Προσωρινή αναδίπλωση για Ιράν και Συρία
Η είδηση προκάλεσε σοκ, γιατί τίναξε στον αέρα την αμερικανο-ισραηλινή κινδυνολογία, βάσει της οποίας παρέμενε στο τραπέζι ακόμη και το ενδεχόμενο πολεμικής επέμβασης. Πλέον ακόμη κι αν οι θερμοκέφαλοι προκρίνουν το σχέδιο ανάληψης δράσης, πραγματικός λόγος αποδεδειγμένα δεν θα υφίσταται, καθώς τις αιτιάσεις του Λευκού Οίκου τις απορρίπτουν ακόμη και οι μυστικές του υπηρεσίες!
O πολιτικός αντίκτυπος από την έκθεση της National Intelligence Estimate, που εκπροσωπεί 16 αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και κατασκοπίας, αποτυπώθηκε πεντακάθαρα στον αμερικανικό Τύπο. «Σπάνια, αν έχει συμβεί ποτέ άλλοτε, μία και μόνη έκθεση υπηρεσίας πληροφοριών με τόσο ολοκληρωτικό, ξαφνικό και απροσδόκητο τρόπο έχει αλλάξει κατεύθυνση σε μια αντιπαράθεση για την εξωτερική πολιτική», τόνιζε ανάλυση από την Ουάσινγκτον των «Νιου Γιορκ Τάιμς» την Τετάρτη. Και συνέχιζε: «Μια κυβέρνηση που έχει χαρακτηρίσει την αναζήτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν αιτία για μια επιθετική εξωτερική πολιτική -ως μια προσπάθεια να αποτρέψει έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως το έθεσε ο ίδιος ο Πρόεδρος Τζ. Μπους πριν από λίγες εβδομάδες- τώρα έχει στα χέρια της ένα ταξινομημένο έγγραφο που υπονομεύει μεγάλο μέρος από τα ερείσματα αυτής της προσέγγισης».
Δεν συνιστά
κίνδυνο το Ιράν!
Παρά τη σαφήνεια που είχαν οι αποκαλύψεις των αμερικανικών υπηρεσιών και παρότι κανένας δεν αμφισβήτησε τα συμπεράσματά τους, έγιναν δεκτές με διαμετρικά αντίθετο τρόπο στη Μόσχα και το Πεκίνο από τη μια και από την άλλη στο Ισραήλ και την Ουάσινγκτον. Στις ΗΠΑ, παρότι η πρώτη αντίδραση του σύμβουλου εθνικής ασφαλείας, Στίβεν Χάντλεϊ, που μίλησε για «ελπίδες διπλωματικής επίλυσης χωρίς τη χρήση των όπλων», σηματοδοτούσε μια αναπροσαρμογή της επίσημης γραμμής, έσπευσε ο ίδιος ο Μπους πριν… αλέκτoρα φωνήσαι να βάλει τα πράγματα στη θέση τους: «Έχω δηλώσει ότι το Ιράν είναι επικίνδυνο και η Νational Intelligence Estimate δεν αλλάζει τη γνώμη μου για τον κίνδυνο που εκπροσωπεί το Ιράν για τον κόσμο – το αντίθετο»! Την ίδια γραμμή αδιαλλαξίας επέδειξε και το Ισραήλ (που αποδεδειγμένα διαθέτει πυρηνικά όπλα) απέναντι στην αποκάλυψη των αμερικανικών υπηρεσιών ότι από το 2003 το Ιράν έχει διακόψει το πρόγραμμα κατασκευής όπλων. «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να χαλαρώσουμε λόγω μιας έκθεσης μυστικών υπηρεσιών από την άλλη άκρη της γης, ακόμη κι αν προέρχεται από τους καλύτερούς μας φίλους», ήταν η δήλωση του υπουργού Άμυνας, Εχούντ Μπάρακ, στην ισραηλινή… ΥΕΝΕΔ. Δυστυχώς στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι δηλώσεις των Ευρωπαίων -Γαλλίας, Βρετανίας και Γερμανίας συγκεκριμένα- οι οποίοι μετά τις πρόσφατες κυβερνητικές αλλαγές ταυτίζονται χωρίς ενδοιασμούς με τα γεράκια των ΗΠΑ, εγκαταλείποντας την παραδοσιακά φιλειρηνική τους πολιτική.
Δικαιωμένη αντίθετα εμφανίστηκε η Μόσχα, που, μέσω του αντιπροσώπου της στον ΟΗΕ, δήλωσε ότι «ανέκαθεν υποστηρίζαμε πως δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι επιδιώκουν την κατασκευή πυρηνικών όπλων». Μεγαλύτερη ανακούφιση όμως ένιωσε το Πεκίνο, καθώς το τελευταίο διάστημα είχαν αυξηθεί οι πιέσεις που δεχόταν για να άρει τις επιφυλάξεις και να ψηφίσει υπέρ ενός τρίτου πακέτου κυρώσεων εναντίον του Ιράν στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ. Η Κίνα υποχώρησε στις αμερικανικές πιέσεις υπό την απειλή του κινδύνου να απομονωθεί διπλωματικά εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2008 μετά από μια συντονισμένη αμερικανική επιχείρηση. Υπό τον εκβιασμό αυτόν υποχώρησε. Μετά όμως τις αποκαλύψεις της περασμένης εβδομάδας ανακάλεσε και δήλωσε ότι δεν πρόκειται να συναινέσει σε ένα νέο πακέτο οικονομικών κυρώσεων.
Κατόπιν όλων των παραπάνω αποκαλύπτεται αρχικά ότι πίσω από τις άναρθρες αμερικανο-ισραηλινές πολεμικές κραυγές εναντίον του Ιράν δεν κρύβεται κάποιος πραγματικός κίνδυνος. Τα πυρηνικά του Ιράν υπάρχουν όσο υπήρχαν και τα πυρηνικά του Ιράκ. Αποδεδειγμένα πλέον. Οι Αμερικανοί και το ισραηλινό κράτος ωστόσο τα επικαλούνται προσχηματικά, ως ένα φύλο συκής που συγκαλύπτει τα πραγματικά ζητούμενα μιας επέμβασης, δηλαδή να πάρουν υπό τον έλεγχό τους τα μυθικά ενεργειακά κοιτάσματα του Ιράν και να εδραιώσουν την πολιτική κυριαρχία τους στη Μέση Ανατολή μέσω της παραδειγματικής τιμωρίας ενός κράτους το οποίο αρνείται να γίνει ορντινάντσα τους. Όλα τ’ άλλα περί πυρηνικών είναι για τους αφελείς…
Παρ’ όλα αυτά η αποκάλυψη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, όσο κι αν δεν αναστέλλει, επιβραδύνει τα αμερικάνικα σχέδια. Ο Λευκός Οίκος δεν μπορεί να μην πάρει υπ’ όψιν του το γεγονός ότι εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έμαθαν ότι για μια ακόμη φορά έλεγε ψέματα και παραπλανούσε την κοινή γνώμη για να εξυπηρετήσει ιδιοτελή συμφέροντα!
Προσεταιρισμός
της Συρίας
Αν όμως στην περίπτωση του Ιράν ο Λευκός Οίκος αναγκάζεται παρά τη θέλησή του να βάλει στο συρτάρι για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα τα σχέδια επίθεσης, το ίδιο πράττει και για τη Συρία. Εδώ όμως γίνεται με τη θέλησή του και ως κατάληξη μιας πολιτικής προσεταιρισμού, που δεν περιλάμβανε φυσικά μόνο το καρότο. Δύο είναι τα γεγονότα που δείχνουν με τον πιο αδιάψευστο τρόπο την αλλαγή τακτικής. Το πρώτο είναι η συμμετοχή της Συρίας στη συνάντηση που έγινε στην Ανάπολι για το Μεσανατολικό. Η παρουσία, υψηλόβαθμης μάλιστα, αντιπροσωπείας από τη Δαμασκό ήταν μάλλον το πιο σημαντικό γεγονός της μονοήμερης συνάντησης στη ναυτική βάση του Μέριλαντ, δεδομένου ότι η Ουάσινγκτον αρνήθηκε να καλέσει τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, τις οποίες χαρακτηρίζει τρομοκρατικές οργανώσεις, παρά το κύρος που έχουν στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο, ή το Ιράν, το οποίο το έχει εντάξει στον «Άξονα του Κακού». Το ίδιο όμως είχε κάνει και με τη Συρία ο Μπους, την οποία τώρα κάλεσε. Το τελευταίο διάστημα επομένως κάτι άλλαξε. Το ίδιο συμπέρασμα υπογραμμίζει και η (αδιανόητη πριν από λίγο καιρό) λύση που δόθηκε στον Λίβανο στο αδιέξοδο της εκλογής Προέδρου, που κόντευε να μετατραπεί σε αφορμή για το ξέσπασμα νέου εμφυλίου. Η ασυνήθιστη ευκολία με την οποία αποδέχθηκαν οι φιλοαμερικανικές πολιτικές δυνάμεις του Λιβάνου ως νέο πρόεδρο τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων Μισέλ Σουλεϊμάν, ο οποίος επί χρόνια συνεργαζόταν με τη Συρία, αποτέλεσε έκπληξη πρώτου μεγέθους γιατί αποκάλυψε ένα όργιο παρασκηνιακών διαβουλεύσεων που ως κοινό τους παρανομαστή είχαν το λιώσιμο των πάγων μεταξύ ΗΠΑ και Συρίας.
Ανατρέχοντας στο λιγότερο πρόσφατο παρελθόν (απομακρυνόμενοι δηλαδή από την τελευταία συγκυρία όπως διαμορφώθηκε από τη βίαιη εκδίωξη του συριακού στρατού από τον Λίβανο μετά τη δολοφονία του Ραφίκ Χαρίρι στις 14 Φεβρουαρίου του 2005), μπορούμε να θυμηθούμε ότι η Χώρα των Κέδρων αποτελούσε κυρίως το μέρος για την ανάπτυξη ειδυλλίων και όχι εντάσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Συρίας. «Οι ΗΠΑ καλωσόρισαν τους Σύρους στον Λίβανο το 1976, όπως σιωπηλά έκανε και το Ισραήλ.
Επειδή το καθήκον της Συρίας την εποχή εκείνη ήταν να σφαγιάσει τους Παλαιστίνιους. Αυτό ήταν εντάξει και δεν υπήρχε ιδιαίτερη αντίθεση στην παρουσία τους εκεί. Το 1990 ο Μπους ο πρεσβύτερος ήταν πολύ ευνοϊκός ως προς το να μείνουν οι Σύριοι στον Λίβανο, επειδή ήθελε να εντάξει τη Δαμασκό στον αντιιρακινό συνασπισμό», τονίζει ο Νόαμ Τσόμσκι στο ιδιαίτερα ενδιαφέρον βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες με τίτλο «Επικίνδυνη δύναμη – Η Μέση Ανατολή και η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ» (Εκδόσεις Πολύτροπον).
Στο ίδιο βιβλίο, ο εξ ίσου βαθύς γνώστης θεμάτων Μέσης Ανατολής, Ζιλμπέρ Ασκάρ, περιγράφει με ακόμη πιο έντονα χρώματα τη συμμαχία ΗΠΑ και Συρίας εκείνη την εποχή: «Η συμμαχία των παλαιστινιακών δυνάμεων και της λιβανέζικης Αριστεράς… συγκρουόταν με την πολιτοφυλακή της Δεξιάς και βρισκόταν στο σημείο να τους επιφέρει ισχυρή ήττα όταν δόθηκε στη Συρία το πράσινο φως να επέμβει και να τους συντρίψει. Ο συριακός στρατός εξαπέλυσε σφοδρές επιθέσεις εναντίον των παλαιστινιακών και των αριστερών λιβανέζικων δυνάμεων για αρκετούς μήνες, μέχρι που κατέληξαν σε συμφωνία υπό την κηδεμονία της Σαουδαραβίας, η οποία θεσμοποιούσε τη συριακή παρουσία στον Λίβανο. Και φυσικά όταν λέμε υπό την κηδεμονία της Σαουδαραβίας σημαίνει με την υποστήριξη των ΗΠΑ».
Η στροφή που κάνει τώρα προς τη Συρία η αμερικανική εξωτερική πολιτική υποκινείται από τα κίνητρα που την υποκινούσαν και τότε. Την -έναντι ανταλλαγμάτων φυσικά- ρήξη των δεσμών της Συρίας με τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, την παλαιστινιακή Χαμάς και φυσικά το Ιράν, έτσι ώστε η Τεχεράνη να χάσει το φυσικό προγεφύρωμα που διέθετε στην καρδιά της Μέσης Ανατολής για να στηρίζει ποικιλοτρόπως τα δύο παραπάνω κινήματα και αυτά να αποτελέσουν εύκολη λεία του σιωνιστικού κράτους. Η Συρία από τη μεριά της πολύ πιθανόν να ξανακερδίσει τα Υψώματα του Γκολάν, που τα έχουν καταλάβει οι Ισραηλινοί.
Αυτό το σενάριο ενισχύεται από το σχέδιο σύγκλισης διεθνούς διάσκεψης στη Μόσχα κατά τις αρχές του 2008 με θέμα την επίλυση της διαμάχης για τα Υψώματα του Γκολάν.
Ωστόσο οι κατηγορηματικές δηλώσεις Αμερικανών και Ισραηλινών ότι η Συρία δεν έχει να περιμένει τίποτε αν πρώτα δεν κόψει με το μαχαίρι τα νήματα που τη συνδέουν όχι μόνο με Χαμάς, Χεζμπολάχ και Ιράν, αλλά επίσης και με την ηρωική ιρακινή αντίσταση, δείχνουν τη βαθιά μετάλλαξη που πρέπει να υποστεί το καθεστώς του Άσαντ για να επανενταχθεί οργανικά στη Νέα Τάξη – χωρίς φυσικά κανείς να εγγυάται ότι ακόμη και τότε δεν θα έχει τύχη Μιλόσεβιτς…