Εθνικός ύμνος

Κανονικά θα ‘πρεπε η ημερομηνία αυτή να αποτελεί μια αφορμή αυτοκριτικής και εθνικού προβληματισμού, για το ποιοι είμαστε και πού βαδίζουμε. Ίσως για να βρούμε μια εξήγηση γιατί το πιο σοβαρό εθνικό μας θέμα εξελίσσεται κάθε χρόνο και χειρότερα.

Δεν μου αρέσουν τα ψέματα και οφείλω να ομολογήσω ότι και εγώ που αυτό τον καιρό ασχολούμαι κάπως έντονα με το Κυπριακό, δεν αξιοποίησα με την ανάλογη περισυλλογή αυτήν την ενοχλητική επέτειο. Ίσως να μην το αντέχει η ψυχή μας και το φιλότιμό μας να βλέπουμε στην τουρκοκρατούμενη Λευκωσία τ’ ασκέρια να παρελαύνουν με το γελοίο χιτλερικό βήμα της χήνας, γιορτάζοντας προκλητικά την καταστροφή μας. Είχα μάλιστα και τη μεγάλη ατυχία να επισκεφθώ τυχαία στην Κωνσταντινούπολη το Πολεμικό Μουσείο των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και να νιώσω οργή και αγανάκτηση μπροστά στο κύριο έκθεμα του μουσείου που ήταν πολεμικά λάφυρα από την Κύπρο. Μας ντροπιάζουν και μας διασύρουν ως Έλληνες και ως πατριώτες, μέσα στις αίθουσες αυτού του μουσείου, οι Τούρκοι. Πρέπει να ζήσει κανείς μερικά πράγματα, για να καταλάβει το βαθύ μίσος που έχουν αναπτύξει οι Τούρκοι για τον όπου γης Ελληνισμό.

Όταν βιώσεις ορισμένα πράγματα, τότε θα είσαι σε θέση να καταλάβεις ότι ο Τούρκος μάς επιβουλεύεται και μεθοδεύει την εξαφάνισή μας είτε είσαι καλός μαζί του είτε κακός. Αυτοί που σήμερα υποχωρούν στις τουρκικές απαιτήσεις, είτε αυτές λέγονται Σχέδιο Ανάν είτε Αιγαίο είτε Θράκη ή ακόμα και είσοδος της Τουρκίας στην ΕΕ, ασφαλώς και δεν θα ήταν τόσο υποχωρητικοί αν είχαν διεισδύσει στον τουρκικό τρόπο σκέψης.

Παρότι λοιπόν δεν θυμήθηκα, όπως θα έπρεπε, μια τέτοια μαύρη επέτειο, εντούτοις πάντα κάτι δεν με αφήνει στη ζωή μου «ν’ αγιάσω…», πάντα κάτι με σπρώχνει στη μοίρα μου. Με κάλεσαν λοιπόν μερικοί κύπριοι φοιτητές να τους μιλήσω για την εισβολή και τον πόλεμο του 1974 και για τους πυραύλους S-300. Η ομιλία αυτή με βασάνισε πολύ, κυρίως για το αν θα έπρεπε στα νέα αυτά παιδιά να πω όλη την ωμή αλήθεια ή αν θα περιοριζόμουν μόνο στη γνωστή ξύλινη γλώσσα του συμβιβασμού και της ωραιοποίησης, έστω και λίγων, στιγμών εκείνου του πολέμου, για να σώσω την τιμή των όπλων. Προτίμησα το πρώτο και ευτυχώς, γιατί βρέθηκα μπροστά σε μια οργανωμένη τελετή που και με εξέπληξε, αλλά και με δικαίωσε ως προς την επιλογή μου.

Αιφνιδιάστηκα κυριολεκτικά από τα λόγια και από το ηθικό των παιδιών. Μου είπανε, πρώτα θα ακούσετε μερικά θέματα που έχουμε ετοιμάσει και μετά θα ανεβείτε στο βήμα. Έτσι και έγινε και έζησα απίστευτες και ανεπανάληπτες στιγμές με τους νεαρούς φοιτητές. Όταν πήρε τον λόγο η πρόεδρος του συλλόγου και μέσα σε μία σελίδα απεικόνισε όλο το σημερινό δράμα της Κύπρου, ένιωσα ότι η γενιά μου δεν έκανε το χρέος της στους επιγενόμενους. Μίλησε η νεαρή πρόεδρος για τους κιοτήδες και τους προσκυνημένους, μίλησε για τους ενδοτικούς που προσπάθησαν να βάλουν από το παράθυρο το Σχέδιο Ανάν και για τους αμετανόητους που ακόμα προσπαθούν να το κάνουν βάση των όποιων συνομιλιών και διαπραγματεύσεων για την Κύπρο. Μίλησε για το ψευδοκράτος, τους νεκρούς και τους αγνοούμενους, εξήρε τη θυσία των ηρώων μας και ζήτησε τιμή στο χρέος και αγώνα για τη δικαίωση των πόθων των πατεράδων και των παππούδων τους στην Κύπρο.

Ακολούθησαν και άλλα, ακόμα και προβολή οπτικοακουστικού υλικού, και εγώ δεν μπορούσα να συνέλθω από την έκπληξη. Όταν τελετή και ομιλία έλαβαν τέλος, σηκώθηκα να χαιρετήσω και να φύγω. Τότε πραγματικά πήρα το μάθημα που μου άρμοζε. Τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, είχαν σταθεί σε στάση προσοχής και άρχισαν με παλμό νεανικό να ψάλλουν τον Ύμνο προς την Ελευθερία. Μου ήρθαν δάκρυα από το ρίγος που με διαπέρασε. Ένα εκατομμύριο σκέψεις και εικόνες περάσανε αυτομάτως από το μυαλό μου. Τι θα γινότανε πραγματικά, αν σε μια συγκέντρωση ελλαδιτών φοιτητών τολμούσε κάποιος να ψάλλει τον εθνικό μας ύμνο ή ακόμα περισσότερο να ζητήσει απ’ όλους τους παρευρισκόμενους να τραγουδήσουν έστω και ένα στιχάκι από τον εθνικό ύμνο των Ελλήνων; Στη σύναξη των κομματικών νεολαιών, στις διαδηλώσεις με τις μολότοφ, στις διαμαρτυρίες για το άρθρο 16, ποιος άραγε στ’ αλήθεια θα είχε το σθένος να πει: «πριν διαλυθούμε ας ψάλλουμε τον εθνικό μας ύμνο»;

Στις καταλήψεις στα ελληνικά ελλαδικά σχολεία βλέπουμε μόνο ασχημίες ναρκωτικών, βιασμών, καταστροφών με ιδιαίτερη μανία και όλα αυτά τα συνηθίσαμε και τα ανεχόμαστε. Παντού και πάντα στις εκδηλώσεις της ελλαδικής νεολαίας μόνο το αντεθνικό, το αντιπατριωτικό και το ασεβές έχουν πέραση. Επίσημα κόμματα υπονομεύουν κάθε εκδήλωση των νέων, για ψηφοθηρικούς λόγους και η σημαία μας είναι για πολλούς από τους πολιτικούς μας ένα πανί για κάψιμο. Δεν σεβάστηκαν ούτε τους νεκρούς μας και βάλανε φωτιά ακόμα και στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο σ’ αυτήν τη χώρα, παρά μόνο τα κοράκια της διαφθοράς.

Ακούστε τι σκαρφίστηκαν αυτοί που τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει οι μεγάλοι πολέμιοι των παρελάσεων. Βάζουν παιδιά και πετάνε στους παρελαύνοντες δεκάρες, υπογραμμίζοντας έτσι το μήνυμα ότι κάθε παρελαύνων είναι δούλος του εθνικισμού. Ναι, σαν ύστατη καταφρόνια προς αυτούς που τιμούν τους αγωνιστές μας, ρίχνουν τις δεκάρες της εξαθλίωσής τους. Δυστυχώς στους δήμους όπου κατά τις παρελάσεις συμβαίνουν αυτά άρχοντες και πολίτες τα ανέχονται, δίνοντας το έναυσμα και το δικαίωμα την επόμενη χρονιά να γίνονται ακόμα χειρότερα αίσχη.

Πολλοί που ξέρουν τον δεσμό μου με την Κύπρο, όταν πάνε επίσκεψη στο νησί, επιστρέφουν έκπληκτοι και γοητευμένοι. Κράτος με σεβασμό στους νόμους, μου λένε, σε κανένα σχολείο δεν είδαμε συνθήματα και μουντζούρες στους τοίχους, οι οδηγοί δεν βρίζουν και δεν φασκελώνουν ούτε και παραβιάζουν την προτεραιότητα, στο πανεπιστήμιο δεν ουρλιάζουν, η οικονομία τους είναι θαυμάσια, δεν πετούν σκουπίδια στους δρόμους και -απίστευτο!- δεν υπάρχει πουθενά ούτε ένας ζητιάνος. Μου ζητούν μια εξήγηση γι’ αυτά και πάντα τους απαντώ ότι όλα οφείλονται στην Παιδεία τους.

Οι Κύπριοι ήταν εκείνοι που απέρριψαν απερίφραστα το λερωμένο βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού και δεν επέτρεψαν να διδαχθεί στα παιδιά τους. Εμείς τα νιάτα της Ελλάδος τα παραδώσαμε στους Ρεπούσηδες των Οθωμανών και της παγκοσμιοποίησης. Εμείς επιλέξαμε για τα παιδιά μας νεωτερικούς δασκάλους, που διδάσκουν το αντεθνικό και το ανθελληνικό. Είναι δυνατόν ποτέ ένας νέος που ζει σε μια θερμοκοιτίδα έλλειψης αξιών και ιδανικών να γίνει χρήσιμος πολίτης στην κοινωνία και ικανός να υπερασπισθεί τα ιδανικά της φυλής; Είναι δυνατόν να μην κυλήσει στα ναρκωτικά ένας αθωράκιστος ηθικά και ψυχικά νέος; Αναμφίβολα η νεολαία μας είναι από εξαιρετική πάστα, όμως η διαπαιδαγώγηση των νέων μας και τα πρότυπα που τους βάζουμε είναι πραγματικά φρικτά.

Πολλοί που επισκέπτονται την Κύπρο μού μιλάνε με ιδιαίτερη έμφαση και για το άριστο σύστημα στρατεύσεως των νεαρών Ελληνοκυπρίων. Πάνε στρατιώτες στα δεκαοχτώ τους για δύο χρόνια και αμέσως μετά στα πανεπιστήμια που έχουν ήδη επιλέξει, ώριμοι πια λόγω απογαλάκτισης, προκόβουν και στις σπουδές τους και στη ζωή τους. Δεν υπάρχει κύπριος φοιτητής που να σπουδάζει αερολογώντας ή απουσιάζοντας από το πανεπιστήμιο. Κάποτε ένας στρατολόγος μού είχε πει μια σοφή κουβέντα. Εμείς εδώ στην Ελλάδα με το σύστημα στράτευσης που έχουμε, ωθούμε του νέους μας στην ανυποταξία και στις κομπίνες των απαλλαγών. Οι μισοί μόνο στρατεύονται και οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι «γέροντες», λίγο πάνω, λίγο κάτω από τα τριάντα. Είναι δυνατόν να σταθεί στράτευμα με αυτό το σύστημα; Υπάρχει έστω και ένας γενναίος έλληνας πολιτικός που ως υπουργός Άμυνας θα μελετούσε και θα υιοθετούσε το κυπριακό σύστημα στρατεύσεως;

Αυτός ο εθνικός ύμνος θα μου μείνει στο μυαλό ως το τέλος της ζωής μου.


Σχολιάστε εδώ