Ο εκλογικός νόμος ως «φάρμακο»

Πολύς θόρυβος γίνεται με «αντικείμενο» την αλλαγή του εκλογικού συστήματος. Η Νέα Δημοκρατία, με πρόσχημα την κοινοβουλευτική ενίσχυση του πρώτου κόμματος, προχωρεί στον «ακρωτηριασμό» της αναλογικότητας του ισχύοντος συστήματος. Το «σκεπτικό» της είναι κοντόθωρο και, εν πολλοίς, αφελές. Γιατί ανάγει την κυβερνητική ισχύ στον «επαρκή» πέραν των 150 αριθμό βουλευτών και όχι στη λαϊκή – κοινωνική βούληση, τη συναίνεση και την αποδοχή από το κοινωνικο-εκλογικό σώμα. Γιατί αυτή και μόνη συνιστά την πολιτική ισχύ.

Ο Γ. Παπανδρέου, από την πλευρά του, καθορίζοντας ως κεντρικό – στρατηγικό στόχο του τη διεκδίκηση της αυτονομίας των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος, θεωρεί ότι το γερμανικό εκλογικό πρότυπο αποτελεί «πανάκεια» για τη θεραπεία πολιτικών προσώπων και φορέων από τη «νόσο της διαπλοκής».

Όσο για τα μικρότερα κόμματα, η απλή αναλογική αποτελεί πάγιο αίτημα και τη μόνη οδό για την είσοδό τους στην κυβερνητική εξουσία, μέσω συμμαχικού τύπου πολυκομματικών κυβερνήσεων. Το ΚΚΕ μάλιστα αναφέρεται, αναμιμνησκόμενο παλαιές εποχές, στη «λαϊκή εξουσία»…

Όλες αυτές οι επιδιώξεις, όμως, δεν αποδεικνύουν παρά την καθήλωση και την αποϊδεολογικοποίηση των πολιτικών φορέων, που αντιστρέφουν για άλλη μια φορά το ιστορικό – πολιτικό πρόβλημα, αναζητώντας, στην πολιτική τους «αναπηρία», ως στήριγμα τη «βακτηρία» του εκλογικού συστήματος.

Γιατί το πρόβλημα των κομμάτων -και ιδίως εκείνων της διακυβέρνησης- δεν είναι βεβαίως το εκλογικό σύστημα. Είναι η κρίση αξιοπιστίας που τα διαπερνά, η εξάρτησή τους, στον έναν ή τον άλλο βαθμό, από τα ιδιωτικά συμφέροντα, η αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν τους μηχανισμούς της αγοράς που διαλύουν την κοινωνική συνοχή.

Αν πράγματι είχαν τα κόμματα αυτά συνείδηση του βάθους της κρίσης που τα διαπερνά, θα αντιμετώπιζαν με πολιτικούς όρους την κρίση αυτή. Δηλαδή, με πολιτικές πρακτικές και επιλογές που θα εξέφραζαν τις ανάγκες και τα αιτήματα της κοινωνίας, που θα συνέδεαν τα κόμματα με την κοινωνική τους βάση, γεγονός που θα προσέδιδε σ’ αυτά μια νέα δυναμική.

Απαιτούνται, συνεπώς, ιστορικές αποφάσεις και επιλογές και όχι απλές αριθμητικές προσαυξήσεις των βουλευτικών εδρών που θα προέκυπταν από έναν νέο εκλογικό νόμο. Γιατί ακόμα κι αν ο νόμος αυτός μπορεί να συμβάλει θετικά, η κρίση των κομμάτων θα τον καταστήσει μετά από λίγο καιρό άχρηστο και επιβλαβή. Καταληκτικά, το όποιο νέο εκλογικό σύστημα θα πρέπει να αναγνωριστεί μόνο ως μια επιμέρους παράμετρος των ριζικών αλλαγών που απαιτούνται στο πολιτικό μας σύστημα.

Είναι πράγματι πρόσφορο το γερμανικό εκλογικό πρότυπο σε μια τέτοια προοπτική αλλαγής; Δεν μπορεί να διατυπωθεί μονοσήμαντα η απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα.

Ασφαλώς, η κατάτμηση σε μικρές περιφέρειες θα επιτρέψει την άμεση επικοινωνία με τους ψηφοφόρους και θα απαλλάξει τους υποψήφιους από περιπτώσεις αχανών περιφερειών, όπως η Β’ Αθήνας.

Θεωρητικά, η ύπαρξη ενός υποψηφίου από κάθε κόμμα μπορεί να περιορίσει τις εσωκομματικές μάχες για τον «σταυρό» στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και να επικεντρώσει την αντιπαράθεση στις θέσεις και τις αρχές των κομμάτων.

Επιπρόσθετα, η ύπαρξη της λίστας μπορεί να συμβάλει στην ανανέωση του πολιτικού προσωπικού και στην «απαλλαγή» από εκλεκτούς ιδιωτικών συμφερόντων. Πάντως η καθιέρωση μονοεδρικών, σε συνδυασμό με τη λίστα στις ευρείες περιφέρειες, θα μετέβαλλε τους κανόνες των κομματικών «οριοθετήσεων», αφού οι ψηφοφόροι μπορούν να διαφοροποιήσουν την κομματική τους επιλογή ανάμεσα στη μονοεδρική και την ευρεία περιφέρεια. Στη Γερμανία ένα ποσοστό της τάξης του 15% προκρίνει αυτήν την πολιτική στάση, που υποδεικνύει έμμεσα πιθανές κυβερνητικές συνεργασίες.

Όμως, μπορούν να διατυπωθούν σοβαρές ενστάσεις στο γερμανικό πρότυπο, αν μάλιστα επιχειρήσουμε να μεταφέρουμε τους κανόνες του προτύπου αυτού στη δική μας πραγματικότητα…

Η εκλογή με λίστα προϋποθέτει απόλυτα δημοκρατική λειτουργία και αντικειμενική διαδικασία αξιολόγησης των πολιτικών ικανοτήτων και του ήθους των υποψηφίων. Η απουσία τέτοιων πολιτικών διαδικασιών θα ενισχύσει τον «αρχηγισμό» και τις ηγεμονεύουσες κομματικές «ελίτ». Θα πρέπει ακόμα να επισημάνουμε ότι παρόμοια επιλογή μέσω λίστας εφαρμόσθηκε το 1985 και κατέληξε σε αποτυχία, αφού οι ίδιοι οι βουλευτές, βέβαιοι για την εκλογή τους, εγκατέλειψαν την εκλογική τους βάση και τις περιφέρειές τους…

Πάντως, η μονοεδρική αντιπροσώπευση καθιστά περισσότερο προσωποπαγή -και ευθέως πελατειακή- τη σχέση του βουλευτή με την (μονοεδρική) περιφέρειά του. Η «προσωποποίηση» της εκλογικής βάσης καθιστά με τον τρόπο αυτό τον βουλευτή «παράγοντα» που διαπραγματεύεται με την κρατική μηχανή και τα υπουργεία.

Υπάρχει όμως και μια άλλη κρίσιμη σειρά προβλημάτων. Ένα τέτοιο πρόβλημα είναι το όριο του 5% που ισχύει στη Γερμανία για τα μικρότερα κόμματα, το οποίο αν εφαρμοστεί στη χώρα μας θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνική – κομματική αναλογική εκπροσώπηση.

Το δεύτερο κρίσιμο ερώτημα αφορά την προοπτική της πολυδιάσπασης των κομμάτων και την ανάγκη συγκρότησης κυβερνήσεων συνεργασίας. Με υπόμνηση μάλιστα ότι, θεωρητικά, το δεύτερο κόμμα, πλειοψηφώντας σ’ έναν κρίσιμο αριθμό μονοεδρικών, μπορεί να εξασφαλίσει περισσότερους βουλευτές από το πρώτο σε εθνικό ποσοστό κόμμα.

Βεβαίως, στις τρέχουσες έρευνες της «κοινής γνώμης» υπάρχει μια ισχυρή τάση για κυβερνήσεις συνεργασίας. Όμως η τάση αυτή αποτελεί περισσότερο έκφραση αντίθεσης προς τις πολιτικές των κομμάτων της διακυβέρνησης, παρά μια θεμελιωμένη άποψη για τη δυνατότητα συγκρότησης κυβερνήσεων συνεργασίας.

Με βάση τη σημερινή κατάσταση των κομμάτων και του πολιτικού μας συστήματος, παρόμοιο εγχείρημα θα κατέληγε σε αποτυχία και θα διεύρυνε την κρίση.

Για όλους αυτούς τους λόγους, το όποιο εκλογικό σύστημα θα πρέπει να συζητηθεί με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, πέρα από το πεδίο της μικροκομματικής ιδιοτέλειας και του τυφλού κομματικού ανταγωνισμού.

Απαιτούνται ιστορικού τύπου πολιτικές μεταρρυθμίσεις στα κόμματα και, ασφαλώς, ένα εκλογικό σύστημα που θα συμβάλει στην ποιοτική αναβάθμιση της πολιτικής είναι πράγματι αναγκαίο. Όμως, προς το παρόν, οι ηγεσίες των κομμάτων αρκούνται στις διαιρέσεις και στους πολλαπλασιασμούς, επιδιώκοντας απλώς να αυξήσουν τις βουλευτικές τους έδρες… Σημείο κι αυτό των καιρών…


Σχολιάστε εδώ