Προβληματικές προβλέπονται οι οικονομικές εξελίξεις το 2008
Τα εθνικά μας θέματα και κυρίως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η κατάσταση στα βαλκανικά προβλήματα (Σκόπια, Κόσοβο) έχουν πάρει στραβό δρόμο για τη χώρα μας, χάρη στην ανερμάτιστη εξωτερική μας πολιτική, που αντί για σοβαρότητα διαθέτει μόνον επικοινωνιακά χαμόγελα και με ανέμελη συμπεριφορά προσπαθεί να οικοδομήσει στην άμμο «μέτρα εμπιστοσύνης» με την Τουρκία! Θα μπορέσει να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, χωρίς να «καούν» τα εθνικά μας θέματα; Το ευχόμαστε. Το υπουργείο Απασχόλησης έχει το πολύ δύσκολο πρόβλημα της «μεταρρύθμισης» (απορρύθμισης) του ασφαλιστικού, με τις εντάσεις και τις αντιπαραθέσεις που έχει δημιουργήσει. Το υπουργείο Υγείας αντιμετωπίζει το αξεπέραστο πρόβλημα με τα χρέη των κρατικών νοσοκομείων, που φτάνουν τα 3 δισ. ευρώ και κάθε λίγο κορυφώνονται. Ο πληθωρισμός και η ακρίβεια είναι οι πονοκέφαλοι του υπουργείου Ανάπτυξης, η πώληση των λιμένων του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, ο νέος εκλογικός, αντιδημοκρατικός νόμος του υπουργείου Εσωτερικών και η τύχη των υπερχρεωμένων ΟΣΕ και ΟΑ του υπουργείου Μεταφορών. Αυτή η κυβέρνηση άνοιξε πολλά μέτωπα στη βιασύνη της για μεταρρυθμίσεις.
Αφήνοντας κατά μέρος όλα τα άλλα προβλήματα, ας έρθουμε να δούμε πώς διαγράφονται οι προοπτικές στον οικονομικό τομέα για το 2008. Κατ’ αρχάς έχουμε τη γνώμη ότι η δυσμενής διεθνής οικονομική συγκυρία θα επηρεάσει ανάλογα και τις εξελίξεις στην οικονομία μας. Ο κ. Αλογοσκούφης προβλέπει στην εισηγητική του έκθεση επί του προϋπολογισμού αύξηση του ΑΕΠ και για το 2008 στο 4% και του πληθωρισμού στο 2,8%. Και με τις παραδοχές αυτές καταρτίστηκε ο ψηφισθείς προ ημερών από τη Βουλή προϋπολογισμός του 2008. Θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος αν ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ φτάσει το 3,6% και ο πληθωρισμός συγκρατηθεί στο 3,2% μόνον (όσο κι αν προσπαθήσει η ΕΣΥΕ να τον κοντύνει).
Τα μεγάλα στοιχήματα για τη διαμόρφωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ στο προϋπολογιζόμενο 4% θα είναι:
α)Η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί το 2008 με ρυθμό 3,5% (το 2007 έκλεισε με αύξηση 3,2%), όταν και τα εισοδήματα δεν βελτιώνονται και ο τραπεζικός δανεισμός των νοικοκυριών θα συρρικνωθεί; Πού βασίζει την πρόβλεψή του ο κ. υπουργός Οικονομίας για αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 3,5% κάτω από τη σημερινή συγκυρία, τη διεθνή και την εσωτερική; Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε!
β)Οι επενδύσεις, βασική συνιστώσα στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, υπολογίζει ο κ. Αλογοσκούφης ότι το 2008 θα παρουσιάσουν αύξηση 10,5% έναντι αύξησης 8,9% κατά το 2007. Και αυτή η πρόβλεψη είναι έντονα προβληματική, καθώς η επενδυτική δραστηριότητα του ελληνικού κεφαλαίου είναι έντονα εξωστρεφής. Τραπεζικά και επιχειρηματικά κεφάλαια προτιμούν τις επενδύσεις στο εξωτερικό και ειδικά στις βαλκανικές χώρες. Και
γ)ο άλλος βασικός παράγων της διαμόρφωσης του ΑΕΠ, οι εξαγωγές, ομολογείται από τον υπουργό Οικονομίας ότι το 2008 θα παρουσιάσουν μειωμένο ρυθμό αύξησης. Το 2007 παρουσίασαν αύξηση 8%, ενώ για το 2008 το υπουργείο Οικονομίας εκτιμά ότι η αύξηση θα περιοριστεί στο 7,3%, καθώς τα εξαγώγιμα ελληνικά προϊόντα, με χαμηλή ενσωματωμένη τεχνολογία και προστιθέμενη αξία, αντιμετωπίζουν στις διεθνείς αγορές τον οξύτατο ανταγωνισμό των ομοειδών προϊόντων των αναπτυσσόμενων ασιατικών κρατών και πιέζονται ισχυρά με μείωση του μεριδίου αγοράς. Οι ελληνικές εξαγωγές είναι φτωχές σε σύγκριση με το ΑΕΠ. Η Ελλάδα εξάγει προϊόντα τρεις φορές λιγότερα από αυτά της Πορτογαλίας και δέκα φορές από αυτά της Ιρλανδίας! Και τούτο γιατί οι ξένες επενδύσεις στη χώρα μας δεν στρέφονται στον βιομηχανικό τομέα, αλλά στο εμπόριο, στις υπηρεσίες και στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι ξένοι αγοράζουν έτοιμες εν λειτουργία επιχειρήσεις του τριτογενούς τομέα (τράπεζες) ή μετοχές και άλλους πιστωτικούς τίτλους. Έτσι, ο παραγωγικός ιστός της χώρας μας τροφοδοτείται δυσανάλογα, με αποτέλεσμα τη μείωση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων μας και τον περιορισμό των εξαγωγών. Με τα δεδομένα αυτά είναι εξαιρετικά απίθανο η αύξηση του ΑΕΠ να φτάσει το 2008 στο προσδοκώμενο από το υπουργείο Οικονομίας 4%.
Ανεργία: Με ποσοστό ανεργίας 8,3%, η Ελλάδα είναι η δεύτερη σε ανεργία χώρα της Ευρωζώνης. Η κυβέρνηση με υπερηφάνεια μας λέει ότι κάθε χρόνο μειώνει την ανεργία κατά μία εκατοστιαία μονάδα (2005: 10,4, 2006: 9,3, 2007: 8,3 και 2008: 7,4). Η εξέλιξη της απασχόλησης και οι ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων και του ΑΕΠ δεν δικαιολογούν μείωση της ανεργίας, δηλαδή οι ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία και του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2004-2007 δεν είναι καλύτεροι από αυτούς της περιόδου 2000-2003. Για τη «φαινομενική» μείωση της ανεργίας έχουν στηθεί αρκετοί εκσυγχρονισμένοι μηχανισμοί, που τα παλιά χρόνια δεν υπήρχαν. Έχουμε μηχανισμούς εύκαμπτης και πρόσκαιρης απασχόλησης, που δεν αποτελούν μόνιμες λύσεις στο μεγάλο, κοινωνικού ενδιαφέροντος θέμα της ανεργίας. Οι προσωρινές θέσεις εργασίας κυρίως στον δημόσιο τομέα, με πρόσληψη συμβασιούχων για μικρό χρονικό διάστημα (κάλυψη ευκαιριακών και πρόσκαιρων αναγκών), η εκτεταμένη χρήση της μερικής (για ορισμένες ώρες) απασχόλησης στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και τα διάφορα επιδοτούμενα από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους προγράμματα εκπαίδευσης μειώνουν για ελάχιστο χρονικό διάστημα τον αριθμό των ανέργων, αλλά δεν αποτελούν μόνιμη λύση του προβλήματος. Για παράδειγμα, σημειώνουμε ότι τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρόγραμμα για πρόσληψη 150.000 ανέργων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με διετείς συμβάσεις. Όσοι τυχεροί προσληφθούν θα δουλέψουν δύο χρόνια, θα παρουσιαστεί μείωση της ανεργίας, και μετά τη λήξη της διετίας, πάλι στην ανεργία. Η μείωσης της ανεργίας είναι πραγματική μόνο με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μόνιμης απασχόλησης: Και εδώ ακριβώς είναι που χωλαίνει ο δημόσιος και κυρίως ο ιδιωτικός τομέας. Στο πρόβλημα του περιορισμού της ανεργίας πρωτεύοντα ρόλο παίζουν οι επενδύσεις. Όσο οι ξένοι επενδυτές δεν επενδύουν στην πραγματική οικονομία και οι Έλληνες στρέφουν το επενδυτικό τους ενδιαφέρον σε δραστηριότητες εκτός Ελλάδας, το πρόβλημα θα γίνεται οξύτερο. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην επίλυσή του. Τα μέχρι τώρα εφαρμοσθέντα κίνητρα προσέλκυσης επενδύσεων δεν έχουν αποδώσει και γι’ αυτό φταίνε και τα κυβερνητικά προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων των ΔΕΚΟ, που προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον. Οι επενδυτές προτιμούν να επενδύουν σε οργανωμένες και λειτουργούσες επιχειρήσεις και δεν ρισκάρουν στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων με αβέβαιο μέλλον. Η αποκρατικοποίηση όμως μιας κρατικής τράπεζας ή μιας μεγάλης κρατικής επιχείρησης ή οργανισμού δεν αποτελεί νέα επένδυση, αλλά απλώς επέρχεται μερική ή ολική αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Και πολλές φορές οδηγεί στην κατάργηση θέσεων μόνιμης απασχόλησης (π.χ. περίπτωση ΟΤΕ) με το πρόσχημα του τάχα εκσυγχρονισμού της τέως δημόσιας επιχείρησης. Και συνεπώς δημιουργεί αύξηση της ανεργίας. Άραγε τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων του νεο-ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έχουν καταφέρει να υπολογίσουν σωστά ολόκληρο το μέγεθος της ζημιάς από τις αποκρατικοποιήσεις; Ψίχουλα εισπράττει το δημόσιο για να βουλώσει τις τρύπες του κρατικού προϋπολογισμού και διαλύει το κοινωνικό κεφάλαιο, στερείται των μετοχικών μερισμάτων, παραδίδει τους καταναλωτές στις αδηφάγους ορέξεις του ιδιωτικού κεφαλαίου (π.χ. περίπτωση αύξησης των τιμολογίων της ΔΕΗ) και επιδεινώνει την ανεργία. Και επιπλέον μας κοροϊδεύουν ότι τάχα ωφελούνται οι… φορολογούμενοι, όπως ισχυρίζεται τώρα ο σφόδρα νεοφιλελεύθερος ευρωπαϊστής υπουργός Μεταφορών για τη διάλυση της Ολυμπιακής και τα «κέρδη» που προκύπτουν από το κλείσιμό της!
Εμπορικό ισοζύγιο: Η αποσάθρωση της παραγωγικής μας μηχανής εύγλωττα απεικονίζεται και στις εξελίξεις του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας μας. Εκεί διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια προϊούσα εξασθένηση του παραγωγικού ιστού της χώρας μας, ως αποτέλεσμα του φαινομένου του στασιμοπληθωρισμού, που πλήττει την οικονομία μας, και της υποχώρησης της ανταγωνιστικότητας. Υποχώρηση των εξαγωγών και μεγιστοποίηση των εισαγωγών δημιουργούν τεράστιο πρόβλημα εμπορικού ελλείμματος. Το πρόβλημα παρουσιάζει ανησυχητική επιδείνωση από το 2000 και μετά. Από την επεξεργασία των εισηγητικών εκθέσεων των υπουργών Οικονομικών επί του κρατικού προϋπολογισμού των ετών 1995 μέχρι σήμερα προκύπτουν τα παρακάτω:
α) Για την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου των ετών 1993 και 1994 το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου έφτασε στα 7.914 και 8.832 εκατ. δολάρια αντίστοιχα. Την εποχή εκείνη οι εξαγωγές μας κάλυπταν το 30% των εισαγωγών. Έτσι ομαλά συνεχίστηκε η εξέλιξη του ελλείμματος, με «ελεγχόμενες» αυξήσεις μέχρι το 1999.
β) Κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου των ετών 2000, 2001 και 2003 έχουμε μια σταθεροποίηση του ελλείμματος λίγο πάνω από τα 14.000 εκατ. ευρώ, με τις εξαγωγές μας να καλύπτουν και πάλι το 30% των εισαγωγών. Περίοδος σταθερότητας του εμπορικού ελλείμματος, χωρίς οι εξαγωγές να παρουσιάσουν ουσιώδη βελτίωση. Απλώς έχουμε κάποια συγκράτηση των εισαγωγών.
γ) Την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου των ετών 2004 μέχρι και 2007 οι εισαγωγές αυξάνονται αλματωδώς και δυσανάλογα με την αύξηση των εξαγωγών. Ενώ το 2004 οι εισαγωγές Ιανουαρίου – Αυγούστου ήταν 24.621 εκατ. ευρώ, το 2007, την ίδια περίοδο, έφτασαν στα 37.617 εκατ. ευρώ. Μέσα σε τέσσερα χρόνια έχουμε αύξηση εισαγωγών κατά 53% ή κατά ετήσιο μέσο όρο 14,3%! Οι εξαγωγές καλύπτουν κάτι λιγότερο από το 30% των εισαγωγών. Περίοδος στασιμότητας των εξαγωγών. Το άλμα των εισαγωγών που σημειώθηκε το 2006 κυρίως οφείλεται και στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών μας υπολείπεται κατά πολύ του ρυθμού αύξησης των εισαγωγών, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο, για να πετύχουμε βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου. Το 2007 (Ιαν. – Αύγ.) οι εισαγωγές έφτασαν στα 37.617 εκατ. ευρώ. Ρεκόρ! Σήμερα παρουσιάσαμε τις εξελίξεις στους τομείς εκείνους που ενδιαφέρουν άμεσα τους εργαζομένους. Για το δημοσιονομικό χάος μιλήσαμε πρόσφατα, κρίνοντας τον προϋπολογισμό ’08. Δύσκολη χρονιά η φετινή.