«Καραδοκούσε ο φόβος, η Αστυνομία ήταν ολοκληρωτικά δικιά τους, όπως και οι δικαστές…»

Aγαπητέ Μάκη,

Σωστά γράφτηκαν στο «ΠΑΡΟΝ» (τις… μωρές παρθένες κάνουν όλοι…, 11.11.2007) για τη «βίζα» που έπρεπε να έχεις για να μπεις στο Ηράκλειο, εκεί γύρω στο 1960-1961.

Ήταν τότε που ο αείμνηστος Θανάσης Σκουλάς έβγαλε την εφημερίδα «Το κρητικόν φως» στην οποία τον βοήθησα, και λίγο αργότερα προχώρησα εγώ στην ημερήσια «Αλλαγή».

Ασχοληθήκαμε με τα τεκταινόμενα (τις βίζες στις οποίες αναφέρθηκε το «ΠΑΡΟΝ», με τους ληστές με το ένα χέρι, τους… προγόνους των σημερινών… φρούτων, τις φυτείες του χασίς, τις βοσκήσεις των κοπαδιών των γουρουνιών στους σκουπιδότοπους και όλα τα συναφή).

Πιστέψτε με δεν ήταν εύκολη η δημοσιογραφία την εποχή εκείνη. Κανένας δεν άκουγε και δεν γνώριζε τίποτα. Οι άλλες εφημερίδες τηρούσαν αιδήμονα σιωπή -με το δίκιο τους, ας το πούμε έτσι, γιατί καραδοκούσε ο φόβος. Η αστυνομία ήταν (ολοκληρωτικά) δικιά τους. Οι δικαστές, αν όχι ολοκληρωτικά δικοί τους, κατά το μεγαλύτερο μέρος, σίγουρα. Και η Δεξιά στις μεγάλες δόξες της, όχι αυτό που είναι σήμερα, που δεν θυμίζει τίποτα μετά τη μεταπολίτευση του 1974 από το «ένδοξο» παρελθόν της.

Τα καθαρίσαμε τότε στο Ηράκλειο τα πράγματα όσο μπορέσαμε. Βέβαια, είχαμε και τους τραυματισμούς. Θυμάμαι, λόγου χάρη, ένα δικαστήριο που μου έκανε ένας «πιστολέρο» που είχε βγάλει μαχαίρι για να με καθαρίσει επειδή έγραψα ότι έβοσκε τα γουρούνια του στον σκουπιδότοπο του Ηρακλείου, ενώ ο φίλος του ο νομίατρος, μακαρίτης πια, ο Θεός να τον συγχωρήσει, έκανε τα στραβά μάτια. Είχα γράψει «ο επιλεγόμενος φρούραρχος», όπως τον ήξεραν όλοι στην πόλη και στα περίχωρα. Το δικαστήριο είπε «ναι, σωστά όσα είπες, αλήθεια όσα έγραψες, αλλά το «φρούραρχος» ήταν εξύβριση. Φυλάκιση ενός μηνός και χρηματική ποινή 300.000 δρχ. ή κάτι τέτοιο, που για το 1967, πριν από τη χούντα, ήταν πολλά χρήματα.

Ήλθε η χούντα, έκλεισα την εφημερίδα, την «Αλλαγή», δεν μπορούσα να την έβγαζα με λογοκρισία, όπως έκαναν και ελάχιστες ελληνικές εφημερίδες, η «Ελευθερία», η «Καθημερινή», η «Μεσημβρινή», η «Αυγή», από τις αθηναϊκές και η «Φωνή της Κεφαλονιάς», μαζί με την «Αλλαγή» τη δικιά μου από τις περιφερειακές.

Υπηρέτησα στις χουντικές φυλακές και βρέθηκα εξόριστος στο εξωτερικό για πέντε χρόνια. Όταν γύρισα στην Ελλάδα, τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου του 1974, με επισκέφθηκε ο δικαστικός κλητήρας για να μου επιδώσει την απαίτηση του «πιστολέρο» για τις 300.000 δρχ. Πούλησα περιουσία για να τον πληρώσω!

Αυτά για τη δημοσιογραφία της εποχής, την ηρωική, ας μου επιτρέψετε έτσι να την ονομάσω.

Φιλικά

Μανόλης Καρέλλης


Σχολιάστε εδώ