Ποτέραν των οδών τράπωμαι;
Την τελευταία εξηκονταετία, η ολιγάνθρωπος αυτή χώρα είχε την πολυτέλεια να θυσιάσει τρεις γενιές τόλμης και πάθους: Τη γενιά της Αντίστασης και την αιματοβαμμένη προέκτασή της, του Εμφυλίου, τη γενιά της ανόρθωσης και του 1-1-4 καθώς και τη γενιά της αντιδικτατορικής αντίστασης.
Οι μελετητές της νεοελληνικής κοινωνίας και οικονομίας από τη στιγμή που αναδύεται στο προσκήνιο η νεοελληνική εθνότητα, την Ύστερη βυζαντινή περίοδο, παρατηρούν την αδιάκοπη πάλη των Μεταρρυθμιστών και Ησυχαστών, πού με διάφορες παραλλαγές συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Οι πρώτοι διαπνεόμενοι από τον αρχαιοελληνικό ουμανισμό, που ήταν μια κατάφαση της ζωής και είχε χαρακτήρα κατʼ εξοχήν ηθικό, ενώ οι δεύτεροι, διαπνεόμενοι από τον ανατολίτικο μυστικισμό, αναζητούσαν την ευτυχία στο υπερπέραν, αρνούνταν τη ζωή και τους έλειπε η δυνατή πνοή πρακτικής ηθικής.
Το πνεύμα των Ησυχαστών, στο πρόσωπο του πρώτου πατριάρχη μετά την Άλωση που ανήλθε στον θρόνο της Ορθοδοξίας με τη φροντίδα του Μωάμεθ του Πορθητή, επισφραγίζει την Ύστερη βυζαντινή περίοδο της παρακμής, οδηγεί τη μόλις αναδυόμενη νεοελληνική εθνότητα στην Πελοπόννησο, την «πανάρχαιη ακρόπολη της σύμπασης Ελλάδας», στην ήττα και τη δούλωσή της στις οθωμανικές ορδές της Ανατολής και μέσω των θρησκευτικών κηρυγμάτων «ελευθερία εν τω ουρανώ, υποταγή εν τη γή» κηρύσσει ανάθεμα κατά του, δήθεν, αθεϊστικού ελληνικού πνεύματος, εκθειάζει τον μυστικισμό, την έκταση, την κρυψίνοια και τον ραγιαδισμό.
Αντιθέτως, οι Μεταρρυθμιστές, με εκφραστές τον Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα και τον Βησσαρίωνα, αντιπαρατάσσουν στον μυστικισμό της Ανατολής το ελληνικό πνεύμα των ανοιχτών οριζόντων την ελευθερία του ατόμου και στον τυφλό θρησκευτικό φανατισμό έναν θρησκευτικό ουμανισμό που σε ελάχιστο χρονικό διάστημα οδήγησε προς την Αναγέννηση την Ελλάδα. Αντιτάσσουν τη σωφροσύνη του ελληνικού πνεύματος, ως φραγμό, κατά των παραφορών του θρησκευτικού ενθουσιασμού.
Ο δογματικός Ησυχασμός, αυταρχικός από τη φύση του, σʼ όλη τη διάρκεια της δουλείας του γένους σύμμαχος του κατακτητή, αναλαμβάνει ρόλο διώκτη των ανυπότακτων Μεταρρυθμιστών, που κήρυτταν το ιδανικό την ηθική ελευθερία του ατόμου, που ξεχωρίζει τον εαυτό του από την αγέλη.
Μορφοποιείται σε πολιτική ιδεολογία, τον φαναριωτισμό, χρησιμοποιεί τη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία του βυθισμένου στο σκοτάδι της αμάθειας ραγιά και κηρύσσει αμείλικτους διωγμούς στις ανυπότακτες δυνάμεις της νεοελληνικής εθνότητας, την κλεφτουριά, σε αγαστή σύμπνοια με το ανώτατο ιερατείο, τους κοτζαμπάσηδες, τους πιστούς υπηρέτες του οθωμανού δυνάστη.
Και όταν το καριοφίλι αστράφτει «διά την αποτίναξιν του ζυγού των τε Οθωμανών και κοτζαμπάσηδων», υπό την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρείας και ο ανυπότακτος λαός μάχεται «για τα δίκαια του λαού και των αρμάτων», επιστρατεύεται ο φαναριωτισμός, για την εξόντωση των λαϊκών ηγετών (Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αντώνης Οικονόμου, Παναγιώτης Καρατζάς, Μελέτης Βασιλείου, Παναγιώτης Κρεβατάς και δεκάδες άλλοι πρόμαχοι του αγώνα για την εθνική και κοινωνική απολύτρωση του λαού), ενώ το στόχαστρό τους βρίσκεται πάντα εστιασμένο στον πολέμαρχο του Αγώνα, τον Θοδωρή Κολοκοτρώνη. Δυστυχώς ο Αγνός Γέρος, πέφτει στην καλοστημένη παγίδα του φαναριωτισμού και προς στιγμήν, ασυνειδήτως, διευκολύνει το έργο των Ησυχαστών.
Οι δυνάμεις των Μεταρρυθμιστών, η νεοελληνική εθνότητα, ηττάται στο σκέλος της κοινωνικής απολύτρωσης του λαού και με τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους, ο φαναριωτισμός μεταπλάσσεται στα «τζάκια», τίθεται στη διάθεση, ήδη μεσούντος του αγώνα της ανεξαρτησίας, το 1825, της ξενοκρατίας, με το περιβόητο «Σύμφωνο της πωληθείσης Ελλάδος», όπως το χαρακτήρισε ένας φωτισμένος αστός, ο ευπατρίδης Ι. Θεοτόκης, και επικυριαρχεί έκτοτε, με παραλλαγές, στην πολιτική ζωή του τόπου.
Την αστική επανάσταση του 1909 οι δυνάμεις των Ησυχαστών την υπονόμευσαν εκ των έσω, οι εγωιστικές φιλοδοξίες των «σπαθάριων» οδήγησαν στην κατάρρευση τη Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία (1924-1936) και η ανερμάτιστη ηγεσία της Εθνικής Αντίστασης οδήγησε στη σφαγή το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης. Ό,τι το εκλεκτότερο ανάδειξε η Ελλάδα του Μεσοπολέμου λίπανε με τα κόκαλά του ραχούλες και ρεματιές της ελληνικής γης!
Τα μετεπαναστατικά «τζάκια» έσβησαν, αλλά στη θέση τους τη μεταπολιτευτική περίοδο πρόβαλαν επάξια οι «πολιτικές φαμίλιες» ή «πολιτικές δυναστείες», και μάλιστα «σοσιαλιστικής αμφίεσης»!
Η γενιά της αντιδικτατορικής αντίστασης, φορέας του διαχρονικού αιτήματος της νεοελληνικής εθνότητας για μια Ελλάδα της αξιοκρατίας της προόδου, της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ίσων ευκαιριών για τη διεκδίκηση της ευτυχίας στη ζωή, με την επιτήδεια μεθόδευση του πολιτικού κατεστημένου εξουδετερώθηκε, ή το χειρότερο, αυτοπεριθωριοποιήθηκε!
Οι Ησυχαστές του Ύστερου Βυζαντίου της παρακμής ενστάλαξαν το πνεύμα τους στις 343 οικογένειες που συνεχίζουν να διαγουμίζουν τον τόπο.
Η ιδεολογία του φαναριωτισμού μεταμφιέσθηκε σε εκείνη του μεσσιανισμού, του «Σωτήρα», που κληρονομικώ δικαιώματι διεκδικεί το απόλυτο δικαίωμα της διαφέντευσης των τυχών της χώρας.
Βεβαίως οι ευθύνες των ζωντανών δυνάμεων της νεοελληνικής εθνότητας, όπως αυτές μορφοποιούνται είτε ως κοινωνιστές είτε ως Αριστερά όλων των αποχρώσεων, είναι τεράστιες. Τα λάθη τους συνέτειναν στον απορφανισμό γενεών αγωνιστών και τον ενταφιασμό των οραμάτων για μια σύγχρονη Ελλάδα ως κράτος κοινωνικής πρόνοιας και ίσων ευκαιριών για την κατάκτηση από τους πολίτες της της ευτυχίας στη ζωή.
Εκλογές την επόμενη Κυριακή. Ώρα για περισυλλογή και εθνική αυτογνωσία. Η νεοελληνική εθνότητα και πάλι θα βρεθεί στο σταυροδρόμι του σκεπτικισμού και ως άλλος Ηρακλής θα αναρωτηθεί: «Ποτέραν των οδών τράπωμαι;».