«Όλα τα ίδια μένουν»

Πράγματι στην πολιτική μας ζωή υπήρξαν δύο σημαντικά γεγονότα το 2007: Οι εθνικές εκλογές και η κρίσιμη εσωκομματική αντιπαράθεση στο ΠΑΣΟΚ, που κατέληξε με την εκλογή Προέδρου.

Θα ανέμεναν όλοι να υπάρξει μια εκτίμηση της σημασίας των αναμετρήσεων αυτών αλλά και των επιπτώσεων που τις συνοδεύουν…

Όμως, από την άποψη της σημαντικότητάς τους, οι εκλογικές αυτές αναμετρήσεις είναι σαν να μην έγιναν παρά για τον τύπο… Δεν υπήρξαν παρά «ένα βότσαλο» στην τελματωμένη «πολιτική λίμνη» που ανατάραξε για λίγο τα νερά, που προκάλεσε προσωρινούς κυματισμούς, τεχνητές στην πράξη «αναταράξεις», οι οποίες οδήγησαν, μετά από ελάχιστο χρόνο, στη γνωστή αταραξία, και στην ουσία στη σήψη…

Το δικομματικό σύστημα διακυβέρνησης δεν αποδυναμώνεται στην πράξη. Όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει ενίσχυση του δικομματισμού στην πράξη. Μια ενίσχυση του εξουσιαστικού-κυβερνητικού ρόλου που συντελείται όμως μέσα σε συνθήκες πολιτικής απαξίωσης και κρίσης εμπιστοσύνης των πολιτικών φορέων και των πολιτικών προσώπων. Είναι μια θεμελιώδης, και τραγική στο περιεχόμενο της, αντίφαση που χαρακτηρίζει τα σύγχρονα δημοκρατικά – αντιπροσωπευτικά συστήματα, χωρίς να διαφαίνεται λύση.

Γι’ αυτό και η ψήφος των πολιτών γίνεται όλο και περισσότερο «εργαλειακή», δεν συνοδεύεται από προσδοκίες, ούτε εμπεδώνεται σε αρχές και οράματα. Όλο και περισσότερο προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που εφαρμόζει τη μέθοδο της «εις άτοπον απαγωγής»…

Γι’ αυτό και μέσα σ’ αυτόν τον «κλειστό κύκλο» των εξελίξεων η κυβερνητική παράταξη συνέχισε να εμφανίζει την ανικανότητά της να διαχειρισθεί τα προβλήματα (παράγοντας μάλιστα συνεχείς κρίσεις), αρκούμενη στις συνεχώς εξαγγελλόμενες (ψευδο)μεταρρυθμίσεις. Το «εκκρεμές» του ΠΑΣΟΚ, μετά από κάποιες ασυντόνιστες ταλαντεύσεις, ξαναγύρισε στη θέση της «ακινησίας», χωρίς να μπορεί ούτε να εκφράσει την κοινωνική δυναμική ούτε να διατυπώσει εναλλακτικό λόγο. Το προσεχές Συνέδριό του θα είναι κι αυτό μια τυπική- διεκπεραιωτική- διαδικασία χωρίς μια ουσιαστική προοπτική.

Όσο για το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ, τα κόμματα αυτά αρκούνται στην οριακή αύξηση της εκλογικής τους δύναμης, που άλλωστε συνιστά και τον στρατηγικό τους στόχο, χωρίς να κατανοούν ότι βρίσκονται κι αυτά στη δίνη της κρίσης και του αδιέξοδου που χαρακτηρίζει ολόκληρο το πολιτικό μας σύστημα. Η κρίση εμπιστοσύνης όμως διαπερνά και χαρακτηρίζει όχι μόνο τους πολιτικούς θεσμούς αλλά και τους οικονομικο-παραγωγικούς και τους κοινωνικούς και τους ιδεολογικού-αξιακού χαρακτήρα θεσμούς («Ελλάδα 2008», ειδ. έκδοση «Καθημερινής», Έρευνα της Public Issue).

Πράγματι, πέρα από τα κόμματα -που βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο του δείκτη εμπιστοσύνης- κρατικοί φορείς, θεσμοί του κοινωνικού κράτους (ΕΣΥ, Εκπαίδευση) χαρακτηρίζονται από κρίση αξιοπιστίας. Στο ίδιο χαμηλό επίπεδο συναντώνται οι οικονομικοί φορείς, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις, τα μονοπωλιακά συγκροτήματα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ το έσχατο επίπεδο το κατέχει το ελληνικό χρηματιστήριο…

Όπως προφητικά το διατύπωσε ο Χ. Μαρκούζε στον «μονοδιάστατο άνθρωπο» (1964) έχουν εδραιωθεί «τεράστιες πολιτικο-κρατικές και ιδιωτικο-οικονομικές γραφειοκρατικές δομές που καταπνίγουν την κοινωνική ζωή και εκτοπίζουν τα πια σημαντικά πολιτικά και ηθικά ερωτήματα». Τα πιο κρίσιμα προβλήματα για τον σύγχρονο άνθρωπο τίθενται εκτός της «ατζέντας» των συζητήσεων. «Οι άνθρωποι», συνεχίζει ο Χ. Μαρκούζε, «δεν έχουν επιλογή να σκεφθούν και να επιλέξουν τον τρόπο οργάνωσης της ζωής τους, πώς θέλουν την οικονομική ζωή και τη δημοκρατία». Άλλωστε «τα ΜΜΕ παράγουν συσκευασμένη κουλτούρα που αποβλέπει στην αύξηση της κατανάλωσης και παράγει ένα τύπο “ψευδούς συνείδησης”, η οποία οδηγεί στην αποπολιτικοποίηση και στην επικράτηση του παραγωγισμού, του τεχνοκρατισμού, της ατομικοποίησης και της ιδιώτευσης, ως κυρίαρχων αξιών».

Αυτές οι επισημάνσεις ισχύουν κατ’ εξοχήν για τις σύγχρονες κοινωνίες. Με επιπρόσθετο χαρακτηριστικό την γενικευόμενη ανασφάλεια, τις επιπτώσεις από την καταστροφή του περιβάλλοντος, την αποδυνάμωση των σταθερών πλαισίων αναφοράς (κράτος-έθνος, κοινωνικοί θεσμοί, ηθικο-λογικοί κανόνες).

Γι’ αυτό και η αξιολόγηση της ιστορικής διαδρομής της μεταπολιτευτικής περιόδου, από το 1974 μέχρι τις ημέρες μας, ανατρέχει σε εποχές ασφάλειας, κοινωνικής σταθερότητας, γενναίων μεταρρυθμιστικών αλλαγών που διαμόρφωσαν (μετά από πολλές δεκαετίες) τα σταθερά ερείσματα του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου, που δοκιμάζονται δυστυχώς σήμερα (εφ. «Καθημερινή», 30/12/2007, έρευνα της Public Issue).

Δεν είναι συνεπώς περίεργο που ως σημαντικότερη δεκαετία χαρακτηρίζεται εκείνη του 1980, πλέον κρίσιμες για την πορεία της χώρας εκλογές εκείνες του 1981, ενώ αξιολογείται ως ο καλύτερος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης ο Ανδρέας Παπανδρέου, μακράν των άλλων… Γιατί, χωρίς να επιδιώκει κάποιος να εξιδανικεύσει τα πράγματα, η περίοδος αυτή -παρά τα λάθη, τις αντιφάσεις, τα πισωγυρίσματα- υπήρξε περίοδος ανάτασης, ασφάλειας για τους πολίτες, περίοδος σημαντικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων…

Όσα δηλαδή απουσιάζουν από τις κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας και διαμορφώνουν τις συνθήκες της σύγχρονης πολύπλευρης κρίσης…

Η μόνη ουσιαστική ευχή είναι να κατανοήσουμε όλοι το βάθος της κρίσης, τη δυσχέρεια αντιμετώπισης των σύγχρονων προβλημάτων και να αναπτύξουμε όχι μόνο μια άλλη «μορφή συνείδησης» αλλά και ατομικές και συλλογικές πρακτικές ικανές να αντισταθούν και να ανατρέψουν τις δυνάμεις που καθηλώνουν τον σύγχρονο άνθρωπο, τον σύγχρονο κόσμο.


Σχολιάστε εδώ