ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ στα φθηνά τρόφιμα
Το 2007 η τιμή των πιο βασικών ειδών διατροφής εκτινάχθηκε στα ύψη, επαναφέροντας το πρόβλημα της μαζικής πείνας ως αποτέλεσμα κυρίως τεσσάρων παραγόντων: της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια επί των τιμών των τροφίμων, της εμφάνισης των βιοκαυσίμων, των ανατροπών στο κλίμα και των επακόλουθων περιβαλλοντικών καταστροφών και τέλος των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που έφθασαν να θεωρούν τεκμήριο προόδου μιας κοινωνίας την εξαφάνιση των αγροτών.
Σήμα κινδύνου και απελπισίας εξέπεμψε τη Δευτέρα που μάς πέρασε ο διευθυντής της υπηρεσίας τροφίμων και γεωργίας του ΟΗΕ με αφορμή τις αλλεπάλληλες και πρωτόγνωρου ύψους αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων. Στην ανακοίνωσή του γινόταν λόγος για «απρόβλεπτη και άνευ προηγουμένου» μεταβολή, η οποία δημιουργεί έναν «πολύ σοβαρό κίνδυνο, πως λιγότεροι άνθρωποι θα έχουν πρόσβαση στο φαγητό» στο εξής. Η ανησυχία του δεν είναι αβάσιμη. Ο δείκτης που έχει κατασκευάσει η υπηρεσία τού ΟΗΕ για να μετράει την εξέλιξη των τιμών στα τρόφιμα αυξήθηκε αυτή τη χρονιά κατά 40%. Ενώ το μέγεθος που όφειλε να αυξάνεται, το απόθεμα τροφίμων και δη δημητριακών μειώθηκε κατά 11%, φθάνοντας στο επίπεδο της κατανάλωσης που αντιστοιχεί σε 12 εβδομάδες, όταν ο μέσος όρος αποθεμάτων των τελευταίων ετών αντιστοιχούσε σε 18 εβδομάδες. Βλέποντας τις τιμές των επιμέρους διατροφικών προϊόντων, για να επανέλθουμε στο σημαντικότερο μέγεθος, η εικόνα γίνεται πολύ πιο ζοφερή, καθώς φαίνεται πως πολύ μεγαλύτερες αναλογικά αυξήσεις έχουν καταγράψει τα πιο βασικά είδη διατροφής, αυτά που εισέρχονται στην παραγωγή φαγητού του συνόλου σχεδόν του πληθυσμού του πλανήτη. Η τιμή του σταριού για παράδειγμα έχει αυξηθεί σε έναν μόνο χρόνο κατά 52%, του καλαμποκιού κατά 50%, ενώ η τιμή του ρυζιού κατά 33%!
-Η εκτόξευση των τιμών των βασικών ειδών διατροφής επηρεάζει κατά προνομιακό αν όχι αποκλειστικό τρόπο τους φτωχούς τόσο του Τρίτου όσο και του Πρώτου, του δικού μας Κόσμου. Ο λόγος είναι ότι όσο πιο φτωχός είναι ένας πληθυσμός, τόσο μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός του αφιερώνει στο φαγητό, επομένως οι αυξήσεις στα είδη διατροφής δεν εξαφανίζονται μέσα στο ευρύτερο σύνολο των καταναλωτικών δαπανών, αλλά σηματοδοτούν τη συρρίκνωση του εισοδήματος και την κάθετη πτώση του επιπέδου ζωής του. Για του λόγου το αληθές να αναφέρουμε ότι στις ΗΠΑ τα τρόφιμα αντιπροσωπεύουν το 18% του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, όταν το 1960 αντιπροσώπευαν το 25% κι όταν σήμερα στις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες τα τρόφιμα αφορούν το 40% του αντίστοιχου δείκτη. Η ίδια ψαλίδα εμφανίζεται και μεταξύ πλουσίων και φτωχών μέσα σε κάθε χώρα με τους δεύτερους να αντικρίζουν πλέον το φάσμα της πείνας, σε πολύ περισσότερες από τις 37 χώρες του πλανήτη που δοκιμάζονται επίσημα από διατροφικές κρίσεις λόγω καταστροφών και πολέμων. Καθόλου τυχαία σε μια σειρά χώρες του κόσμου οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα προκάλεσαν λαϊκές κινητοποιήσεις.
Στη Σενεγάλη, για παράδειγμα, τον Νοέμβριο που μας πέρασε, οργισμένοι διαδηλωτές έκαιγαν λάστιχα και πέταγαν πέτρες ζητώντας τη συγκράτηση των τιμών πριν επέμβει η αστυνομία. Το ίδιο συνέβη στο Μεξικό, την Υεμένη και πολλές άλλες χώρες, ενώ στη γειτονική Ιταλία καταναλωτικές ενώσεις και συνδικάτα το καλοκαίρι που μάς πέρασε ζήτησαν από τον κόσμο να πάψει να αγοράζει μακαρόνια, για να σταματήσουν έτσι οι συνεχείς ανατιμήσεις του αγαπημένου τους φαγητού.
Μακροχρόνια τάση
Η αλήθεια είναι πως (αντίθετα με τη ελληνική κυβέρνηση, που αρνείται να πάρει το παραμικρό μέτρο ελέγχου των τιμών, εναποθέτοντας τα πάντα στο αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς) περισσότερες από 20 κυβερνήσεις όλου του κόσμου έχουν υιοθετήσει άμεσα μέτρα παρέμβασης. Η κατεύθυνσή τους ποικίλλει: από έλεγχο των τιμών, στις πιο γενναίες και αξιέπαινες περιπτώσεις, μέχρι μειώσεις των εισαγωγικών δασμών ώστε να περιοριστεί η έκταση της ανατίμησης. Η παρέμβασή τους κρίθηκε σωτήρια στον βαθμό που δεν πρόκειται για μια συγκυριακή ή κυκλική άνοδο των τιμών, αλλά όπως ομολογούν οι πιο αρμόδιοι παράγοντες, για μια νέα κατάσταση που σηματοδοτεί το τέλος της «εποχής των φθηνών τροφίμων». «Μπορούμε να συζητήσουμε γιατί συμβαίνουν όλα αυτά», δήλωνε σε συνέντευξή του στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» της Τρίτης ο διευθυντής του Παγκόσμιου Προγράμματος Τροφίμων του ΟΗΕ. «Αλλά αυτό που είναι πιο σημαντικό για μας είναι ότι πρόκειται για μακροχρόνια τάση, αντίστροφη της πτωτικής πορείας που κατέγραφαν οι τιμές των τροφίμων επί δεκαετίες».
Η φύση των αιτιών που υποκινούν την άνοδο των τιμών βεβαιώνει ότι οι νέες τιμές, ανεξάρτητα από πιθανές μελλοντικές διορθώσεις περιορισμένης έκτασης, ήρθαν για να μείνουν. Η πρώτη και σημαντικότερη αιτία που έχει οδηγήσει τις τιμές των τροφίμων στη στρατόσφαιρα είναι τα χρηματιστηριακά παιχνίδια. Η διαπραγμάτευση πολλών τροφίμων στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων κυρίως του Σικάγο και της Νέας Υόρκης έχει μετατρέψει σε αντικείμενο κερδοσκοπικού πυρετού το φαγητό δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. «Οι ανοδικές τιμές έλκουν χιλιάδες επενδυτές στην αγορά.
Στο χρηματιστήριο του Σικάγο, ο αριθμός των ανεξόφλητων στοιχημάτων στα μελλοντικά συμβόλαια ρυζιού έφθασε πρόσφατα στα ύψη – ένα βασικό σημάδι πως περισσότεροι επενδυτές βλέπουν μια ευκαιρία να κάνουν χρήματα από την άνοδο των τιμών», ανέφερε την Τρίτη η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», μια από τις εγκυρότερες περί των χρηματιστηριακών πραγμάτων των ΗΠΑ εφημερίδες. Συνέχιζε μάλιστα λέγοντας ότι «τώρα επενδύουν στο ρύζι ακόμη και καθόλου παραδοσιακοί παίκτες, όπως τα κεφάλαια αντισταθμιστικού κινδύνου». Πρόκειται για τα πιο κερδοσκοπικά και τυχοδιωκτικά επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία πριν από λίγα χρόνια ο τότε γραμματέας του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, Φραντς Μιντεφέρινγκ, είχε χαρακτηρίσει «ακρίδες» για να δημιουργηθεί ένας μικρός σάλος. Οι ακρίδες λοιπόν τώρα, φεύγοντας από τις κλυδωνιζόμενες αγορές των χρηματιστηρίων και των τραπεζών, επιτίθενται στο ρύζι…
Ο παραλογισμός
των βιοκαυσίμων
Η δεύτερη αιτία που σπρώχνει προς τα πάνω τις τιμές των τροφίμων είναι τα βιοκαύσιμα. Η εμφάνισή της προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία γιατί πρόκειται για ένα φαινόμενο που ακόμη είναι στην αρχή. Κι αν προκαλεί από τώρα, που η χρήση τους ακόμη στην κίνηση είναι περιθωριακή, τόσο έντονες πιέσεις στα τρόφιμα, μπορούμε να φανταστούμε πόσο αφόρητες πιέσεις θα δημιουργήσουν στο πέρασμα του χρόνου. «Η αιθανόλη είναι η σημαντικότερη αιτία για την αύξηση στις τιμές των δημητριακών αυτόν τον χρόνο», ανέφερε ο «Εκόνομιστ» πριν από δύο τεύχη. Και συνέχιζε παρουσιάζοντας με περισσότερες λεπτομέρειες την καταστροφική επίδραση των βιοκαυσίμων στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών: «Οι απαιτήσεις του αμερικανικού προγράμματος αιθανόλης μόνο ευθύνονται για περισσότερο από το ήμισυ των παγκόσμιων αναγκών για δημητριακά που έμειναν ανικανοποίητες. Χωρίς αυτό το πρόγραμμα οι τιμές των τροφίμων κατά κανέναν τρόπο δεν θα αυξάνονταν με την ταχύτητα που αυξήθηκαν. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, τα δημητριακά που χρειάζονται για να γεμίσει ένα όχημα SUV θα έθρεφαν ένα άτομο για έναν χρόνο»! Στη μάχη λοιπόν του SUV εναντίον του ανθρώπου, σημειώσατε 1! Αυτή η εντελώς ανορθολογική κατάσταση δεν ευδοκιμεί μόνο στην Εσπερία. Και στη Θεσσαλία επίσης η καλλιέργεια σπόρων για βιοκαύσιμα είναι απείρως συμφερότερη από την καλλιέργεια τροφίμων, με αποτέλεσμα συνεχώς να τα εκτοπίζει.Η τρίτη αιτία που πιέζει τις τιμές των τροφίμων προς τα πάνω σχετίζεται με τις κλιματικές αλλαγές και ειδικότερα τις ολοένα και συχνότερες καταστροφές από πλημμύρες ή ξηρασίες, οι οποίες οδηγούν στην καταστροφή των καλλιεργειών. Κι αυτή η αιτία, όπως και η προηγούμενη, δεν πρόκειται να εκλείψει άμεσα – ίσα ίσα το αντίθετο θα γίνει, επιβεβαιώνοντας έτσι όσους προμηνύουν το τέλος της εποχής των φθηνών τροφίμων.
Νεοφιλελευθερισμός
ίσον πείνα
Καθοριστικό τέλος ρόλο για την άνοδο των τιμών των τροφίμων διαδραμάτισαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόστηκαν στη γηραιά ήπειρο από την Ευρωπαϊκή Ένωση (και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου στον υπόλοιπο πλανήτη) στο πλαίσιο της αναθεωρημένης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Η κατάργηση των επιδοτήσεων και η πέρα από κάθε λογική χρηματοδότηση της καταστροφής κοινωνικά αναγκαίων καλλιεργειών και τα αλλεπάλληλα προγράμματα εθελούσιας συνταξιοδότησης των αγροτών πού αλλού θα οδηγούσαν εκτός από τη σημερινή συρρίκνωση του παραγόμενου αγροτικού προϊόντος;
Η εξέλιξη αυτή είναι δραματική, γιατί συνιστά κυριολεκτικά κοινωνική οπισθοδρόμηση! Οι ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και οι ΗΠΑ δημιούργησαν υπό τη λαϊκή επιδοκιμασία την επομένη του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου ένα πολυδαίδαλο σύστημα χρηματοδοτήσεων της παραγωγής τροφίμων, έτσι ώστε οι μαύρες μνήμες της πείνας να περάσουν στην ιστορία.
Το σύστημα αυτό μπορεί στη συνέχεια να έγινε ταυτόσημο της διασπάθισης δημόσιου χρήματος και της σπατάλης, το σημαντικότερο όμως είναι ότι απέδωσε: η σχετική «αποεμπορευματοποίηση» της αγροτικής παραγωγής μετέτρεψε την εκτεταμένη πείνα σε παρελθόν, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, σε πείσμα της σύγχρονης ορθοδοξίας, που διασύρει κάθε έννοια κρατικής παρέμβασης. Αυτή η τάση είναι που αντιστρέφεται σήμερα προς όφελος της απόλυτης εμπορευματοποίησης των τροφίμων, που στην άλλη όψη έχει την πείνα και την εξαθλίωση.