Μοιρολόι στις στάχτες μιας Ελλάδας που χάσαμε

Κάπως έτσι πρέπει να νιώθουν και άλλοι, οι τελευταίοι της γενιάς μου. Μας βρήκε κάτι χειρότερο από τον θάνατο. Χάσαμε το τελευταίο μας στήριγμα, τη μεγάλη αγκαλιά, την ελπίδα.

Θηλάσαμε την Ελλάδα από το στήθος της μάνας μας. Την τραγούδησαν στα παιδικά μας όνειρα ιστορίες πατεράδων, μπαρμπάδων, παππούδων, που είχαν πολεμήσει για να μας την αφήσουν μεγαλύτερη και περήφανη. Στο σκολειό, όπου χαιρετούσαμε κάθε πρωί τη σημαία, δάσκαλοι, ιεραπόστολοι ασκητές, αιμοδοτούσαν το μυαλό και τη καρδιά μας με τα γράμματά της, την ιστορία της, τον πολιτισμό της. Μας μάθαιναν από πού ερχόμαστε, πού ανήκουμε. Ότι σ’ αυτήν τη γωνιά της γης έχουμε βαθιές ρίζες, ότι η ύπαρξή μας έχει νόημα και σκοπό και ότι πρέπει να ανταποκριθούμε με οπλισμένο μυαλό, γυμνασμένο σώμα και με γενναία ψυχή. Ότι εμείς είμαστε Έλληνες. Και ότι Ελλάδα σημαίνει Ελευθερία, Δημοκρατία, Γνώση, Τιμή, Φιλότιμο.

Από παιδιά αγκαλιάσαμε τις ομορφιές της Ελλάδας με ερωτικό ρίγος. Στις μυρωδάτες βουνοπλαγιές της Αττικής και στις πεντακάθαρες δαντελωτές ακρογιαλιές της. Διασκελίζοντας βελανιδιές και μαζεύοντας κούμαρα πάνω από το νεκροταφείο του Ζωγράφου. Χαιρετίζοντας το ρόδισμα της αυγής από την καλύβα του τσοπάνου, στο ξεκίνημα για το κυνήγι, στις κορφές του Γέρακα, ή ψαρεύοντας, από ένα βαρκάκι, έξω από το Παλαιό Φάληρο. Εισπνεύσαμε το μυστήριο της ζωής και του θανάτου, μπροστά στο σώμα του Χριστού, καλυμμένο με λευκή σινδόνη, ζουμπούλια και μενεξέδες, πρόσκοποι σε κάποιο εκκλησάκι της Αθήνας, λουσμένο στα αρώματα του Απρίλη.

Ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη και στην ψυχή μπουκέτα από χρώματα, εικόνες, ήχους και μυρωδιές, που φούσκωναν τα στήθη από μιαν αίσθηση απροσδιόριστης ευδαιμονίας. Την έκφραση της οποίας χαρήκαμε αργότερα στους ποιητές και τους πεζογράφους μας, στους πίνακες του Θεόφιλου, του Κόντογλου, του Τσαρούχη, στη μουσική του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, στα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο… Μητέρα και Παναγιά ήταν για μας, αυτής της γενιάς, η Ελλάδα. Και αργότερα λατρευτή ερωμένη. Η ύπαρξή μας ήταν συνυφασμένη μαζί της, είμαστε κομμάτι της αδιάσπαστο.

Θυμάμαι σαν συμβολική την εικόνα αποχαιρετισμού στη ζωή ενός ιδεολόγου διεθνιστή, του κομμουνιστή Πλουμπίδη. ΄Εσκαγε η αυγούλα, τιτίβιζαν τα πουλιά στο καταπράσινο ύψωμα, στο Δαφνί. Δέχθηκε το τελευταίο τσιγάρο, αλλά το βλέμμα ρουφούσε την εικόνα της ελληνικής φύσης. Αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια μπροστά στα όπλα του αποσπάσματος. Ύψωσε τη γροθιά σε χαιρετισμό και έβγαλε την τελευταία κραυγή από τα φθισικά του πνευμόνια: «Ζήτω η Ελλάδα, ζήτω το ΚΚΕ.»

Πρώτα η Ελλάδα και γι’ αυτόν τον έλληνα διεθνιστή -παρά την πικρία που μπορούσε να υποθέσει κανείς, αφού η Ελλάδα τον σκότωνε… Παιδί της Ελλάδας ο Πλουμπίδης -και πλείστοι σύντροφοί του- γαλουχημένοι με ιδανικά που προσδίδουν υψηλή πνευματική και ηθική διάσταση στην οντότητα του ανθρώπου και τον ανεβάζουν πάνω από τη ζωική -καταναλωτική- φύση του. Παιδί της ίδιας εκείνης γενιάς των Ελλήνων. Που οι επίγονοί τους σκοτώνουν τώρα την Ελλάδα – στην ουσία την έχουν ήδη σκοτώσει.

Το ολοκαύτωμα της ελληνικής γης, από τον Γράμμο ως τον Ταΰγετο, η βιβλική εικόνα Σοδόμων – Γομόρρων μιας Ελλάδας από άκρου σε άκρο τυλιγμένης στις φλόγες , παράλυτης και πνιγμένης στα ατέλειωτα κύματα άσεμνης και εμετικής πολιτικής και τηλεοπτικής κερδοσκοπίας, δεν είναι παρά ένας θεόρατος πυρακτωμένος συμβολισμός: η συγκλονιστική αποκορύφωση ενός παρατεταμένου εγκλήματος, με την εκρηκτική κατάρρευση του φλεγομένου σκηνικού και την οσμή της καμένης σάρκας.

Δεν είναι βέβαια οι βοσκοί, οι απρόσεκτες γριές, ο οξυγονοκολλητής ή οι αναρχικοί που έκαψαν τη χώρα. Τέτοιοι υπήρχαν όλα τα μακρά χρόνια που και καύσωνες είχαμε και δυνατούς ανέμους, αλλά οι περιορισμένες εστίες πυρκαγιάς ήταν στα όρια των δυνατοτήτων αντιμετώπισής τους και οι πληγές τους επουλώνονταν. Πόλεμοι, κατακτητές και εμφύλιοι δεν πυρπόλησαν τον Γράμμο, τον Πάρνωνα και τον Ταΰγετο, τα χωριά και τους ελαιώνες. Και δεν πρόκειται και εκεί για «φιλέτα» εκμεταλλεύσιμης γης. Αλλά οι πιθανοί εγκέφαλοι του εθνικού εμπρησμού δεν πρόκειται να ανακαλυφθούν από ένα διαλυμένο, παράλυτο κράτος. Και εάν απλή τύχη τούς φέρει στην αντίληψη των «αρχών» (όπως με την ιστορία της Βόνταφον), μια περιδεής και εθελόδουλη πολιτική κάστα θα συγκαλύψει τους σχεδιαστές της επίθεσης.

Όμως η ρίζα της συμφοράς πηγαίνει σε βάθος χρόνου, πίσω κατά αρκετές δεκαετίες. Και η ηθική αυτουργία βαρύνει όσους κυβέρνησαν τη χώρα σ’ αυτήν την περίοδο σταθερής πτώσης του επιπέδου στην πολιτική. Διότι, με τον Γεώργιο Καρτάλη, τον Ιωάννη Σοφιανόπουλο, τον Γιάννη Πασσαλίδη, τον Ηλία Ηλιού, τον Γεώργιο Παπανδρέου και ακόμη τον Σπύρο Μαρκεζίνη μάς τέλειωσαν τα πολιτικά αναστήματα: μια άλλη τάξη πολιτικών, με υψηλό δείκτη νοημοσύνης, παιδείας και καλλιέργειας, με ανιδιοτέλεια και υψηλοφροσύνη, με αίσθηση αποστολής και -κυρίως- με επίγνωση και φροντίδα για την ιδιαιτερότητα, την μοναδικότητα αυτής της χώρας.

Μετά από αυτούς αρχίζει η παρακμιακή κατρακύλα. Με τους επαγγελματίες της πολιτικής. Δημιουργήματα της εύνοιας, της συγκυρίας ή των κομματικών μαγειρείων, με στενά οικονομική θεώρηση της πολιτικής λειτουργίας (και από την πολύ προσωπική οπτική γωνία), με βλέψεις ασύμμετρες προς τις ελαφρές πνευματικές αποσκευές τους, δεν έχουν φιλοδοξία υψηλότερη από την «εξασφάλισή τους» στην εξουσία και την κληρονομική, ει δυνατόν, νομή της. Και γι’ αυτό δεν φείδονται (εθνικών) θυσιών… Η Ελλάδα, ο λαός της είναι απλώς το αντικείμενο, το πεδίο άσκησης του επαγγέλματός τους. Το προσόν που άοκνα καλλιεργούν είναι η δεξιότητα χειρισμού των τεχνικών και μηχανισμών χειραγώγησης των ψηφοφόρων.

«Ηγέτες» τέτοιας κοπής ασυνείδητα ή και συνειδητά βάλθηκαν να φέρουν την Ελλάδα στα μέτρα τους, να μεταλλάξουν την ψυχοτροπία του Έλληνα. Διάβρωσαν βαθμιαία τις παραδοσιακές αρετές του, υπονόμευσαν στην ψυχή του ό,τι συνιστά την ιδέα της Ελλάδας, τον ώθησαν στη λατρεία νέων θεών -από πλαστικό.

Η παρακμιακή κατρακύλα αρχίζει με την αντιπαροχή, την τσιμεντοποίηση και καταστροφή της πρωτεύουσας ως προτύπου αισθητικών κανόνων και λαϊκής αρχοντιάς. Προχωρεί σε βάθος, με την κατάλυση της ιεραρχίας προσώπων και αξιών, την καλλιέργεια των ενστίκτων της μάζας, την ενθάρρυνση, διά του παραδείγματος, της διαφθοράς και της ασυδοσίας και την εμπέδωση του αξιώματος «υπέρτατος νόμος το δικό μου Εγώ».

Η κατρακύλα προς την απώλεια επιταχύνθηκε με την παράδοση νέων Μέσων Μαζικής Εξαχρείωσης σε ανενδοίαστους χρυσοθήρες, προαγωγούς πολιτικών και καταναλωτικών προϊόντων και λάιφ-στάιλ. Προχωρεί με την αξιολογική υποβάθμιση και καταλήστευση της αμυντικής προσπάθειας και τη συστηματική καλλιέργεια πνεύματος ξετσίπωτου ραγιαδισμού. Και φτάνει στον πάτο, μεταβάλλοντας τη χώρα σε ξέφραγο αλώνι, με το άνοιγμα των συνόρων σε άτακτα στίφη μεταναστών κάθε φυράματος, από επίβουλες όμορες χώρες. Είναι η ολοκλήρωση του εγκλήματος κατά της Ελλάδας: με τη δημογραφική αλλοίωση του πληθυσμού της, την τεχνητή εισαγωγή «πολυπολιτισμικότητας» και ουσιαστικά την απώλεια κάθε εθνικού αμυντικού ελέγχου.

Παράλληλη δικομματική επιχείρηση προωθούσε με κάθε μέσο, σε θέσεις προβολής και επιρροής, ως νέους «πνευματικούς ταγούς», μια νεόκοπη κάστα μαυραγοριτών της «διανόησης», στρατευμένων σε μια λυσσώδη επιχείρηση κατά της γλώσσας, της Ιστορίας και του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων.

Χρόνια συνεχίζεται αυτό το έργο της διάβρωσης, της αλλοίωσης, της εκθεμελίωσης παραδοσιακών αρχών και χαρακτηριστικών της φυλής: Της αγάπης για την πατρίδα, της αίσθησης χρέους στους προγόνους, της εθνικής περηφάνιας, του επιτακτικού αισθήματος τιμής, της εγκράτειας και λιτότητας του βίου, της παραδοσιακής αρχοντιάς των απλών ανθρώπων και του φτωχότερου χωριού, του άλλοτε θρυλικού ελληνικού φιλότιμου, που υπαγόρευε από τους κανόνες εμφάνισης και συμπεριφοράς μέχρι την ποιότητα της εργασίας. Στη θέση τους έστησαν νέες αξίες από πλαστικό -πλαστικό χρήμα, πλαστικές σημαίες, πλαστικές υπάρξεις, πλαστικά όνειρα, που σωρεύονται στις χωματερές και λερώνουν τις ακρογιαλιές και τον βυθό της θάλασσας.

Έτσι μικρόνοες (ή αλλοτριωμένοι) κουμανταδόροι του έθνους -με τα πλαστικά κομπιουτεράκια στη θέση καρδιάς και μυαλού- έφεραν την Ελλάδα στο φετινό ολοκαύτωμα, προοίμιο προδιαγεγραμμένου εθνικού αφανισμού, του οποίου κορυφαίος συμβολισμός είναι η πυρπόληση της Αρχαίας Ολυμπίας.

Και τώρα οι μεν ψάχνουν για «ασύμμετρους τρομοκράτες» και οι δε ψηφοθηρούν πάνω στις στάχτες – Ηρόστρατοι μαζί και Νέρωνες.

(Αποκορύφωμα της τραγικής γελοιότητας είναι ότι οι πρωτεργάτες της εθνικής αποτέφρωσης προνόησαν για την υστεροφημία τους, με την προετοιμασία ιδρυμάτων που θα φέρουν το όνομά τους και θα εξασφαλίσουν τη διαιώνιση της δόξας τους. Τώρα, για την εγκατάσταση των ιδρυμάτων τους, έχουν διαθέσιμη και την Αρχαία Ολυμπία!…)
……

Κι εμείς της γενιάς του ’30 θρηνούμε την Ελλάδα που χάσαμε. Αλλά, έννοια σου, ψηφίζουμε αύριο: ΚΚΕ. Έτσι μόνο θα καταρρεύσει αυτή η παράγκα της συμφοράς…

[email protected]


Σχολιάστε εδώ