ΟΤΑΝ ΕΝΑΣ ΛΑΟΣ ΠΕΡΝΑΕΙ ΑΙΩΝΕΣ «ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΟΣ» ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΠΟΝΕΜΕΝΟΣ
Μάς λένε οι ιστορικοί
καί τό ακούμε πάντα
πώς είμαστε ένας Λαός
πού τρέφει τήν αβάντα.
Ότι ζητάμε ενίσχυση
από τούς από πάνω
γιατ’ είμαστε κακόμοιρο
ξεκουρδισμένο πιάνο.
Ζήτουλες κι απαιτητικοί
πρέπει νά μάς πληρώσεις,
στό διαρκώς αχάριστοι
ό,τι καί νά μάς δώσεις.
Μάς λέν’ ακόμα οι σοφοί
πώς όλα τά κακά μας
προέρχονται απ’ τή σκλαβιά
πού τρώει τά σωθικά μας.
Λένε πώς οι αλλοδαποί
Τούρκοι τά φταίνε όλα
πώς έκαναν εμβόλιο
στό Γραικιστάν μέ φόλα.
Γιά όλα φταίει η σκλαβιά
πού τετρακόσια χρόνια
μάς πήγαινε περίπατο
στού Διγενή τ’ αλώνια.
Κι άλλα τινά καί χαρωπά
είν’ τών σοφών τά λόγια,
καλόγεροι πού τά ‘σπαγαν
κι έπαιζαν κομπολόγια.
Τί νά τούς πείς, αφέντη μου,
πώς νά τούς ξεμπροστιάσεις
πού η λογική τους σταματά
σέ τετρακόσιες στάσεις.
Τί τετρακόσια, μάγκες μου,
συνέχεια τσαμπουνάτε,
εδώ ο κόσμος χάνεται
κι εσείς κωλοβαράτε.
Εκεί εσείς, μέ τήν τουρκιά
ένοχη στό σκαμνάκι.
Οι Τούρκοι φταίνε, ανόητοι,
τί γίναν οι Πομάκοι;
Όταν οι εθνικόφρονες
τούς έκλειναν μέ μπάρες
οι Τούρκοι φταίν’ πού άρχισαν
νά παίζουν τίς κουμπάρες;
Όταν οι Τούρκοι λάκισαν
καί γίναμε όλοι ίσοι,
ποιός φταίει γιά τό βρωμερό
κι ανάλγητο μπαξίσι;
Δέν φτάνουν, φίλοι μου καλοί,
τά τετρακόσια χρόνια
γιά νά αλλάξεις μιά φυλή
μέ φάπες καί καψώνια.
Θέλει καί άλλη αρωγή
γιά νά αλλάξει τόσο
ένας Λαός πού έκανε
στούς πάντες τόν καμπόσο.
Θέλει καί βούρδουλα παπά
θέλει καί Κωνσταντίνους,
θέλει καί Θεοδόσιους
μέ τήν ψυχή τού κτήνους.
Θέλει καί ισοπέδωση
Ναών, Γυμναστηρίων
καί επ’ αυτών νά ίστανται
σμήνος μοναστηρίων.
Θέλει καί Ιουστινιανούς
καί άλλους «νομοθέτες»,
θέλει καί νόμους «Νεαράς»
νά παίζουν τούς αυθέντες.
Όχι, δέν είναι τά ισχνά
τά χρόνια τής Τουρκίας,
είναι μαζί καί τά δεινά
τής χριστιανοκρατίας.
Εκεί από χρόνο μηδέν
τών ημερολογίων
δαμάζεται τό Γραικιστάν
… τή αρωγή «Αγίων».
Όταν λοιπόν σ’ έναν Λαό
τού κλέψεις τήν ψυχή του
τότε τόν κάνεις ό,τι θές.
Νά σου κι η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ.
……………………………………………..
…………………………………………….
Σέβομαι τή θρησκεία καί τήν πίστη
κάθε ανθρώπου, κάθε λαού. Όμως κανείς δέν μπορεί νά μέ αναγκάσει νά σέβομαι τόν ίδιο τόν άνθρωπο, τόν ίδιο τόν λαό.