Το Μακεδονικό, αφύπνιση έστω την ύστατη στιγμή

Από τη μια πλευρά το έχουμε εγκαταλείψει επί δεκαπέντε χρόνια σε μια μη πολιτική στάση που έχει οδηγήσει στην αναγνώριση της FYROM ως Μακεδονίας από 123 χώρες έως σήμερα, ενώ ταυτόχρονα συντηρούμε την οικονομία των Σκοπίων παρά τους αλυτρωτισμούς τους. Από την άλλη όταν μπαίνει, κατά τακτά χρονικά διαστήματα, το ζήτημα του ονόματος, κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και υποστηρίζουμε πως δεν δεχόμαστε καμία αναφορά του ονόματος Μακεδονία στην ονομασία τους. Έτσι τα χρόνια περνούν, η ονομασία «Μακεδονία» εδραιώνεται και γίνεται όλο και πιο δύσκολη η εξεύρεση λύσης. Οι ηγέτες μας, πολιτικοί χωρίς όραμα και σχέδιο για τη χώρα και την περιοχή, των οποίων οι σχεδιασμοί εξαντλούνται απλώς στο πώς θα εκλεγούν στις επόμενες εκλογές, αρκούνται στο να αποφύγουν το ζήτημα για λογαριασμό τους και να το αφήνουν να κακοφορμίζει. Με μοιραία πιθανή κατάληξη τη γελοία και ταπεινωτική για την Ελλάδα θέση, της λεγόμενης «διπλής ονομασίας», όπου μόνο εμείς σε όλο τον κόσμο θα αρνιόμαστε την ονομασία «Μακεδονία». Και έτσι σταδιακώς, από κρίση σε κρίση, οδηγούμαστε μοιραίοι και άβουλοι σε μια εθνική ήττα μεγάλων διαστάσεων.

Σήμερα βρισκόμαστε πάλι μπροστά σε μια νέα έξαρση του ζητήματος. Ο υποφαινόμενος από την αρχή της εμφάνισής του προβλήματος υποστήριζε μία και την ίδια θέση, την οποία έχω εκφράσει πολλές φορές.

Είναι προφανές πως κατʼ αρχάς κατανοούμε και συμμετέχουμε στην οργή και την καταδίκη ενάντια στο φάντασμα του σλαβομακεδονικού (ή βουλγαρικού) σωβινισμού, που επανεμφανίστηκε, μια ξαφνική αναβίωση μιας αντιπαράθεσης που αιματοκύλισε και διαίρεσε τα Βαλκάνια για 80 χρόνια τουλάχιστον – από τη δεκαετία του 1860 έως αυτή του 1940. Γιʼ αυτό θεωρούμε απαράδεκτη τη στάση εκείνων, των δήθεν «αντιεθνικιστών», που επαναλαμβάνουν διαρκώς πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, και τα Σκόπια μπορούν να αυτο-ονομάζονται όπως θέλουν, άσχετα με το εάν έχουν βλέψεις εναντίον την ελληνικής Μακεδονίας και θέλουν να σφετεριστούν το όνομα και την ιστορία της Μακεδονίας. Γιʼ αυτό και συμμετείχαμε και συμμετέχουμε και σήμερα στις κινητοποιήσεις για το Μακεδονικό.

Από την άλλη πλευρά όμως θλιβόμαστε ιδιαίτερα γιατί το Μακεδονικό υπήρξε παράγοντας γελοιοποίησης της Ελλάδας, μεγάλη ευκαιρία για τους Τούρκους και άλλους άσπονδους φίλους μας σε Ανατολή και Δύση να μας απομονώσουν στα Βαλκάνια και τη διεθνή κοινότητα. Και αυτό παρόλο που μετά την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου μας δόθηκε και πάλι η δυνατότητα να αναπτύξουμε μια βαλκανική στρατηγική που θα απαντούσε στο μεγάλο εθνικό μας πρόβλημα, που είναι η τουρκική επιβουλή.

Ας μελετήσουμε λίγο την ιστορία μας σε βάθος χρόνου. Η Ελλάδα από τη γεωγραφική της θέση είναι ανοικτή τουλάχιστον προς τρεις κατευθύνσεις. Προς τα Ανατολικά, τα Βόρεια και τα Δυτικά. Και οι μεγάλες απειλές στην ιστορία μας έρχονταν πάντοτε από τα Δυτικά ή τα Ανατολικά. Οι Πέρσες, οι Άραβες και οι Τούρκοι από τα Ανατολικά, οι Ρωμαίοι, οι Φράγκοι, οι Ιταλοί κ.λπ. από τα Δυτικά. Αν την ίδια στιγμή είμαστε σε αντιπαράθεση και με τους βόρειους γείτονές μας, τότε δεν έχουμε καμία ελπίδα. Ο μεγάλος Στήβεν Ράνσιμαν αναφερόμενος στη σταδιακή κατάληψη του ύστερου Βυζαντίου από τους Τούρκους, αφού πρώτα είχαμε δεχτεί την επίθεση των Σταυροφόρων, λέει:

Αν τα ορθόδοξα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης θα ήσαν ποτέ σε θέση να συνενωθούν σε μια πραγματική συμμαχία, θα μπορούσαν νʼ ανθέξουν εναντίον της Δύσεως και εναντίον των Τούρκων. Αλλά οι εμφύλιοι πόλεμοι και η αντιπάθεια των Σλάβων της Βαλκανικής εναντίον των Ελλήνων εμπόδισε κάθε τέτοια συμμαχία.

Η Τουρκία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το μεγαλύτερο μέρος των Βαλκανίων μόνο όταν οι Βαλκανικοί λαοί την αντιμετώπισαν από κοινού, στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο. Γιʼ αυτό και προσπαθούσαμε –τουλάχιστον μερικοί και δυστυχώς όχι τόσο πολλοί– να τηρήσουμε από την αρχή μια δύσκολη στάση: Nα υποστηρίζουμε τις κινητοποιήσεις ενάντια στη σοβινιστική υφαρπαγή του ονόματος και της ιστορίας της Μακεδονίας και ταυτόχρονα να επιθυμούμε το ταχύτερο δυνατό έναν συμβιβασμό με γεωγραφική αποδοχή και μόνο του όρου Μακεδονία –του τύπου Άνω Μακεδονία, ΓκόρναΜακεντόνια– που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αναπτύξει δυναμικά μια βαλκανική πολιτική και θα όρθωνε στο εσωτερικό της Ευρώπης έναν βαλκανικό πόλο απέναντι στην Τουρκία.

Σήμερα νομίζουμε ότι έχει αποδειχτεί η ευθυκρισία μιας τέτοιας επιλογής, όπως ίσως και η εξαιρετική, πλέον, δυσκολία της να εφαρμοστεί δεδομένου ότι χάσαμε πολύτιμο χρόνο.

Οι αρνητικές επιπτώσεις

Μέχρι σήμερα υπήρξαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις. Και αναφέρουμε μερικές:

Α. Η θέση μας –ούτε Μακεδονία ούτε τα παράγωγά της– μας δημιούργησε μεγάλα και σοβαρά προβλήματα στα Βαλκάνια, εμποδίζοντάς μας να αναλάβουμε πρωτοβουλίες σε παμβαλκανικό επίπεδο, αμέσως μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Β. Αυτή η στάση μας επέτρεψε στη Δύση να μας απομονώσει και να μας δυσφημήσει διεθνώς, απομόνωση που είχε αρνητικές συνέπειες και για τους Σέρβους και για τη συνοχή των Βαλκανίων.

Γ. Αποτέλεσε ιδανική ευκαιρία για τους Τούρκους να διεισδύσουν στα Σκόπια και να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν έναν άξονα Αλβανία-Σκόπια-Βουλγαρία ενάντια στην Ελλάδα και τη Σερβία και να προωθήσουν συνολικά τις τουρκικές διεκδικήσεις ενάντια στην Ελλάδα.

Δ. Σε περίπτωση κρίσης του εν πολλοίς τεχνητού κράτους των Σκοπίων, με πιθανή απόσχιση των Αλβανών, κινδυνεύει, όσο διατηρείται η αντιπαράθεση, να οδηγήσει τους Σκοπιανούς στη Βουλγαρία και να μας ξαναφέρει το πρόβλημα πολύ χειρότερο, ως ελληνοβουλγαρική αντιπαράθεση. Και στη Βουλγαρία υπάρχουν εν υπνώσει ισχυρές σοβινιστικές ανθελληνικές αγκυλώσεις, τις οποίες θα σπεύσει να εκμεταλλευτεί η Τουρκία.

Ε. Επέτρεψε στο εσωτερικό της χώρας στις λεγόμενες «αντι-εθνικιστικές» δυνάμεις να συσπειρώσουν σχετικά εύκολα τις από παράδοση «διεθνιστικές» δυνάμεις της αριστεράς σε ένα «αντιμακεδονικό μέτωπο».

Αυτή η συσπείρωση είχε πολύ αρνητικές συνέπειες. Διότι απομάκρυνε από τα εθνικά θέματα ένα σημαντικό ποσοστό διανοουμένων που ταλαντεύονταν και τους έριξε στο στρατόπεδο του άκριτου ευρωπαϊσμού.

Έτσι είδαμε τμήματα της Αριστεράς που σε σχέση με το Κυπριακό ή την Τουρκία στο παρελθόν είχαν γενικά σωστή στάση να μεταβάλουν τη στάση τους με βάση το «Μακεδονικό».

ΣΤ. Τέλος στο δικό μας στρατόπεδο, των «πατριωτικών δυνάμεων», ενίσχυσε τις τάσεις στον «μικροεθνικισμό», του τύπου: «αγώνας εναντίον όλων των γειτόνων μας, ως εχθρών της Ελλάδας», τη στιγμή που ήταν αναγκαία μια «μεγάλη» εθνική αντισοβινιστική πολιτική στα Βαλκάνια, έστω και αν υποχρεωνόμαστε και σε μερικούς οδυνηρούς συμβιβασμούς, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τον βασικό αντίπαλό μας, την επεκτατική Τουρκία.

Tι μπορεί να γίνει σήμερα

Σήμερα δυστυχώς με την αλλοπρόσαλλη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων έχουν παγιωθεί τα αρνητικά χαρακτηριστικά.

Αυτό που σήμερα πια μπορεί να γίνει είναι από τη μια να επιμείνουμε στο σύνθετο όνομα, ενός γεωγραφικού και μόνο προσδιορισμού, που αποτελεί την έσχατη υποχώρηση που μπορούμε να κάνουμε –διότι βέβαια δεν μπορούμε να χαρίσουμε τη Μακεδονία στους Σλαβομακεδόνες– και από την άλλη να προωθήσουμε μια πολιτική σύσφιγξης των βαλκανικών σχέσεων και απομόνωση των Σκοπίων σε όλα τα διεθνή φόρα.

Μια τέτοια πολιτική θα υποχρεώσει σταδιακά την κυβέρνηση των Σκοπίων σε αναθεώρηση της σοβινιστικής της πολιτικής, δεδομένου ότι θα παραμένει έξω από τις βαλκανικές και ευρωπαϊκές διεργασίες – έρμαιο των καλών διαθέσεων της Αλβανίας και της Τουρκίας. Γιατί οι Σλαβομακεδόνες απειλούνται κυρίως από τη συμπαγή παρουσία και τον πιθανό αλυτρωτισμό της αλβανικής κοινότητας και μια σταθεροποίηση των σχέσεών τους με την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία είναι απολύτως αναγκαία για να παραμείνει βιώσιμο το κράτος τους. Μια διαδικασία βαλκανικής συνεννόησης είναι όρος ζωής ή θανάτου για τους Σλαβομακεδόνες.

Και δεν θέλουν να το κατανοήσουν γιατί η Ελλάδα δεν έχει κάνει τίποτε για να τους υποχρεώσει να το κάνουν. Όταν τα Σκόπια απολαμβάνουν όλα τα κέρδη από την Ελλάδα –οικονομική βοήθεια και επενδύσεις– και την ίδια στιγμή δεν χρειάζεται να παραχωρήσουν τίποτε, τότε για ποιον λόγο άραγε να κάνουν οποιαδήποτε υποχώρηση; Αντίθετα αποθρασύνονται, φτάνοντας πλέον να διεκδικούν και τον… Μέγα Αλέξανδρο ή την αρχαία Μακεδονία!

Η Ελλάδα πρέπει να καταγγείλει σε όλα τα διεθνή φόρα και ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον σλαβομακεδονικό αλυτρωτισμό, να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στα Σκόπια και βέβαια να βάλει βέτο στην είσοδό τους με το όνομα FYROM στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Διότι βέβαια καθόλου δεν ενοχλεί τα Σκόπια αν για ένα διάστημα τουλάχιστον αποκαλούνται ως FYROM στα επίσημα όργανα των Διεθνών Οργανισμών, αφού όλοι εκτός από εμάς θα τους αποκαλούν με το όνομα «Μακεδονία».

Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να μπουν σʼ αυτούς τους οργανισμούς. Και εμείς πρέπει να είμαστε αταλάντευτοι. Όσο δεν αποδέχονται έναν συμβιβασμό ο οποίος είναι οδυνηρός πρωτίστως για μας δεν υπάρχει περίπτωση εισδοχής τους σʼ αυτούς.

Σήμερα, ίσως είναι ήδη πολύ δύσκολο να ανατρέψουμε τα τετελεσμένα μιας ακηδίας των ελίτ μας σχεδόν επί δύο δεκαετίες. Ωστόσο δεν έχουμε άλλο δρόμο από μία αταλάντευτη στάση αρχών.


Σχολιάστε εδώ