Άθλος η αύξηση της παραγωγικότητας

Εκπληκτική όμως είναι η διαπίστωση ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να εξηγήσει τους λόγους που συνέβαλαν στη σημαντική αυτή αύξηση της παραγωγικότητας στη χώρα μας και δεν εντοπίζει βελτίωση στην απασχόληση και την ανεργία.

Κι όμως, από τα επίσημα στοιχεία προκύπτει ότι και η αύξηση της απασχόλησης επιταχύνεται και το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να μειώνεται και οι αυξήσεις των αμοιβών υπερκαλύπτουν την παραγωγικότητα. Οι ευνοϊκές μάλιστα αυτές εξελίξεις σημειώνονται στη χώρα μας σε μια περίοδο (την τελευταία εξαετία) κατά την οποία δεν εξασφαλίζονται οι αναγκαίοι αυτοί παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση της απασχόλησης, όπως βελτίωση της αγοράς εργασίας, συνεχής αναβάθμιση δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, επέκταση των υποδομών φροντίδας των παιδιών (παιδικοί σταθμοί, ολοήμερα νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία), διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην ελληνική αγορά εργασίας, αύξηση των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Πρόκειται, πράγματι, για έναν άθλο των εργαζομένων, ο οποίος όμως, παρά τις παραπάνω διαπιστώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχει σημαντικές θετικές επιδράσεις τόσο στην απασχόληση και την ανεργία, όσο και στις αμοιβές των εργαζομένων. Η εξήγηση αυτή μπορεί να αναζητηθεί στον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο μετρούν τον ρυθμό μεταβολής της παραγωγικότητας από τη μια μεριά η Eurostat, το υπουργείο Οικονομίας & Οικονομικών και η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος και από την άλλη μεριά η Τράπεζα της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος προκρίνει να μετρείται η μεταβολή της παραγωγικότητας με βάση τη μεταβολή του λόγου του ΑΕΠ προς την απασχόληση των μισθωτών, δηλαδή συγκρίνει τη μεταβολή του ΑΕΠ με τη μεταβολή της απασχόλησης των μισθωτών, αφού ένα τμήμα του ΑΕΠ παράγεται από μισθωτούς. Αντίθετα, η μέτρηση της μεταβολής της απασχόλησης από τους παραπάνω φορείς γίνεται με βάση τη μεταβολή του λόγου του ΑΕΠ προς τη συνολική απασχόληση, γεγονός που οδηγεί σε υπερεκτίμηση της ανόδου της παραγωγικότητας.

Πράγματι, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι μισθωτοί στη χώρα μας αποτελούν το 63,6% της συνολικής απασχόλησης, ενώ στη ζώνη του ευρώ φτάνουν το 84,6%. Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΣΥΕ, μεταξύ 2000 και 2006 η συνολική απασχόληση αυξήθηκε κατά 8,9%, ενώ οι απασχολούμενοι μισθωτοί κατά 18,9%. Όλα αυτά τα στοιχεία οδηγούν σε διαφορετικές εκτιμήσεις για τον ρυθμό μεταβολής της παραγωγικότητας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (με τον δικό της ορισμό) κατά την εξαετία 2001 – 2006, η παραγωγικότητα αυξήθηκε σωρευτικά κατά 12,6%, ενώ με τις μετρήσεις των άλλων φορέων κατά 19,8%. Αντίστοιχα, η μέση αμοιβή εργασίας αυξήθηκε την ίδια εξαετία σωρευτικά κατά 38,5%, κατά την Τράπεζα της Ελλάδος, ή κατά 45,9% κατά το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, ενώ οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 16% περίπου.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι στην πραγματικότητα, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες εργαζόμενοι, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας είναι σημαντικός και, το κυριότερο, δεν πάει χαμένος. Κάποιο όφελος αφήνει και στους εργαζομένους, την απασχόληση και την οικονομία.


Σχολιάστε εδώ