη των οικονομολόγων, κυρίως, οι οποίοι συνηθίζουν να βάζουν μπροστά στο θέατρο των εξελίξεων την οικονομία ως υπόβαθρο και την πολιτική ως εποικοδόμημα. Φυσικά, είναι γνωστό πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λύσει σημαντικά προβλήματα που αφορούν στην πολιτική, ούτως ή άλλως, και κυρίως στην εθνοκεντρική πολιτική της αυτονομίας και της πρόταξης του εθνικού συμφέροντος που θέλουν να ακολουθούν τα έθνη κράτη της και μετά να δει πώς θα οικοδομήσει την πολιτική της ολοκλήρωσης πάνω στο υπαρκτό ήδη υπόβαθρο της οικονομίας, το οποίο εμφανίζεται στο επιτυχές μέχρι στιγμής κοινωνικοοικονομικό επίπεδο της ένωσης.

Η Κύπρος κατάφερε λοιπόν χωρίς να περάσει την οδυνηρή εμπειρία της Ελλάδος, όπου για την τότε κυβέρνηση Σημίτη θεωρήθηκε εθνικός άθλος με πολλές και μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού, την ένταξη στην Ευρωζώνη. Η Κύπρος πέρασε σχετικά ανώδυνα και αυτό το στάδιο της συμμετοχής της στην Ένωση, ελπίζει δε να αξιοποιήσει το νόμισμα, δηλαδή την οικονομική διάσταση πλέον της ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας για την αποκατάσταση της νομιμότητας, της άρσης της κατοχής στην Κυπριακή Δημοκρατία. Να επιτύχει αυτό που ορισμένοι εν Κύπρω και εν Ελλάδι αποκαλούν «επανένωση», στο οποίο εμείς συμπληρώνουμε «αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας». Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε, εν προκειμένω, πως παρά τις διάφορες μεμονωμένες περιπτώσεις ορισμένων πολιτικών ή και ανθρώπων των ΜΜΕ να εμφανίζουν την Κύπρο εξαιτίας του «όχι» και του Τάσσου Παπαδόπουλου ως το μαύρο πρόβατο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να διαλαλούν την «απομόνωσή» της, νομίζουμε πως ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Η Κύπρος κατάφερε ήδη από τους πρώτους μήνες, μετά τον ιστορικό Απρίλιο του 2004, ν’ απορροφήσει τους κραδασμούς και να ενσωματωθεί ομαλά σε συνθήκες ισότητας και ισοτιμίας σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που, παρά τις κορώνες ορισμένων πολιτικών στελεχών της (βλέπε Φερχόεγκεν), η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ανάπνευσε βαθιά με ανακούφιση, γιατί το κράτος του Ανάν το φοβόταν και το αντιμετώπιζε σαν μια δυνάμει ωρολογιακή βόμβα στους κόλπους της Ένωσης.

Τόσο τα πρόσφατα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Δεκεμβρίου για Κύπρο και Τουρκία όσο και η γενικότερη εικόνα, σοβαρή και πολιτικά έντιμη παρουσία της Κύπρου αλλά και η σημερινή εξέλιξη με το ευρώ μαρτυρούν, χωρίς καμιά αμφιβολία την ορθότητα των χειρισμών της κυβέρνησης Παπαδόπουλου, που στηρίζει σθεναρά και αθόρυβα η κυβέρνηση Καραμανλή. Ταυτόχρονα επιβεβαιώνεται ολοένα και περισσότερο η ορθότητα του «όχι» έναντι του Σχεδίου Ανάν, που διαφύλαξε την Κύπρο και την Ευρωπαϊκή Ένωση από περιπέτειες απρόβλεπτες, για την Κύπρο δε, μετά βεβαιότητας, καταστροφικές.

Εκείνο που μένει σήμερα για την Κύπρο ως ζητούμενο είναι να δουλέψει συστηματικά πάνω σε μια καθαρή και διαυγή στρατηγική, η οποία δεν θα επέτρεπε τον ερχομό ενός οποιουδήποτε σχεδίου το οποίο θα το εμπνέονταν τρίτοι και εκόντες άκοντες θα το υιοθετούσαμε εμείς, αλλά να το καταστήσουμε σαφές, όπως και το πράττει η σημερινή κυβέρνηση, ιδιαίτερα μάλιστα ο Πρόεδρος, πως δεν μας ενδιαφέρει η οποιαδήποτε λύση, αλλά εκείνη η διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος που διασφαλίζει βιωσιμότητα και λειτουργικότητα πραγματική, στο πλαίσιο ευρωπαϊκών δομών, αρχών και αξιών που θα διαπνέουν την επίλυση του προβλήματος.

Αυτό σημαίνει όντως ένα ισχυρό κεντρικό κράτος το οποίο να μπορεί να ασκεί κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, το σύνολο του λαού, πέραν των εθνικών διαστάσεων, να εκπροσωπείται και ως συλλογικό υποκείμενο με την εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής για τον νόμιμο πληθυσμό της Κύπρου στο σύνολό του να ενσωματώνει πολιτικά τις εθνικές του συνιστώσες. Ας μην ξεχνάμε πως πειράματα όπως της Βοσνίας ή του Λιβάνου, εθνικών συγκυβερνήσεων χωρίς κατοχύρωση της κρατικής κυριαρχίας μιας κεντρικής πολιτειακής δομής, καταρρέουν ή βρίσκονται σε οιονεί κατάρρευση. Εξάλλου έχουμε ένα παράδειγμα στην ευρωπαϊκή μας γειτονιά το οποίο προκαλεί κυρίως σε εμάς ιδιαίτερη ανησυχία. Αναφερόμαστε στο Βέλγιο, του οποίου οι συνιστώσες οδηγούνται σε διάλυση, σε μια χώρα με 200 χρόνια κρατικής ιστορίας, με ενιαία χριστιανική πολιτισμική ταυτότητα και πολιτική κουλτούρα, με την παρουσία στο κέντρο της, δηλαδή τις Βρυξέλλες, δύο διεθνών οργανισμών μεγάλης σπουδαιότητας και σημασίας και με συνεκτικό ιστό τον ανώτατο άρχοντα, τον βασιλέα. Η Κύπρος, εάν δοκιμάσει να πειραματιστεί σε μια ομοσπονδιακή δομή που να μην έχει την ικανότητα της κεντρικής λήψης αποφάσεων λόγω εθνικών σκοπιμοτήτων και προειλημμένων θέσεων και πολιτικών, η δομική δυσλειτουργία του συστήματος θα οδηγούσε την κυπριακή οικονομία σε κατάρρευση και το πολιτικό σύστημα σε μία διαρκή κρίση. Η Κύπρος, δε, σε αντίθεση με το Βέλγιο, έχει και το πρόβλημα του εξωτερικού πολιτικού κέντρου, που εν προκειμένω είναι η Άγκυρα, η οποία καθοδηγεί με βάση εξωκυπριακά συμφέροντα, αντιλήψεις και σκοπιμότητες, τη μία εκ των δύο συνιστωσών της αυριανής Κυπριακής Ομοσπονδίας.

Το νέο έτος ανέτειλε για την Κύπρο ευχάριστα, λόγω του ευρώ, προσδοκούμε η ηγεσία της, με την αποφασιστικότητα και την εθνική συνείδηση που διακρίνει τον Τάσσο Παπαδόπουλο να συνεχίσει την πολιτική μιας ώριμης και αληθινής αναζήτησης λύσης που να επιτρέπει στην Κύπρο και στους Κυπρίους να αντιμετωπίζουν το μέλλον αισιόδοξα και χωρίς τον φόβο, την ανησυχία μιας επικείμενης ή επερχόμενης διάλυσης.


Σχολιάστε εδώ