ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ προκαλεί η πιστωτική ασφυξία

Η δήλωσή του δεν έγινε μια τυχαία ημέρα, αλλά όταν στην Αγγλία εκτυλίσσονταν σκηνές που παρέπεμπαν στην Αργεντινή του Δεκέμβρη του 2001: ουρές εκατοντάδων μέτρων έξω από τα υποκαταστήματα μιας κτηματικής τράπεζας από κόσμο που στριμωχνόταν να αποσύρει τις καταθέσεις του άρον άρον. Εκείνη δε τη μέρα, για μία
τουλάχιστον φορά, το ερώτημα που δέσποζε στο εξώφυλλο του κορυφαίου σκανδαλοθηρικού ταμπλόιντ απασχολούσε όλη την κοινωνία: «Πόσο ασφαλή είναι τα λεφτά μας;»

Tο θρίλερ που ξεκίνησε να προβάλλεται επίσημα στις ευρωπαϊκές οθόνες την προηγούμενη Παρασκευή είχε προαναγγελθεί από καιρό. Μήνες τώρα ο οικονομικός Τύπος κι εκθέσεις επίσημων οργανισμών υποδείκνυαν την αμερικανική αγορά στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου ως κάτι περισσότερο από πιθανή εστία έντασης. Τα κακά νέα ήρθαν στις αρχές Ιουνίου όταν δύο κερδοσκοπικά κεφάλαια αντισταθμιστικού κινδύνου χρεοκόπησαν, επιβεβαιώνοντας τις φήμες παρασέρνοντας και δυο γερμανικές τράπεζες που δραστηριοποιούνταν στον ίδιο κλάδο. Το κακό όμως δεν σταμάτησε εκεί. Δεν περιορίστηκε δηλαδή στην αμερικανική κτηματαγορά.

Πολύ γρήγορα η κρίση στην αμερικανική αγορά στεγαστικών δανείων χαμηλής διαβάθμισης (που αντιπροσωπεύει το 10% της αξίας της συνολικής αμερικανικής αγοράς στεγαστικών δανείων και δεν αφορά παρά ένα απειροελάχιστο κλάσμα της συνολικής αξίας της πιστωτικής αγοράς) άρχισε να αποκτά διαστάσεις χιονοστιβάδας, πλήττοντας όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ο μηχανισμός δε που επέτρεψε την αστραπιαία και καταστροφική μετάδοση της κρίσης δεν ήταν και τόσο προφανής στους μη επαΐοντες, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα. Σε αδρές γραμμές αυτός ο μηχανισμός είχε στη μια άκρη του την πλημμυρίδα κεφαλαίων που τοποθετούνταν στην κτηματαγορά, με αποτέλεσμα οι ρυθμοί ανάπτυξής της να είναι πολλαπλάσιοι των ρυθμών ανόδου του διαθέσιμου εισοδήματος, αποτελώντας έτσι την ατμομηχανή της μεγέθυνσης του ΑΕΠ, και στην άλλη του άκρη είχε τα νοικοκυριά που χρεώνονταν με ρυθμούς φρενήρεις κι εντελώς άσχετους με τις πραγματικές τους δυνατότητες για να αποκτήσουν κατοικία, με αποτέλεσμα ο Μπους να καμαρώνει για την κατακόρυφη άνοδο του ποσοστού ιδιοκατοίκησης στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, παρότι το μέσο εισόδημα ανά νοικοκυριό παραμένει ακόμη κάτω από τα επίπεδα του 1999. Ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα υπήρχε ένα μηχανισμός τραπεζικής χρηματοδότησης, ο οποίος μείωνε τους τεράστιους κινδύνους που αναλάμβανε (όταν δάνειζε αδιακρίτως και χωρίς καμιά εγγύηση), διαχέοντας αυτούς τους κινδύνους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πιστωτικού συστήματος μέσα από μια σειρά καινοτόμα και εξαιρετικά σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα!

Ανασταίνοντας τη διατραπεζική

Γι’ αυτόν τον λόγο η κρίση δεν περιορίστηκε στην αγορά στεγαστικών δανείων, αλλά έπληξε ολόκληρη την πιστωτική αγορά, προκαλώντας παράλυση στο πιο νευραλγικό της σημείο: τη βραχυχρόνια αγορά πιστώσεων απ’ όπου η μια τράπεζα δανείζει την άλλη για λίγες ημέρες. Ενώ σε αυτή την αγορά τα επιτόκια είναι κατά κανόνα επαυξημένα με λίγα εκατοστά της ποσοστιαίας μονάδας πάνω από τα επιτόκια που ορίζουν οι κεντρικές τράπεζες, τις κρίσιμες εκείνες ημέρες το «καπέλο» έτεινε στη μία ποσοστιαία μονάδα! Στις 9 και 10 Αυγούστου για παράδειγμα στις ΗΠΑ, όπου το επίσημο επιτόκιο ήταν 5,25%, το επιτόκιο της διατραπεζικής έφθανε στο 6% και στην Ευρώπη που το επιτόκιο ήταν 4% στη διατραπεζική έφθανε το 4,7%.

Μη ξέροντας η μια τράπεζα πόσο έχει εκτεθεί η άλλη στην εν λόγω -κατεστραμμένη πλέον- αγορά και για την ακρίβεια υποπτευόμενη η κάθε μία τράπεζα τη διπλανή της ότι έχει επενδύσει κι έχει χάσει τα μαλλιοκέφαλά της από τοποθετήσεις σε σχετικά (πολλά υποσχόμενα προφανώς μέχρι πρόσφατα) μερίδια αρνούνταν να της δώσει μετρητά για να εξυπηρετήσει τους πελάτες της, γιατί δεν ήξερε αν θα τα πάρει ποτέ πίσω! Έτσι και η τράπεζα που αναφέραμε αρχικά, η Νόρθερν Ροκ, που είναι η πέμπτη μεγαλύτερη κτηματική τράπεζα της Αγγλίας δεν έμεινε από ρευστό λόγω των επενδύσεων που είχε κάνει στην αμερικανική αγορά (όπου σύμφωνα με ανακοινώσεις της είχε τοποθετήσει μόνο το 0,25% του ενεργητικού της), αλλά επειδή δεν έβρισκε μετρητά στη διατραπεζική!

Το φίδι από την τρύπα κλήθηκαν για μια ακόμη φορά να το βγάλουν οι κεντρικές τράπεζες. Τόσο η αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα (FED) όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (αλλά και άλλες όπως του Καναδά, της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας οι οποίες σήκωσαν όμως μικρότερο βάρος) αναγκάστηκαν να κάνουν συνεχείς «ενέσεις» ρευστού στη διατραπεζική αγορά για να συνεχίσει να λειτουργεί και να ξεπεραστεί η πρόσκαιρη ασφυξία.

Τα χρήματα, μάλιστα, που έριξε η ΕΚΤ στη διατραπεζική κατά την πρώτη της παρέμβαση, στις 9 Αυγούστου, ήταν περισσότερα απ’ όσα είχε ρίξει στις 12 Σεπτέμβρη του 2001 για να ξεπεραστεί το σοκ από τα τρομοκρατικά χτυπήματα στις ΗΠΑ!

Η αμερικανική κεντρική τράπεζα, αναγνωρίζοντας ότι ακόμη κι αυτές οι συνεχείς παρεμβάσεις της δεν ήταν αρκετές για να ορθοποδήσει η αγορά, αναγκάστηκε την Τρίτη να μειώσει τα επιτόκια της στο 4,75% από 5,25% (για πρώτη φορά μετά τον Ιούνιο του 2003 όταν είχαν φθάσει στο 1% για να ξεπερασθεί η κρίση που άφησε η φούσκα της λεγόμενης Νέας Οικονομίας), μειώνοντας το κόστος του χρήματος και διευκολύνοντας έτσι τη ρευστότητα.

Το κράτος
ασφαλιστικό ταμείο

Οι χρηματοδοτικές αυτές «ενέσεις» δεν έγιναν χωρίς αντίλογο. Πλήθος πολιτικών και οικονομικών παραγόντων αντέδρασαν στις παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών, αντιτείνοντας ότι έτσι, λειτουργώντας δηλαδή το κράτος ως ασφαλιστική εταιρεία, επιβραβεύονται οι κερδοσκόποι μια και θα μπορούν στο εξής να αναλαμβάνουν οποιαδήποτε ρίσκα επιθυμούν, ξέροντας ότι στο τέλος το κράτος θα τους σώσει.

Η ειρωνεία της τύχης μάλιστα ήθελε να είναι ο κεντρικός τραπεζίτης της Αγγλίας αυτός που τη μια μέρα κατακεραύνωνε τον ευρωπαίο και αμερικανό ομόλογό του για τις χρηματοδοτικές «ενέσεις» και την άλλη αναγκαζόταν πιεζόμενος από την κυβέρνηση όχι απλά να ρίξει ρευστά στη διατραπεζική, αλλά να δανείσει κατ’ ευθείαν τη Νόρθερν Ροκ για να μπορέσει να εξυπηρετήσει τους πελάτες της και να μην αρχίσουν οι βρετανοί καταθέτες πανικόβλητοι να αποσύρουν τις καταθέσεις τους δοκιμάζοντας τις αντοχές ολόκληρου του συστήματος.

Στην πυρά οι οίκοι αξιολόγησης

Ξέροντας ότι η πιστωτική κρίση (η οποία προσλαμβάνει πιο μόνιμο κι επικίνδυνο χαρακτήρα από τη φούσκα της αγοράς στεγαστικών δανείων της οποίας ήταν αρχικά παράγωγο) θα συνεχίσει για καιρό ακόμη να αφήνει άγρυπνους τους τραπεζίτες, ακόμη και τώρα μπορούν να βγουν ορισμένα συμπεράσματα για τις αιτίες αυτής της υποτροπής.

Οι πρώτοι που υποδείχθηκαν ως υπεύθυνοι για το σκότος που κάλυπτε τόσα χρόνια την άγρια κερδοσκοπία στην αγορά ακινήτων θεωρήθηκαν οι οίκοι αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μάλιστα ανακοίνωσε στις 17 Αυγούστου ότι θα ξεκινήσει έρευνα για να εξετάσει ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων για τις εταιρείες Moody’s, S&P και Fitch, κατηγορώντάς τες ότι ήξεραν και όχι απλά σιωπούσαν αλλά επευφημούσαν κιόλας, για τον απλό λόγο ότι είχαν κι αυτές επενδύσει στα επίδικα προϊόντα! Εκμεταλλευόντουσαν κατά συνέπεια το κύρος τους για να αυξάνουν τη ζήτηση στα προϊόντα τους! Η παραπληροφόρηση που παρείχαν οι οίκοι αξιολόγησης δείχνει πόσο καταστροφικές συνέπειες έχει η εμπιστοσύνη στην αγορά και την ικανότητά της να ρυθμίζει τα του οίκου της…

Το κυριότερο όμως συμπέρασμα αφορά τις εκρηκτικές αντιφάσεις που διαπερνούν μια οικονομία η οποία κινείται από φούσκα σε φούσκα και τη μια εναποθέτει στους κερδοσκόπους το δικαίωμα στη στέγη (με αποτέλεσμα στην Αμερική 2 εκατ. άνθρωποι να βλέπουν τις προσδοκίες τους για ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους να γίνονται συντρίμμια) και την άλλη εναποθέτει στη μέσω δανείων, διογκούμενη αγορά κατοικίας τη μεγέθυνση των ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ. Κι εδώ ο λόγος δεν γίνεται μόνο για την Αγγλία.


Σχολιάστε εδώ