ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

δύναμη που δείχνει είναι εντυπωσιακή και φαίνεται να μη λυγίζει, παρά μόνο σε ορισμένες στιγμές, ιδιαίτερα το βράδυ, την ώρα που κουβεντιάζει χαλαρά με τους στενούς του συνεργάτες… Είναι η στιγμή που απευθύνεται στον… ίδιο τον Θεό και δείχνοντας δίψα για ζωή, τον παρακαλεί να τον αφήσει να τελειώσει τουλάχιστον ό,τι έχει αρχίσει… ΄Εχει ανησυχία να μην αφήσει τίποτε στη μέση… Κάποιες στιγμές συγκινείται, άλλες βουρκώνει και δακρύζει, αλλά αμέσως αντιδρά και αλλάζει κουβέντα…

Είναι ενημερωμένος για τα πάντα και κυρίως για τα θέματα της Εκκλησίας και για τις πολιτικές εξελίξεις… Το βράδυ με τους συνεργάτες και τους φίλους σχολιάζει τις συζητήσεις που έχει με τους αρχιερείς ή με τις προσωπικότητες που τον επισκέπτονται…

Σε ό,τι αφορά τη θεραπεία του, αυτή συνεχίζεται αλλά τροποποιείται ανάλογα με το πόσο αντέχει ο οργανισμός του. Είναι αλήθεια ότι χάνει βάρος, αλλά μέχρι στιγμής η προσπάθειά του να μη γίνεται αυτό αντιληπτό, για να μπορεί να δέχεται ορισμένες επισκέψεις, είναι επιτυχής. Οι εκτιμήσεις είναι ότι υπάρχει επεκτατικότητα της ασθένειας και όταν επισκέφθηκε το νοσοκομείο στις αρχές της εβδομάδας δεν κατάφερε να κάνει την αξονική τομογραφία, η οποία μένει σε εκκρεμότητα…

Η αφαίρεση του υγρού που είχε στον θώρακα βελτίωσε σημαντικά τις δυνάμεις του, αφού περιόρισε τη δύσπνοια αλλά και τους πόνους, ενώ συνεχίζεται η προσπάθεια των γιατρών για να εφαρμόζεται η θεραπεία που έχει αποφασιστεί. Η θεραπεία του δηλαδή συνεχίζεται με προσοχή και οι γιατροί προσπαθούν ο Αρχιεπίσκοπος να υποφέρει όσο γίνεται λιγότερο.

Με ποιον θα «παίξει» το Φανάρι

Η ξαφνική ασθένεια του Αρχιεπισκόπου και η ραγδαία επιδείνωση της υγείας του επέφεραν αναγκαστικά στασιμότητα στο θέμα των σχέσεων Οικουμενικού Πατριαρχείου και Εκκλησίας της Ελλάδος, αναδεικνύοντάς το ταυτόχρονα σε μείζον κριτήριο για τη στήριξη μιας υποψηφιότητας τόσο από πλευράς του Φαναρίου όσο και της ελληνικής κυβέρνησης.

Το Φανάρι επισήμως σιωπά και η προσεκτική στάση του Οικουμενικού Πατριάρχου δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ανάμειξη στη διαδοχολογία της επόμενης ημέρας. Στελέχη, όμως, και παράγοντες του Πατριαρχείου δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την υποψηφιότητα του Μητροπολίτου Σπάρτης για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ιεράρχου με απολύτως τυπικές έως ανύπαρκτες στο παρελθόν σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη, που στήριξε την ώρα της κρίσης τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, αποκαλύπτοντας τα πιστεύω αλλά και τις προθέσεις του απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Την ανασφάλεια αυτήν την εντείνει και η στήριξη του κ. Πυλαρινού στην υποψηφιότητα του Μητροπολίτου Σπάρτης, γνωστού για τα αντιπατριαρχικά του αισθήματα και βασικού υποκινητή της εκκλησιαστικής κρίσης με το Φανάρι. Αλλά και η φημολογούμενη υποστήριξη του Καλαβρύτων, εκφρασμένου πολέμιου του Φαναρίου, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στο περιβάλλον του Οικουμενικού Πατριαρχείου να επιθυμεί την εκλογή του Σπάρτης στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών.

Τα πράγματα φαίνεται να διαφοροποιούνται στην περίπτωση του δεύτερου πόλου, του Μητροπολίτου Θηβών Ιερώνυμου. Στα χρόνια της αρχιεπισκοπείας του Χριστόδουλου θέλησε να αναδειχθεί σε υπέρμαχο των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προσπαθώντας να καλύψει την εικόνα του αντιπατριαρχικού που είχε δημιουργήσει επί Σεραφείμ. Κανείς δεν ξεχνά όμως ότι ο Ιερώνυμος, μαζί με τον Ιωαννίνων και τον Ζακύνθου, ήταν εκείνοι που στήριξαν την άρνηση του μακαριστού Σεραφείμ να επιτρέψει την επίσημη επίσκεψη του Βαρθολομαίου στην Αθήνα.

Η παρουσία του Ιωαννίνων στη φετινή θρονική εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου ξάφνιασε πολλούς και θεωρήθηκε ως προσπάθεια να λάβει ο Θηβών την εύνοια του Φαναρίου για τη διεκδίκηση του αρχιεπισκοπικού θρόνου. Ωστόσο, πολλοί εξακολουθούν να βλέπουν με δυσπιστία την επίθεση φιλίας του Θηβών προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, φοβούμενοι μήπως είναι ένας τρόπος για να κερδίσει ο κ. Ιερώνυμος τις αρχιεπισκοπικές εκλογές και να αποκαλύψει μετά τις αληθινές του προθέσεις.

Αυτό που πάντως αξίζει να τονιστεί είναι ότι, μπροστά στις επεκτατικές τάσεις της Ρωσικής Εκκλησίας, στην πρόκληση του διαλόγου ενότητας με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και την επερχόμενη λαίλαπα του Ισλάμ, είναι αναγκαία η ειλικρινής συνεργασία της Κωνσταντινούπολης με την Αθήνα, η οποία θα εδράζεται σε καθορισμένους ρόλους. Για την Εκκλησία της Ελλάδος δεν μπορεί παρά να είναι ο ρόλος της φιλοξενούσης Εκκλησίας, που θα σέβεται και θα εφαρμόζει τους Όρους της Πράξης και του Τόμου, υπερασπίζοντας ταυτόχρονα τα δίκαια της Ελλαδικής Εκκλησίας, που θα στηρίζει τον οικουμενικό χαρακτήρα του Φαναρίου, θα διακονεί τη μεγάλη ιδέα του Βαρθολομαίου για την ενότητα της Χριστιανοσύνης.

Ο επόμενος Αρχιεπίσκοπος, μέσα από την ιδιότητα του προέδρου της Συνόδου, θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να συμπορεύεται με τον Οικουμενικό Πατριάρχη σε κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι και ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν θα έχει αλαζονικές απαιτήσεις.

Το σίγουρο είναι ότι κανένας από τους δύο αυτούς πόλους, Σπάρτης και Θηβών, δεν εγγυάται την υλοποίηση όσων αναφέραμε παραπάνω, σημεία τα οποία εκφράζουν και τις απόψεις της κυβέρνησης.

Το βλέμμα του Φαναρίου στρέφεται και προς τον τρίτο πόλο, τον Δημητριάδος Ιγνάτιο, ιεράρχη από τα μέλη της Χρυσοπηγής που ξεχώρισε για τα φιλοπατριαρχικά του αισθήματα, διαφοροποιώντας τη στάση του σε σχέση με τους Καλλίνικο και Αμβρόσιο.

Κάποιοι βέβαια από το Φανάρι διατείνονται ότι ο κ. Ιγνάτιος δεν υποστήριξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην πρόσφατη κρίση. Απέναντι σ’ αυτούς βρίσκονται εκείνοι που θυμίζουν την πολεμική που υπέστη ο νεώτερος της Χρυσοπηγής, με αφορμή την επίσκεψη του Βαρθολομαίου στον Βόλο, τον Ιούνιο του 2002.

Άλλοι κύκλοι του Φαναρίου τονίζουν ότι ο Ιγνάτιος, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Διορθοδόξων, συνεργάστηκε άψογα με το Φανάρι, στηρίζοντας τις επιλογές του και αναδεικνύοντας τον πρωτεύοντα ρόλο του στα Διορθόδοξα και στα Διαχριστιανικά. Κανείς δεν ξέρει, όμως, ποια από τις δύο απόψεις θα κυριαρχήσει στην Κωνσταντινούπολη. Όσοι πάντως γνωρίζουν καλά τον Βαρθολομαίο ξέρουν ότι δεν ξεχνά και μπορεί να διακρίνει την ουσία των πραγμάτων μακριά από επιρροές και επιφανειακές κρίσεις. Είναι σίγουρο ότι ο Βαρθολομαίος δύσκολα θα δώσει το χρίσμα σε έναν υποψήφιο και ούτε θα αφήσει περιθώριο εμπλοκής του Φαναρίου στη διαδοχολογία της επόμενης ημέρας.

Η κυβέρνηση και το Φανάρι θα παρακολουθούν διακριτικά τις ζυμώσεις στο εσωτερικό της Ιεραρχίας της Ελλάδος, επιθυμώντας έναν διάδοχο του Χριστόδουλου με αγάπη και σεβασμό στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, που θα επουλώσει τις πληγές του παρελθόντος και θ’ ανοίξει νέα σελίδα στις σχέσεις Φαναρίου και Αθήνας.


Σχολιάστε εδώ