Ο χρόνος παραμένει το κριτήριο των πράξεών του

Εκφραστής της θεωρίας του «Κοινωνικού Συμβολαίου», ως προς την προέλευση και τη λειτουργία του Δικαίου, ο Σωτήρης Χατζηγάκης, όχι μόνο διαφορίζεται από τον συντηρητικό χώρο, στον οποίο είναι πολιτικώς ενταγμένος και δρα ως υπουργός Δικαιοσύνης, αλλά πλέει πλησίστιος προς τις αρχές του ελληνικού διαφωτισμού και τις δικαιακές παραδόσεις του σύγχρονου ελληνικού κράτους, όπως αυτές διαπλάσθηκαν από τον δημιουργό της Νέας Ελλάδας, Ελευθέριο Βενιζέλο.

Άλλωστε οι προγονικές πολιτικές παρακαταθήκες του νυν υπουργού της Δικαιοσύνης στη σκέψη και τις διδαχές του Μεγάλου Κρητός έχουν την αφετηρία τους!

Ο Σωτήρης Χατζηγάκης, φύσει μεν ανήκει στα νεώτερα «πολιτικά τζάκια», αλλά θέσει στο ιδεολογικά πλαίσιο το οποίο ικανοποιείται με την ερμηνεία ότι το Δίκαιο εκφράζει την καθολική κοινωνική θέληση, δηλαδή είναι ένα είδος σύμβασης ανάμεσα σ’ όλα τα μέλη της κοινωνίας ή ανάμεσα στον λαό και την εξουσία.

Ακριβώς αυτή η θεμελιώδης αρχή, έφερε τον Σωτήρη Χατζηγάκη, τόσο στο απώτερο παρελθόν όσο και στο εγγύτερο, σε σύγκρουση με τον πολιτικό χώρο στον οποίο ενεργοποιείται, αν και ο ίδιος θέλει να πιστεύει ότι δεν εντάσσεται στον αφορισμό του Πρεσβύτερου Κ. Καραμανλή («…θ’ αποτύχεις! Είσαι σε λάθος τόπο, σε λάθος χρόνο, σε λάθος κόμμα»).

Στην ολιγόμηνη παρουσία του στο υπουργείο Δικαιοσύνης έχει επιδείξει έργο το οποίο αποκλίνει προς το Σκανδιναβικό Μοντέλο, της νομικής θωράκισης του αδυνάτου, και με ειδικό βάρος την προστασία της παιδικής ηλικίας.

Στις χώρες των Σκανδιναβών, ως γνωστόν, ο βαθμός προστασίας του αδυνάτου καθορίζει και τον βαθμό της προοδευτικότητας ή μη ενός κράτους.

Βεβαίως, ως υπουργός Δικαιοσύνης μας κυβέρνησης και ενός κόμματος, της «Νέας Δημοκρατίας», στην πολιτική της οποίας ουχί σπανίως επικυριαρχεί ο Νεοσυντηρητισμός και η υφέρπουσα ταξική αντίληψη των καταστάσεων, είναι δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να θέσει τη σφραγίδα του «κοινωνικού Συμβολαίου στα ψηφιζόμενα από την πλειοψηφία της Βουλής νομοθετήματα.

Οι νομοδιδάσκαλοι, του χθες και του σήμερα, διδάσκουν ότι το Δίκαιο στις περιπτώσεις αυτές αποτελεί μια νομική κατοχύρωση των αξιώσεων της πολιτικά και οικονομικά κυρίαρχης κοινωνικής τάξης. Δηλαδή το Δίκαιο καθορίζει η τάξη που προηγουμένως έχει επιβάλει την οικονομική και πολιτική κυριαρχία της και αποβλέπει σ’ αυτό στην κατοχύρωση των πλεονεκτημάτων της, στο εξωραϊσμό ή την εξιδανίκευση και στη διαιώνιση της κυριαρχία της.

Ο Σ. Χατζηγάκης αντιμετωπίζει την πρόκληση, ως ο επόπτης των λειτουργιών της Δικαιοσύνης, να συμβάλει ώστε να επανακάμψει στον πολίτη η ιδέα και η αντίληψη πως «υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο», που εγγυώνται την τυφλή εφαρμογή της νομιμότητας! Ότι ο πολίτης δεν είναι έρμαιο της διαπλοκής και της πρόσβασης στους προθαλάμους της εξουσίας. Ότι για τον δικαστή, δεν υπάρχουν «ημέτεροι» και μη. Και το κυριότερο: Να εξαφανισθεί το πλεονάζον είδος του έρπητα που επιδιώκει να εισορμήσει στο ους του δικαστή και να υπαγορεύσει τα «καθ’ ημάς αρεστά»!

Η οικογενειακή παράδοση και η νομική κατάρτιση του νυν υπουργού Δικαιοσύνης άγει προς θετικές κατευθύνσεις… Πάντως, ο χρόνος και στην περίπτωσή του παραμένει το κριτήριο των πράξεών του…

Η διαχείριση της εξουσίας, και δη στον τομέα της εποπτείας της Δικαιοσύνης, είναι μια λεπτή, με πολλές αποχρώσεις, πολιτική ενέργεια. Βασανίζει τους απανταχού υπουργούς Δικαιοσύνης, ομού με τον Μοντεσκιέ από τις αρχές του 18ου αιώνα.

l « Το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος που έχει εξουσία ρέπει προς την κατάχρησή της είναι μια αιώνια εμπειρία. Ο άνθρωπος πηγαίνει μέχρι εκεί όπου θα βρει κάποια όρια. Ποιος θα το έλεγε! Ακόμη και η αρετή έχει ανάγκη από κάποια όρια. Για να μην έχει κανείς τη δυνατότητα να κάνει κατάχρηση της εξουσίας είναι ανάγκη η εξουσία να σταματήσει την εξουσία μέσω μιας διευθέτησης των πραγμάτων…».

Και αυτό μεν ως προς το «Πνεύμα των Νόμων», αλλά ο Σ. Χατζηγάκης, ως υπουργός Δικαιοσύνης, ήδη έχει κληθεί να δώσει απάντηση στο δίλημμα: Κράτος εξ ορισμού καταναγκαστικό, αλλά και προέχουσα η αξία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, των προσωπικών δεδομένων, πέραν και άνω του «Μεγάλου Αδελφού», που επιδιώκει να τυλίξει στα δίχτυα του το «είναι και το μη είναι της πράξης του ατόμου».

Το δίλημμα αυτό, αναμφιβόλως, στα ώτα του νομομαθούς Σ. Χατζηγάκη ηχεί σε υπόκρουση με τις διδαχές των φιλοσόφων του Δικαίου.

l «Ο έσχατος σκοπός του κράτους δεν είναι η επικράτηση. Ο σκοπός του δεν είναι να συγκρατεί τον άνθρωπο με τον φόβο… αλλά αντίθετα να απαλλάξει το άτομο από τον φόβο, για να ζήσει όσο το δυνατόν ασφαλές, δηλαδή να διατηρήσει, όσο καλύτερα μπορεί, το φυσικό του δικαίωμα να υπάρχει και να ενεργεί πέραν του φόβου…».


Σχολιάστε εδώ