Κομματικές τακτικές στο «παραπέντε»

Τόσο η συγκυρία που καθορίστηκε από τις καταστροφικές πυρκαγιές όσο και η έρπουσα και παρατεινόμενη κρίση του πολιτικού συστήματος έχουν καταστήσει την προεκλογική περίοδο που διανύουμε την πλέον αδιάφορη των τελευταίων ετών.
Η αδιαφορία αυτή δεν οφείλεται, βέβαια, ούτε στην «απολιτικοποίηση» των πολιτών ούτε στην απουσία στόχων για το παρόν και το μέλλον. Θα πρέπει περισσότερο να συναρτηθεί με το γεγονός ότι τα κριτήρια προτίμησης προς κάθε κόμμα έχουν σχετικοποιηθεί, έχουν «ρευστοποιηθεί»…
Ακόμα κι η όποια πιθανότητα αλλαγής του «διαχειριστή» της κυβερνητικής εξουσίας δεν μπορεί να προκαλέσει τις εντάσεις και να ενεργοποιήσει προσδοκίες παλαιότερων εποχών. Οι πολίτες δεν περιμένουν, σε καμία περίπτωση, σημαντικές αλλαγές και βελτιώσεις. Οι μόνες που αγωνιούν είναι οι κομματικές-γραφειοκρατικές ελίτ που δεν μπορούν να διανοηθούν ότι δεν θα βρίσκονται στις «καρέκλες» της εξουσίας την επόμενη τετραετία…
Αυτή ακριβώς η απογοήτευση και η αδιαφορία ερμηνεύεται από τους κομματικούς προπαγανδιστές και τους εκλογολόγους ως ένα πεδίο κοινωνικής ρευστότητας και απροσδιοριστίας, το οποίο τους παρέχει τη δυνατότητα να αλιεύσουν ψήφους, να επηρεάσουν συνειδήσεις… να διαμορφώσουν το αποτέλεσμα…
Όμως για να μεταβληθούν οι προτιμήσεις, για να «αλλάξουν» οι συνειδήσεις απαιτείται μια νέα πολιτική δυναμική, κόμματα με ιδέες και θέσεις και όχι γραφειοκρατικά πολιτικά «σχήματα» που το καθένα επιδιώκει να αναδειχθεί από τα λάθη του άλλου…
Η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να καταστήσει προνομιακό γι’ αυτήν πεδίο την αδιαφορία και το κλίμα φόβου και ανασφάλειας που προέκυψε από τη βιβλική καταστροφή. Αποφεύγει ευλαβικά την κομματική αντιπαράθεση -και σε αυτό τη βοήθησε σημαντικά η λανθασμένη τακτική του ΠΑΣΟΚ και του Γ. Παπανδρέου- και προσπαθεί να αναδείξει τον πρωθυπουργό σε τύπο «εθνικού ηγέτη» ο οποίος θέτει ως απόλυτη προτεραιότητα τη βοήθεια προς τους πληγέντας, απέναντι στο κομματικό όφελος, ελαχιστοποιώντας τις προεκλογικού χαρακτήρα εμφανίσεις του.
Απόλυτος στόχος της ΝΔ είναι να μη διαταραχθούν οι ισορροπίες και οι συσχετισμοί που της προσδίδουν ένα πολύτιμο προβάδισμα…
Το ΠΑΣΟΚ επεδίωξε να ξεπεράσει τα όρια αυτού του δυσμενούς για το ίδιο πεδίου «ισορροπίας», επιλέγοντας την οξεία αντιπαράθεση και την ολομέτωπη επίθεση του Γ. Παπανδρέου προς το ηγετικό «κύρος» του πρωθυπουργού, ώστε να σμικρυνθεί η «απόσταση» που χωρίζει τους δύο ηγέτες…
Όμως, ένας θεωρητικά ορθός σχεδιασμός, όταν αγνοεί τη συγκυρία και τις απαιτήσεις της, γίνεται, κάποιες φορές μπούμερανγκ… Το ΠΑΣΟΚ αυτοεγκλωβίστηκε σε μια «θεματική», σε μια «ατζέντα» γεγονότων που λειτουργούσαν εις βάρος του. Το πρόβλημα του ψηφοδελτίου Επικρατείας κατέστη επί πολλές ημέρες κεντρικό πολιτικό – εκλογικό γεγονός, λειτουργώντας εις βάρος του ΠΑΣΟΚ και των επιλογών του προέδρου του.
Με παρόμοιο βλαπτικό τρόπο λειτούργησε και η υπερδιόγκωση, από πλευράς ΠΑΣΟΚ του ανόητου σλόγκαν περί «ασύμμετρης απειλής», που το διατύπωσαν ορισμένα στελέχη της ΝΔ, με αποτέλεσμα την εκ νέου ενσωμάτωση της πολιτικής επιχειρηματολογίας του ΠΑΣΟΚ στο πεδίο που επέλεξε η κυβερνώσα παράταξη…
Το τρίτο αμφιλεγόμενο σημείο της προεκλογικής «επιχειρηματολογίας» του ΠΑΣΟΚ είναι οι οξείες επιθέσεις του Γ. Παπανδρέου προς τον πρωθυπουργό, καθώς και η παραδοσιακή αντιδεξιά φρασεολογία που επανέφερε ο Κ. Λαλιώτης επιδιώκοντας να διαδραματίσει τον ρόλο του «σωτήρα» της παράταξης και του «εγγυητή» της αντιδεξιάς στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ.
Μπορεί πράγματι ο Κ. Καραμανλής να αποδείχθηκε «λίγος» για πρωθυπουργός στη θητεία του. Ο Γ. Παπανδρέου όμως με ποιο κριτήριο αποφαίνεται; Όταν μάλιστα ο ίδιος κρίνεται «λίγος» για αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακόμα και από ικανή μερίδα των οπαδών και ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ;
Τέτοιου είδους κρίσεις βαρύνουν τον κρίνοντα και όχι τον κρινόμενο… δυστυχώς για τον κ. Γ. Παπανδρέου… ο οποίος επιτρέπει μεν στον Κ. Λαλιώτη να διαδραματίζει τον ρόλο του αντιδεξιού ιδεολογικού «ηγήτορα», δεν τον έκρινε όμως άξιο να εκλεγεί βουλευτής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας… Και ας λείψουν οι υποκριτικές δικαιολογίες από όλες τις πλευρές. Η 12η θέση είναι θέση τιμητικής αποστρατείας και όχι μάχιμης πολιτικής παρουσίας…
Εκτός του πεδίου των κομμάτων της διακυβέρνησης, το ΚΚΕ επιδιώκει να αναδειχθεί σε «υποδοχέα» της απογοήτευσης και της κριτικής στάσης απέναντι σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ψήφος «τιμωρίας» για να «συνετισθούν» τα κόμματα εξουσίας ή για να «αποδυναμωθεί ο δικομματισμός» αποτελεί αρνητικού χαρακτήρα προσέγγίση, αφού ελλείπει η θετική πρόταση ενναλακτικής εξουσίας… Το ΚΚΕ δεν λαμβάνει υπόψη του ότι η επιδίωξη της μη αυτοδυναμίας και της «ακυβερνησίας» μπορεί να οδηγήσει σε συντηρητικότερες στάσεις τους ψηφοφόρους… Και, σε κάθε περίπτωση, η αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης (δεν υπάρχει ουδεμία πιθανότητα συνεργασιών) θα προκαλέσει νέα εκλογική αναμέτρηση που θα επιφέρει θεαματική ενίσχυση των κομμάτων εξουσίας…
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να επωφεληθεί και αυτός από την κρίση των κομμάτων εξουσίας, αλλά και από τη ρευστότητα που επικρατεί στον χώρο των ψηφοφόρων της Αριστεράς. Μπορεί να αποσπάσει ένα ικανό ποσοστό ψήφων από το ΠΑΣΟΚ (που έχει απομακρυνθεί από κάθε είδους ριζοσπαστική προσέγγιση) και μιας ευρύτερης ριζοσπαστικής Αριστεράς. Τα οικολογικά προβλήματα και η νεολαία συνιστούν τα πολιτικά «προτάγματά» του, εν όψει εκλογών.
Τέλος, ο ΛΑΟΣ επιβιώνει με όπλο του τη σύγχυση και την παραδοξότητα. Βεβαίως, υφίσταται ως ακροδεξιό-εθνικιστικό κοινωνικό «μόρφωμα», όμως η περαιτέρω εξέλιξή του και η διαμόρφωσή του σε κομματικό σχηματισμό αποτελεί ένα ανοιχτό ερώτημα.
Όσο για τη «Δημοκρατική Αναγέννηση», ο κ. Στ. Παπαθεμελής, παραμένοντας σταθερός στις ιδέες του, επιδιώκει να αποδυναμώσει τον ΛΑΟΣ, τοποθετώντας σε άλλη βάση το θέμα του εθνικού-πατριωτικού λόγου, και να απευθυνθεί σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό χώρο που περιλαμβάνει το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Οπωσδήποτε όμως αντιμετωπίζει αντικειμενικά, ως ένα μικρό κόμμα, τις γνωστές δυσκολίες…


Σχολιάστε εδώ