Δεν γίνονται έλεγχοι χωρίς ισολογισμούς!
Έτσι, η πρόσφατη ανακοίνωση ότι οι δαπάνες των νοσοκομείων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπου, όπως τονίζεται, η κατασπατάληση δημόσιου χρήματος λαμβάνει, επί σειράν ετών, ανεξέλεγκτες διαστάσεις, τίθενται σε προτεραιότητα στο στόχαστρο της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (πρώην ΣΔΟΕ), αποτελεί μάλλον λοιδορία και εμπαιγμό των φορολογουμένων και των ασφαλισμένων. Γιατί, υποτίθεται ότι για να γίνει έλεγχος πρέπει να υπάρχουν στοιχεία, να υπάρχουν παραστατικά, να υπάρχουν προϋπολογισμοί, να υπάρχουν ισολογισμοί, να υπάρχουν απολογισμοί. Κι όλα αυτά γίνονται παρά τις ρητές διατάξεις ενός σημαντικού νόμου που ψηφίστηκε το 1997 (ο Νόμος 2469/97), με τον οποίο δημιουργήθηκε, πραγματικά, ένα σοβαρό πλαίσιο εξορθολογισμού και ελέγχου των δημόσιων δαπανών και ιδιαίτερα των δαπανών των πολυπληθών δημόσιων φορέων, οι οποίοι χρηματοδοτούνται μεν από τον κρατικό προϋπολογισμό, από τους φορολογουμένους και τους ασφαλισμένους, δεν ήταν όμως υποχρεωμένοι να ακολουθούν το Δημόσιο Λογιστικό! Ακολούθησε ο Νόμος 3429/ 2005, που ενίσχυσε τις ελπίδες ότι κάτι, επιτέλους, θα γίνει στον τομέα ελέγχου των δημόσιων δαπανών των πολυπληθών αυτών σπάταλων φορέων, αλλά ματαίως! Εξακολουθούν όλοι ή οι περισσότεροι να μην καταρτίζουν ισολογισμούς και απολογισμούς!
Οι επιπτώσεις από τις σοβαρές αυτές παραλείψεις και μάλιστα από την παράλειψη εφαρμογής νόμων είναι γνωστές και ολέθριες: Αύξηση του δημόσιου χρέους, αύξηση του δημόσιου δανεισμού, αύξηση υπαρχόντων και επιβολή νέων φόρων, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για πρόσθετη φορολογία, εξαιτίας του εντεινόμενου φορολογικού ανταγωνισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Πέρα όμως από τις επιπτώσεις αυτές από την αδυναμία, για τους λόγους που αναφέραμε, διενέργειας ελέγχων και μάλιστα εσωτερικών ελέγχων, είναι κοινή η διαπίστωση ότι τέτοιες παραλείψεις ενισχύουν τη διαφθορά, υποθάλπουν τη διαφθορά και οδηγούν στην κατασπατάληση δημόσιων πόρων. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται και από την επικαιρότητα που έχει πάρει σήμερα το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα, κατά την οποία, δυστυχώς, δεν συζητείται καθόλου η σημαντική αυτή πτυχή.