Μεγάλα βάρη για έναν άνθρωπο με πάθη
Ασφαλώς, κανείς δεν προγραμματίζει και δεν ευθύνεται για τα ανθρώπινα πάθη άλλων (ούτε καν για τα δικά του), αλλά όποιος κυβερνά πρέπει να λειτουργεί με δικλίδες ασφαλείας, μια και η ζωή είναι γεμάτη απρόοπτα.
Αυτό σημαίνει πως όσο κι αν εμπιστεύεται ο -κάθε- πρωθυπουργός ένα πρόσωπο δεν πρέπει να το γεμίζει με εξουσίες που δεν συνάδουν με το αξίωμα το οποίο του αναθέτει. Διότι, αν το κάνει, σημαίνει ότι μειώνει εξ ορισμού τον ρόλο του πολιτικού του προϊσταμένου (του υπουργού ή υφυπουργού Πολιτισμού στη συγκεκριμένη περίπτωση) και πως του αναθέτει ρόλο πρωθυπουργικού εκπροσώπου. Στη συνέχεια, ό,τι κι αν κάνει ο επιλεγείς αποδίδεται ευθέως σε πρωθυπουργικές επιθυμίες κι αν αυτά που θα κάνει περιλαμβάνουν δράσεις ποικίλων συμφερόντων (από χειρισμούς κοινοτικών χρηματοδοτήσεων μέχρι μονιμοποιήσεις συμβασιούχων υπαλλήλων, διορισμούς και αποχαρακτηρισμούς κτιρίων) τόσο το χειρότερο για εκείνον που τον διάλεξε και τον τοποθέτησε.
Για να είμαστε ειλικρινείς, το πρόβλημα υπάρχει από τη στιγμή που γίνεται γνωστό, όχι πριν. Όπως έχει πει επιτυχημένα ο άλλοτε εθνικός προπονητής στους δρόμους ταχύτητας Χρήστος Τζέκος, «ντοπαρισμένος είναι όποιος πιάνεται». Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει ντόπινγκ; Όχι βέβαια. Αλλά το θέμα γεννιέται από την ώρα που αποκαλύπτεται, μέχρι τότε είναι απλή σκέψη ή υπόνοια. Και το θέμα αποκτά ενδιαφέρον και έκταση όχι επειδή ένας κρατικός λειτουργός έκανε (αν έκανε) μια υπέρβαση καθήκοντος ή μια ατασθαλία, αλλά επειδή κανείς δεν θα πιστεύει ότι τέτοιας ταυτότητας λειτουργός θα έκανε κάτι για τον εαυτό του κι όχι για εκείνον που τον επέλεξε. Ή ότι θα έκανε κάτι χωρίς να το γνωρίζει εκείνος που τον επέλεξε. Ο Χρ. Ζαχόπουλος δεν είναι στέλεχος πολιτικής καριέρας, είναι στενός φίλος του πρωθυπουργικού ζεύγους με πρώτιστο μέλημα να βγάζει ασπροπρόσωπους εκείνους που τον διάλεξαν. Αν αποδειχθεί ότι δεν το έκανε, είναι πιθανό να προσπαθήσει (στον βαθμό που βγει νικητής από τη βαριά περιπέτεια της ζωής και του θανάτου) να πείσει πως κανείς από εκείνους που τον διάλεξαν δεν είχε ιδέα και δρούσε μόνος. Κανείς όμως δεν θα πεισθεί, παρά την ηρωική προσπάθεια που θα κάνει, αν την κάνει. Η απόπειρα αυτοκτονίας δείχνει άνθρωπο με αίσθηση ευθύνης και αφού αυτός ο άνθρωπος έκανε το μεγαλύτερο δεν θα διστάσει -αν τα καταφέρει στη μάχη που δίνει- να κάνει το μικρότερο: Να μη μιλήσει. Ή αυτά που θα πει να απεμπλέκουν τον πρωθυπουργό από οποιαδήποτε ευθύνη. Ασχέτως αν θα γίνει πιστευτός ή όχι.
Το μείζον ενδιαφέρον της υπόθεσης (πρέπει να) είναι πολιτικό και όχι προσωπικό. Προσωπικά πάθη έχουμε όλοι και σε αυτά άλλοι ενδίδουν περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αποτελούν είδηση και αξιολόγηση της πορείας και των επιλογών του καθενός, ούτε φυσικά να χρησιμεύουν ως ερμηνεία των πράξεων και των επιλογών του κρατικού λειτουργού.
Σε ό,τι αφορά τον Κ. Καραμανλή υπάρχουν δύο καταρχήν συμπεράσματα που ίσως πρέπει να απασχολήσουν και τον ίδιο. Το πρώτο έχει να κάνει με την ανάγκη μεγαλύτερης ενασχόλησης με την κυβέρνηση και το έργο της. Να μην επεμβαίνει δηλαδή πυροσβεστικά ή ως ομπρέλα όταν μια «καταστροφή» έχει ήδη συμβεί και θέλει (πρέπει) να μειώσει το πολιτικό και κοινωνικό της κόστος.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την ανάθεση ρόλου που κάποιος μπορεί να σηκώσει. Σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να αναθέτει μεγαλύτερο βάρος από εκείνο που κάποιος μπορεί (και πρέπει) να σηκώσει, διότι αν το κάνει θα βρεθεί αργά ή γρήγορα μπροστά σε συνήθως άσχημη έκπληξη. Και αν ισχύει αυτό που λέγεται και γράφεται, ότι είναι θαυμαστής του Ανδρέα Παπανδρέου, ας πάρει πολύ σοβαρά υπόψη του αυτήν την αρχή μια και ο ίδιος και την εφάρμοζε και τη συμβούλευε: «Ποτέ μη ζητάς περισσότερα από όσα κάποιος μπορεί να σου δώσει. Αλλιώς, του κάνεις κακό, ενώ χάνεις και αυτά που μπορείς να πάρεις από τον ίδιο», έλεγε και έπραττε.
Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα και η ευχή δεν θα μπορούσε να είναι άλλη, όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, τελευταία Κυριακή του χρόνου, εκτός από Καλή Χρονιά!