Μεταναστευτικό και εθνική συνοχή εν αναμονή πατριωτικού φορέα…
Τα άρθρα (και τα αξιοσύστατα βιβλία του κ. Καραμπελιά για το ’22 και το 1204) έχουν τα γοητευτικά αποτυπώματα ενός από τα σπανίζοντα ελεύθερα, γόνιμα και σπινθηροβόλα πνεύματα, στο περιθώριο του κατεστημένου πολιτικού και πνευματικού τέλματος. Σπανίως ο προβληματιζόμενος για το μέλλον του τόπου του Έλληνας έχει να διατυπώσει επιφυλάξεις σε επί μέρους σημεία των άρθρων του κ. Καραμπελιά.
Αλλά στο προκείμενο άρθρο χρήζει προσοχής και προβληματισμού η λύση που οι συντάκτες προτείνουν για το εκρηκτικό πρόβλημα της ανεξέλεγκτης εισροής μεταναστευτικών μαζών στο ελλαδικό κρατίδιο, στο πλαίσιο της κριτικής που ασκούν στη δημαγωγική -κατά τη διάγνωσή τους- εκμετάλλευση του μεταναστατευτικού προβλήματος από τον ΛΑΟΣ, στο άρθρο της περασμένης Κυριακής.
Ως τρόπο αντιμετώπισης αυτού που αναγνωρίζουν ως «κίνδυνο για την εθνική και κοινωνική συνοχή», εισηγούνται: «την ισότιμη ένταξη στην αγορά εργασίας όσων μεταναστών θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα. Και την ταυτόχρονη ενσωμάτωσή τους στον ελληνικό πολιτισμό.»
Προσθέτουν ότι όσο παγκοσμιοποίηση και καπιταλισμός καταστρέφουν τις κοινωνικές δομές του Τρίτου Κόσμου, «τίποτα δεν θα σταματήσει εκατομμύρια μετανάστες τον χρόνο, αν δεν προωθηθεί ένα μοντέλο αυτοανάπτυξης στις χώρες τους με την απαραίτητη συμβολή των αναπτυγμένων χωρών.»
Αναπάντητα ερωτήματα
Για την ισότιμη ένταξη στην αγορά εργασίας -αλλά, θα προσέθετα, σε τομείς όπου η εγχώρια προσφορά είναι ανεπαρκής- ουδείς μπορεί να έχει αντίρρηση. Μεγάλη συζήτηση σηκώνει όμως το δεύτερο σκέλος της προτεινόμενης λύσης για «την ταυτόχρονη ενσωμάτωσή τους στον ελληνικό πολιτισμό» – με την προφανή στο άρθρο στόχευση την εθνική αφομοίωσή τους. Αφού μόνον έτσι μπορεί λογικά να αποσοβηθεί ο κίνδυνος για την εθνική και κοινωνική συνοχή.
Αλλά εδώ ανακύπτουν δύο αναπάντητα ερωτήματα:
– Περιλαμβάνουν οι αρθρογράφοι και τις θρησκευτικές παραδόσεις στον ελληνικό πολιτισμό;
– Πιστεύουν ότι υπάρχουν, σήμερα, οι ρεαλιστικές προϋποθέσεις ενός τέτοιου ηράκλειου άθλου (της εθνικής πολιτισμικής «ενσωμάτωσης» πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ετεροθρήσκων αλλοεθνών);
Οι ρεαλιστικές προϋποθέσεις της «ενσωμάτωσης» περιλαμβάνουν τη συντριπτική πολιτισμική υπεροχή της χώρας υποδοχής, την ύπαρξη σ’ αυτήν τη χώρα της βούλησης και της δυνατότητας να αφομοιώσει το μεταναστευτικό σώμα, αλλά και τη διαθεσιμότητα των υποκειμένων σ’ αυτήν τη στόχευση.
Ιστορικά προηγούμενα δεν έχουν ισχύ ως επιχείρημα στο σημερινό διεθνές περιβάλλον και τη σημερινή ελλαδική πραγματικότητα. Επειδή, πρώτον, το διεθνώς κυρίαρχο σήμερα σύστημα της παγκοσμιοποίησης ευνοεί και υποθάλπει την αυτονόμηση των μειονοτήτων. Επειδή, δεύτερον, η δεδομένη χώρα υποδοχής ούτε τη συντριπτική πολιτισμική υπεροχή διαθέτει πλέον ούτε την αφομοιωτική βούληση και ικανότητα. (Δεν διαφωνούν, νομίζω, οι συντάκτες του άρθρου ότι η ηγεμονία της «χαβιαροαριστερής» σχολής σκέψης, στους -υπό διάφορες πολιτικές ετικέτες- θιασώτες της νεοταξικής παγκοσμιοποίησης, αντιτάσσεται στη λύση που εισηγούνται.) Και επειδή, τρίτον, οι κατά πλειοψηφίαν όμοροι μετανάστες, με σφριγηλή εθνική συνείδηση και συμμετοχή στο «πατριωτικό όραμα», αλλά και οι άλλοι, διαφορετικού θρησκεύματος, δεν εμφορούνται από υπερχειλίζουσα φιλοδοξία να ενσωματωθούν στον «ελληνικό πολιτισμό». Αντλούν από εδώ ό,τι τους προσφέρεται, διατηρώντας ακέραια τα ιδιαίτερα πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους και την πατρώα εθνική τους συνείδηση και προσήλωση. Τουλάχιστον οι γειτονικής προέλευσης, που αποτελούν και τη μεγάλη πλειοψηφία.
Επειδή, επί πλέον, η χώρα αυτή δεν μπορεί να επιβάλει στη διεθνή κοινότητα, ούτε να προωθήσει μόνη της, ένα μοντέλο αυτοανάπτυξης στις χώρες προέλευσης για να σταματήσει τα εκατομμύρια των επερχομένων μεταναστών, τι το εφικτό απομένει ως αποτρεπτικό του κινδύνου που απειλεί (όπως διαπιστώνουν οι συντάκτες του άρθρου) την εθνική και κοινωνική συνοχή της; Φοβούμαι ότι το ερώτημα, οσοδήποτε επώδυνο, δεν επιτρέπει υπεκφυγές και αξιώνει μιαν ορθολογική, ρεαλιστικήν απάντηση.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία
Ευρωπαϊκές χώρες, απείρως ισχυρότερες οικονομικά, πολιτισμικά και σε κρατική οργάνωση, ανακαλύπτουν τώρα, με τρόπο τραυματικό, τα παροράματα της παλαιότερης μεταναστευτικής πολιτικής τους και σπεύδουν σε διορθώσεις. Με περιορισμούς και επιλεκτικές άδειες εισόδου και εργασίας σε ειδικότητες όπου υπάρχουν κενά δυσαναπλήρωτα από τη γηγενή προσφορά και ειδικότερα σε τομείς υψηλής τεχνολογίας και προστιθεμένης αξίας. Αλλά οι συνέπειες των αρχικών τους σφαλμάτων τις καταδιώκουν.
Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, η Ελβετία ως χώρα υποδοχής πολιτικών προσφύγων υπήρξε η περισσότερο προνοητική και μεθοδική στην πολιτική της. Άδεια εισόδου εδίδετο σε επήλυδες για προκαθορισμένο προορισμό σε συγκεκριμένο καντόνι και συγκεκριμένη περιφέρεια, στα όρια προκαθορισμένου αριθμού, για την εξασφάλιση διασποράς του ξένου στοιχείου, διευκόλυνσης της απορρόφησης και αφομοίωσής του και αποφυγής της δημιουργίας συμπαγών κοινοτήτων, γκέτο και γηγενών αντανακλαστικών απόρριψης και ρατσισμού. Σε πείσμα αυτής της λελογισμένης πολιτικής, το ξενοφοβικό Λαϊκό Κόμμα του κ. Κριστόφ Μπλόχερ αναμένεται να σαρώσει στις επικείμενες εκλογές της άκρως συντηρητικής Ελβετίας.
Η Ελλάδα δεν είναι Ελβετία, από οποιανδήποτε άποψη. Δεν περιβάλλεται από τους γείτονες της Ελβετίας, δεν προστατεύεται από τον ιδιοτελή σεβασμό της παραδοσιακής ουδετερότητας διεθνούς θησαυροφυλακίου, δεν διαθέτει την άρτια κρατική της οργάνωση και την πεισματική προσήλωση των πολιτών της στα χιονισμένα βουνά τους.
Η Ελλάδα περιβάλλεται από επίβουλους και αρπακτικούς γείτονες, το κράτος της είναι σε κατάσταση πλήρους διάλυσης, ο λαός της είναι παραδοσιακά προοδευτικός, φιλόξενος, εύπιστος και κοσμοπολίτης και γι’ αυτό ιδιαίτερα ευπρόσβλητος σε δημογραφική αλλοίωση και σε επιχειρήσεις νεοταξικής αλλοτρίωσης. Το μεταναστευτικό στοιχείο υπερβαίνει τώρα σημαντικά το ένα δέκατο του πληθυσμού της -ποσοστό ρεκόρ στην Ευρωπαϊκή Ένωση- ενώ αναμένονται νέα, ορμητικά κύματα μεταναστών. Ευεξήγητα ανακλαστικά ξενοφοβίας είναι ήδη προάγγελος των συνεπειών για την κοινωνική συνοχή…
Το αναπάντητο ερώτημα, που ανακύπτει από το άρθρο των κυρίων Καραμπελιά και Ρακκά μένει απειλητικά μετέωρο…
Μια αιρετική άποψη
Πολύ συγκεκριμένα: Τι υπάρχει τώρα διαθέσιμο, όχι απλώς ευκταίο, ως πολιτική εκπροσώπηση όσων απασχολεί αυτός ο κίνδυνος για την εθνική και κοινωνική συνοχή, ως υπολογίσιμη πολιτική δύναμη αποτροπής κατά εξωγενών σχεδίων και εσωγενών εμπνεύσεων αποδόμησης του έθνους, με την παντοειδή εισαγωγή πολυπολιτισμικότητας, υπό μορφή προσώπων, παραδόσεων και εργαλειακής παιδείας; Και απλούστερα: ποιος, με πρόσβαση στο βήμα της Βουλής και στα μέσα μαζικού επηρεασμού, θα αντιμετωπίσει την ιδεολογική τρομοκρατία του κ. Αλαβάνου και παντοίων συντρόφων του με τον γκεμπελικού τύπου στιγματισμό ως «πατριδοκάπηλου», «εθνικιστή» ή «σωβινιστή», οποιουδήποτε διαφωνεί με τις δικές του «προοδευτικές» απόψεις για το Κυπριακό, το Μακεδονικό, τη διδασκαλία της Ιστορίας ή την κατάργηση των αμυντικών δαπανών και των «αναχρονιστικών» και «ιμπεριαλιστικών» μαθητικών παρελάσεων στις εθνικές επετείους;
Αυτό, κατά την αιρετική άποψη του γράφοντος, είναι το πρωτεύον ερώτημα. Που αξιώνει επείγουσα απάντηση και υπερβαίνει σε σημασία εκείνο του τίτλου στο υπό συζήτηση άρθρο, εάν δηλαδή ο ΛΑΟΣ είναι φορέας του πατριωτικού χώρου, η απλώς επιδίδεται σε δημαγωγική εκμετάλλευση του Μεταναστευτικού. Στο δευτερεύον ερώτημα θα απαντήσει πειστικά μόνο η πολιτεία αυτού του κόμματος, το οποίο και εξ αυτής θα κριθεί από το εκλογικό σώμα. Η υποκρισία είναι άλλωστε μισή αρετή -όπως συνήθιζε να λέει ο αείμνηστος Ηλίας Ηλιού– και μισή αρετή, δημόσια προβαλλόμενη, είναι χρησιμότερη από τη φίμωσή της με μια δίκη προθέσεων. Όλοι γνωρίζουμε άλλωστε, σ’ αυτό τον τόπο, ότι ιδιαίτερα στην πολιτική τους σταδιοδρομία οι άνθρωποι συχνά απεκδύονται το ένδυμα της αφετηρίας τους.
Συμπερασματικά: Μπορεί το υπό εξέταση κόμμα να μην είναι ο συμπαθέστερος διερμηνέας του πατριωτικού χώρου, αλλά είναι η μόνη ηχηρή καμπάνα κινδύνου και η μόνη διαθέσιμη ομάδα κρίσιμης πίεσης σ’ αυτήν τη Βουλή για την ανάσχεση της διαπιστωμένης ροπής θυσίας της εθνικής και κοινωνικής συνοχής στα θέλγητρα και τις συνταγές της νεοταξικής παγκοσμιοποίησης. Και η λογική -αυτής της αιρετικής θεώρησης- θα συνιστούσε, αντί της συμβολής στην υπονόμευση της επιθυμητής αποτρεπτικής λειτουργίας του, στην κριτική παρακολούθησή της.
Μέχρις ότου προσωπικότητες με πατριωτικούς τίτλους δοκιμασμένης γνησιότητας κατορθώσουν να συνενωθούν, να συσπειρώσουν τις πολιτικά ακάλυπτες λαϊκές δυνάμεις και να καταλάβουν θέσεις αποφασιστικής επιρροής για τη συγκρότηση αμυντικού μετώπου και την προστασία της εθνικής συνοχής, επιβίωσης και συνέχειας.