Η αδιαλλαξία των Σκοπίων

Την αδιαλλαξία αυτήν τροφοδότησε όλα τα προηγούμενα χρόνια, ιδίως από την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και μετά, τόσο ο διεθνής παράγων, προεξαρχουσών των ΗΠΑ, όσο και -κυρίως- η αδυναμία της Αθήνας να χαράξει μια στρατηγική με ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές κατά τρόπο αξιόπιστο, δηλαδή πολιτικά ορατό από την άλλη πλευρά.

Το πρόσφατο επιδεικτικό και σκηνοθετημένο ολίσθημα στο οποίο «υπέπεσε» ο Πρόεδρος της ΠΓΔΜ από το βήμα του ΟΗΕ προσέδωσε στη χώρα μας μια ευκαιρία, αλλά και μια προειδοποίηση. Ο εμπαιγμός της οποιασδήποτε διαμεσολαβητικής διαδικασίας «όσο και να συζητούμε, το όνομα της χώρας μου ήταν και θα παραμείνει Δημοκρατία της Μακεδονίας» και μάλιστα από το βήμα του Οργανισμού, ο οποίος διενεργεί αυτήν τη διαδικασία, αυξάνει τη διεθνή βάση νομιμοποίησης ενός δυνητικού ελλαδικού βέτο τον ερχόμενο Δεκέμβριο και Απρίλιο.

Παράλληλα όμως αυτή η αδιάλλακτη στάση αναδεικνύει την ενδυναμωμένη πεποίθηση της ηγεσίας των Σκοπίων έναντι της Αθήνας και της διεθνούς κοινότητας ότι η Ελλάδα τελικά δεν πρόκειται να ασκήσει βέτο. Όσο τα Σκόπια διατηρούν αυτήν την πεποίθηση δεν πρόκειται να κινηθούν ούτε χιλιοστόμετρο. Το κρίσιμο ζητούμενο συνίσταται στη διατύπωση εκείνων των τακτικών κινήσεων από την Αθήνα που αυξάνουν την <Β> αποτρεπτική αξιοπιστία <Δ> του μηνύματός τους προς τις ΗΠΑ, τις Βρυξέλλες και προς τα Σκόπια ότι η Αθήνα εννοεί απολύτως και απαρεγκλίτως το βέτο τον Απρίλιο του 2008.

Οι κινήσεις που έγιναν μέχρι σήμερα φαίνεται πως έχουν πείσει Αμερικανούς και Ευρωπαίους πως η Αθήνα εννοεί αυτό που λέει, αφού δεν έχει τη δυνατότητα άλλων κινήσεων, προκειμένου να διαφυλάξει την αξιοπιστία και το κύρος της στην περιοχή. Η κυβέρνηση Καραμανλή έχει διαμηνύσει στους εταίρους μας πως είναι πρόθυμη και αποφασισμένη να προχωρήσει σε έναν έντιμο και σοβαρό συμβιβασμό, που να διαφυλάττει τα συμφέροντα της χώρα μας και να μπορεί να νομιμοποιηθεί στην ελληνική κοινή γνώμη.

Πρέπει εδώ να υπογραμμίσει κανείς πως το θέμα του ονόματος ήταν εξαρχής και παραμένει έως σήμερα συνδεδεμένο με έναν δομικό αλυτρωτισμό, ο οποίος δεν περιορίζεται στα ίδια τα Σκόπια αλλά έχει παγκόσμιες διαστάσεις, αμφισβητώντας ευθέως τον πολιτισμό και την εθνική ταυτότητα της χώρας. Όντας λοιπόν το όνομα όχημα αλυτρωτισμού, η όποια σύνθετη ονομασία οφείλει να παραπέμπει αποκλειστικά σε γεωγραφικό προσδιορισμό ο οποίος να ακυρώνει ή να στερεί από τους Σκοπιανούς το όπλο της προπαγάνδας. Τα Σκόπια είναι υποχρεωμένα εκ των πραγμάτων, στο πλαίσιο εταιρικής τους σχέσης με την Ελλάδα και το ΝΑΤΟ, αλλά και της υπαρξιακής απειλής που αντιμετωπίζουν στο εσωτερικό τους από τον αλβανικό πληθυσμό, να συμφιλιωθούν με την ιδέα της εγκατάλειψης ενός -εδώ και δεκαετίες καλλιεργούμενου αλυτρωτισμού- και της ανάπτυξης μιας νέας αληθινής ταυτότητας για το κράτος τους.

Πέραν τούτου, που παραπέμπει στον κρίσιμο τομέα της αξιοπιστίας, ο πυρήνας της ελληνικής στρατηγικής αποσκοπεί στην αξιοποίηση πολιτικών, διπλωματικών αλλά και οικονομικών μέσων που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν κλιμακωτά προς την κατεύθυνση πρόκλησης άμεσου κόστους στην ηγεσία των Σκοπίων, προκειμένου να καμφθεί η άτεγκτη αδιαλλαξία τους. Με δεδομένη τη διεθνή και εσωτερική πολιτική συγκυρία, η πρώτη κίνηση στην οποία θα μπορούσε να προβεί η ελλαδική πλευρά είναι η ανακοίνωση ότι -λόγω της συνεχιζόμενης αλυτρωτικής προπαγάνδας της ΠΓΔΜ- η Αθήνα «δεν αισθάνεται πλέον δεσμευμένη από την αναφερόμενη στην Ενδιάμεση Συμφωνία υποχρέωσή της να μην παρεμποδίζει την ενταξιακή -σε ΝΑΤΟ και ΕΕ- υποψηφιότητα των Σκοπίων με την ονομασία ΠΓΔΜ». Η κίνηση αυτή κρίνεται ως η πλέον ενδεδειγμένη για τους ακόλουθους λόγους:

(α) Δεν εμφανίζεται να καταγγέλλει το σύνολο της Ενδιάμεσης Συμφωνίας ούτε προβαίνει στις νομικές ενέργειες που απαιτούνται για την καταγγελία της συμφωνίας, αλλά παράλληλα ξεκαθαρίζει στα Σκόπια ότι ενδεχόμενη προσπάθειά τους να περάσουν στο ΝΑΤΟ «από την κλειδαρότρυπα» με την ονομασία ΠΓΔΜ δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή.

(β) Προειδοποιεί εμμέσως τα Σκόπια ότι σε περίπτωση που εμμείνουν στην αδιάλλακτη στάση τους η Ελλάδα θα μπορέσει να καταγγείλει την Ενδιάμεση Συμφωνία στο σύνολό της.

Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσει κανείς πως πρόκειται για μια περίοδο εξαιρετικά λεπτών χειρισμών τόσο στο τακτικό όσο και το στρατηγικό επίπεδο, όπου οι κινητοποιήσεις με συνθήματα και λαϊκισμούς δεν βοηθούν. Είναι πρόδηλο πως η Αθήνα δεν δικαιούται για λόγους κύρους και ουσίας να χάσει αυτήν τη διπλωματική μάχη.


Σχολιάστε εδώ