Εξουσία – σεξ – οικονομικά σκάνδαλα

Η απόπειρα της αυτοκτονίας του Χρ. Ζαχόπουλου κυριαρχεί τις ημέρες αυτές ως γεγονός που περικλείει το «τρίπτυχο» μιας κατ’ εξοχήν ενδιαφέρουσας είδησης, δηλαδή τη σχέση «Σεξ – εξουσίας – οικονομικού σκανδάλου», θέτει εκ νέου σε συζήτηση καίρια ερωτήματα που αφορούν όχι μόνο τον τρόπο άσκησης της εξουσίας, αλλά και το σύστημα των ηθικών ορίων και των αξιών της εποχής μας.
– Ποια είναι η σχέση μεταξύ της άσκησης δημόσιας εξουσίας από ένα κυβερνητικό – κρατικό «πρόσωπο» και της ιδιωτικής – προσωπικής του δραστηριότητας; Μπορεί ένας πολιτικός, ένα κυβερνητικό στέλεχος, να «στεγανοποιήσει» αυτούς τους δύο «χώρους» ή αναπόφευκτα οι αποφάσεις του επηρεάζονται -και σε ποιο βαθμό άραγε- από ατομικές ιδιαιτερότητες και ιδιωτικές επιρροές;
– Κατά δεύτερον, οι σύγχρονες κοινωνίες θέλουν τους πολιτικούς τους, και γενικότερα τα δημόσια πρόσωπα, με τη στάση τους και τη ζωή τους να αποτελούν υποδείγματα ήθους και εντιμότητας ή μήπως αρκούνται σε πολιτικά πρόσωπα που κρίνονται ως ικανά για την ορθολογική – αποτελεσματική διαχείριση των προβλημάτων και των κρατικών υποθέσεων χωρίς να αξιολογούνται για τον όποιο ιδιωτικό τους βίο;
Εάν οι ερωτήσεις αυτές ετίθεντο λίγες δεκαετίες πριν, ίσως οι απαντήσεις θα προέκυπταν ευκολότερα, αφού το σύστημα των αξιών -πολιτικών και κοινωνικών- επέτρεπε σαφείς διακρίσεις.
Όμως σήμερα η εξουσία έχει προσλάβει μια πολυσύνθετη, πολυπρόσωπη και ολοκληρωτική μορφή. Το σημερινό σύστημα προεγγράφει εγγενώς την οικονομική διαπλοκή στο πεδίο άσκησης της πολιτικής εξουσίας και της λήψης των αποφάσεων. Για να αναπαραχθεί το οικονομικό σύστημα απαιτεί τη «μίζα», τη συναλλαγή, τις σχέσεις εξάρτησης μεταξύ οικονομικών και πολιτικών κέντρων, με σφραγίδα «επισημοποίησης», μάλιστα, τα ΜΜΕ.
Ο πολιτικός όμως, το κυβερνητικό στέλεχος που απολαμβάνει την «ηδονή της εξουσίας» και έχει διασφαλίσει την οικονομική υποστήριξη, έχει όλα τα «εχέγγυα» να διεκδικήσει την ερωτική σχέση, ως επιβολή, ως «δικαίωμα» που απορρέει από την προσωπική του εξουσία, ως μια συμπληρωματική «πτυχή» της εξουσίας αυτής.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει γνήσια ερωτική σχέση. Ο «έρωτας» και το σεξ λειτουργούν ως πρόσχημα, ως μεσολάβηση προκειμένου να πραγματοποιήσει η κάθε πλευρά τον στόχο της. Ο πολιτικός να ικανοποιήσει το προσωπικό του εγώ και η άλλη πλευρά να προωθήσει τις φιλοδοξίες της, να εισέλθει στον «κόσμο» της εξουσίας, να διεκδικήσει οφέλη… Όταν όμως η «ερωτική σχέση» παίζει τον ρόλο ενός μέσου, εμπορευματοποιείται και η ίδια, τότε η σχέση «ισχυρού» – «αδύναμου» μπορεί σε κάθε στιγμή να αλλάζει και να οδηγήσει σε ακραίες καταστάσεις, σε τραγικά περιστατικά, όπως εκείνο του διοικητή του ΙΚΑ και το σημερινό του Χρ. Ζαχόπουλου.
Κάποιοι προσδίδουν στην υπόθεση Ζαχόπουλου τον χαρακτήρα μιας, «ταξικής μορφής», σύγκρουσης μεταξύ του αδυσώπητου «πολιτικού εξουσιαστή» και της αδύναμης «επί συμβάσει» υπαλλήλου. Κάποιοι άλλοι, προσδοκώντας σε πολιτικά κέρδη, αφαιρούν το στοιχείο της προσωπικής σχέσης και παραπέμπουν ευθέως σε πολιτικά – οικονομικά σκάνδαλα.
Ασφαλώς, οι ανακριτικές διαδικασίες θα δώσουν περισσότερα -και εναργέστερα- στοιχεία από αυτά που διατίθενται σήμερα, όμως τέτοιου είδους μονομερείς προσεγγίσεις δεν μπορούν να συλλάβουν όχι μόνο τη συνθετότητα του τρόπου άσκησης της σύγχρονης εξουσίας, αλλά και την αλλαγή του συστήματος των αξιών που επιβάλλει ο, ιδιωτικοποιούμενος σήμερα, τρόπος ζωής και οι σχέσεις που συνάπτονται μεταξύ των ανθρώπων.
Μήπως ο κ. Σαρκοζί δεν «χρησιμοποιεί» τη νέα «εκλεκτή» του στις δημόσιες εμφανίσεις του προκειμένου να τονίσει την «προσωπικότητά του» και να προσελκύσει αντισυμβατικούς ψηφοφόρους;
Αν και στις ημέρες μας η σχέση «εξουσίας – πλουτισμού και σεξ» έχει αποκτήσει έναν οργανικό/καθολικότερο χαρακτήρα, εν τούτοις συνοδεύει τους ηγέτες, τις μεγάλες προσωπικότητες της ιστορίας από τους αρχαίους χρόνους.
Ασφαλώς, τα ιστορικά πρόσωπα, οι μεγάλες φυσιογνωμίες, κρίνονται για το έργο τους, για τη συμβολή τους στην πρόοδο της ιστορικής κοινωνίας που έζησαν κι όχι για τα πάθη και τις αδυναμίες τους, που δυστυχώς πολλές φορές επηρέασαν κάποιες επιλογές τους.
Όμως, πολλές φορές οι βιογράφοι τους επέμειναν στις αδυναμίες αυτές και αποδυνάμωσαν την ιστορική τους παρουσία και το έργο τους. από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου μέχρι τις ημέρες μας. Τέτοιου είδους βιογράφους ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος G. Hegel τους αποκαλεί «θαλαμηπόλους» και τονίζει ότι οι άνθρωποι αυτοί «υποτίμησαν τους ηγέτες, τονίζοντας τις αδυναμίες τους, όχι γιατί οι ηγέτες αυτοί ήταν ανάξιοι ή μικρόψυχοι, αλλά γιατί αυτοί οι ίδιοι οι βιογράφοι ήταν απλώς ʽʽθαλαμηπόλοιʼʼ»…
Η σύγχρονη ιστορία βέβαια δεν έχει να επιδείξει παρά ελάχιστες σημαντικές προσωπικότητες.
Γι’ αυτό και οι πολιτικοί – εξουσιαστικοί «παράγοντες» της εποχής μας δεν έχουν να προβάλλουν ούτε το «χάρισμα» ούτε τις πολιτικές τους ικανότητες. Δυστυχώς, είναι οι ανεπάρκειες και οι αδυναμίες που τους χαρακτηρίζουν όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Γι’ αυτό και η «υπόθεση» του Χρ. Ζαχόπουλου, με όλη την τραγική πτυχή που τη χαρακτηρίζει, δεν είναι παρά μια συνήθης περίπτωση που ήρθε στο φως, ενώ οι περισσότερες καλύπτονται από τα αλληλοσυνδεόμενα «πλέγματα» συμβιβασμών, συναλλαγών και συνενοχής. Γιατί σήμερα οι όποιες «ισορροπίες», κοινωνικές και πολιτικές, επιτυγχάνονται σε όλο και χαμηλότερο επίπεδο…


Σχολιάστε εδώ