ΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ «ΚΑΡΤΕΛ» ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ξένων γλωσσών η Επιτροπή Ανταγωνισμού!

Πρακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου παραπέμπονται στο μέλλον και αυτό προκαλεί ερωτήματα αν όχι μαύρες σκέψεις για το «οικονομικό» περιβάλλον που ακυρώνει κάθε έννοια δωρεάν Παιδείας. Πολύ δεν περισσότερο αν ληφθούν υπ’ όψιν και τα αδιαφανή κριτήρια με τα οποία επιλέγονται συγκεκριμένα βιβλία.

Τα αγγλόγλωσσα δεν εκτυπώνονται από το Δημόσιο και δεν μοιράζονται σε Δημοτικά – Γυμνάσια δωρεάν όπως των ελληνικών μαθημάτων ενώ, όπως απεκάλυψε το «Π» την προηγούμενη Κυριακή, το κόστος τους για τις οικογένειες των μαθητών προσεγγίζει τα 100 εκατομμύρια ευρώ.

Τα έσοδα των εταιρειών έκδοσης ή εισαγωγής και εμπορίας των βιβλίων συμβάλλουν πάρα πολύ στη γεωμετρική αύξηση των κερδών μερικών επιχειρήσεων του κλάδου, που κυριαρχούν στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και στην αγορά των φροντιστηρίων του ιδιωτικού τομέα.

Είναι ενδεικτικές οι περιπτώσεις των ισολογισμών επιχειρήσεων, όπως η Hillside Press ή η Εκδοτική-Εμπορική Ντόνζελ-Ψαράκη ΑΕ, που εμφανίζουν κέρδη προς διάθεση άνω του 1,1 εκατ. ευρώ και του 1,8 εκατ. αντιστοίχως.

Το κόστος των βιβλίων που διανέμονται στα εκπαιδευόμενα νιάτα ξεκινούν από τα επτά ευρώ και φθάνουν ακόμη και τα 46, σε πολλές δε περιπτώσεις κοστίζουν ακόμη και το διπλάσιο απ’ όσο πωλούνται σε χώρες όπως η Πολωνία ή η Ουγγαρία.

Βεβαίως, η κερδοφορία από την εμπορία εκπαιδευτικών βιβλίων δεν είναι κακή ή παράνομη, αλλά προβληματίζει η ανευθυνότητα ή έστω η σύγχυση πολιτικής του κράτους, το οποίο εγκαταλείπει επιλεκτικά τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη δωρεάν παιδεία. Όπως και η αδράνεια των ελεγκτικών αρχών.

Κάποιες επιχειρήσεις ελέγχονται για εναρμονισμένη πρακτική, για νόθευση του ανταγωνισμού και, μάλιστα, με τη βούλα της αρμόδιας Επιτροπής η οποία ωστόσο αφήνει τη βούλα της στο συρτάρι.

Αποτέλεσμα είναι να χρονίζουν οι αποφάσεις για συγκεκριμένες προσφυγές επιχειρήσεων εναντίον της πρακτικής κάποιων άλλων, όπως καταγγέλλεται (με στοιχεία) στο «Π».

Για παράδειγμα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε χρειασθεί περίπου δυόμισι χρόνια ώστε να καταλήξει σε εισήγηση για συγκεκριμένες υποθέσεις: Προσφυγή εναντίον της «Απόλλων ΑΕ Έκδοσης και Διακίνησης Εκπαιδευτικού Βιβλίου», καθώς και αυτεπάγγελτη έρευνα της Επιτροπής σε βάρος της «Ευσταθιάδης Group AE».

Η εισήγηση της Επιτροπής κατέληξε σε επιβολή προστίμου περί τα 5 εκατομμύρια ευρώ στις δύο ελεγχθείσες εταιρείες, για εναρμονισμένη πολιτική τιμών και μάλιστα από δεσπόζουσα θέση στον κλάδο.

Εν τούτοις, οι αποφάσεις γι’ αυτήν την υπόθεση και για άλλες πάγωσαν μόλις «έσκασε» η περιβόητη υπόθεση των «κουμπάρων» και του καρτέλ γάλακτος. «Να μπουν οι υποθέσεις στο χρονοντούλαπο» είναι ο στόχος των καθυστερήσεων, δηλώνει στο «Π» γνώστης του παρασκηνίου των υποθέσεων.

Όπως τονίζει, η Επιτροπή χρειάσθηκε τρεις μήνες για να καθαρογράψει την -τριών σελίδων- εισήγηση του 2006 στην υπόθεση των εταιρειών έκδοσης ή εισαγωγής αγγλικών βιβλίων, ενώ «παρανόμως δεν εξέτασε τις εγκαλούμενες επιχειρήσεις κατά τα έτη 2004 και 2005».

Όπως προβλέπει ο συνομιλητής του «Π», η τελική κρίση της υπόθεσης «παραπέμπεται προς το μέσον του 2009, μία επταετία από την προσφυγή», παρότι είναι διαρκείς οι οχλήσεις των ενδιαφερομένων στην Επιτροπή, η οποία δεσμεύεται «να συνεχίσει τον έλεγχο κατά προτεραιότητα», όπως αναφέρει σε έγγραφό της από τις 18 του περασμένου μηνός Σεπτεμβρίου.

Η Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει κάνει αποδεκτές καταγγελίες ιδιωτών για τις καθυστερήσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και θα καλέσει στο αμέσως προσεχές διάστημα εκπρόσωπο της Αθήνας για να μάθει τη θέση και τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Γνώστες της υπόθεσης δηλώνουν οργισμένοι πως «είναι εύλογο το ότι η Ελλάδα περιλαμβάνεται στις πιο διεφθαρμένες χώρες της ΕΕ και, ταυτοχρόνως, η Επιτροπή Ανταγωνισμού βρίσκεται μόλις στην 36η θέση των Εθνικών Αρχών για τον Ανταγωνισμό μεταξύ των 38 από ευρωπαϊκές χώρες».

Οι ίδιες πηγές καταλογίζουν αναποτελεσματικότητα στην Επιτροπή και τον πρόεδρό της Βασίλη Ζησιμόπουλο.

Και ρωτούν: «Πόσες υποθέσεις ελέγχου και κυρώσεων έχουν ολοκληρωθεί επί της θητείας Ζησιμόπουλου, η οποία -όπως και άλλων κορυφαίων στελεχών τής Επιτροπής- έχει ξεκινήσει από την εποχή της κυβέρνησης Σημίτη και δεν έχει διακοπεί κατά τις κυβερνήσεις Καραμανλή;».


Σχολιάστε εδώ