«Σταρ σύστεμ»
Στην επικαιρότητα και πάλι το σύνθημα των Μπίτνικ της δεκαετίας του ’60, με την ευκαιρία της προεκλογικής περιόδου και της δημοσιοποίησης των συνδυασμών των κομμάτων, στους οποίους δεσπόζουν ονόματα του «σταρ σύστεμ», των «αναγνωρίσιμων» και δη τηλε-πρωταγωνιστών εκπομπών «λάιφ στάιλ»!
Ήδη η ποιότητα και το βάθος της… πολιτικής σκέψης των «προϊόντων» αυτών της TV αντικαθρεπτίζεται στο προεκλογικό σύνθημα του τηλεπαρουσιαστή και υποψήφιου βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Γιώργου Λιάγκα, «Αν θέλετε βουλευτή μάγκα, ψηφίστε Γιώργο Λιάγκα»!
Το «σοσιαλιστικής ιδεολογίας» αυτό σύνθημα χαρτογραφεί «τον πολιτικό και κοινωνικό κόσμο», και μάλιστα αδυνατούμε να ζήσουμε χωρίς αυτό, επειδή, κατά τον καθηγητή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Michael Freeden, «δεν μπορούμε να ενεργούμε αν δεν κατανοούμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε»…
Και βεβαίως, πώς να κατανοηθεί ο «σοσιαλιστικός» χώρος του «Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος», που απέρριψε τον μάρτυρα της Δημοκρατίας, Σάκη Καράγιωργα και επιφύλαξε μύδρους για το ίνδαλμα του αντιδικτατορικού αγώνα, τον Αλέκο Παναγούλη, αλλά «θέλει βουλευτή μάγκα και ψηφίζει Γιώργο Λιάγκα»!
Πώς, όμως, και να κατανοηθεί ο χώρος της συντηρητικής παράταξης των επιγόνων του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που στη θέση των αντιδικτατορικών αγωνιστών του Ναυτικού και των «Ελευθέρων Ελλήνων», θέτει την «αναγνωρισιμότητα» της Έλενας Ράπτη ή επί το εύφημο Μπίμπο με τις φράουλες!
Μάλιστα το συγκεκριμένο προεκλογικό σύνθημα ευρίσκεται σε ευθεία σχέση με την ουσία του σοσιαλισμού, που σημαίνει συντροφισμός (ο όρος σοσιαλισμός προέρχεται ως γνωστόν από το λατινικό socius=σύντροφος) και είναι η κοινωνική ρυθμιστική θεωρία που στρέφεται κατά του ατομισμού και υποστηρίζει την επιδίωξη της κοινωνικής ευημερίας, την αλληλεγγύη και τη συναδελφικότητα.
Από την πρώτη πράξη αυτού του θεάτρου της πολιτικής διερωτάται τις ομού μετά εγκύρων πολιτικών αναλυτών, ημεδαπών και αλλοδαπών, «αν οδηγούμαστε σ’ έναν πολιτισμό ηλιθίων, αφού στον κόσμο αυτής της πολιτικής σχολής, και δη σοσιαλιστικής έκφρασης a la Graeca, διδάσκουμε ότι τα ασήμαντα έχουν ενδιαφέρον, ότι τα πομπώδη και τα βλακώδη είναι πιο σημαντικά από την πραγματικότητα» (Carl Berntein).
Το χαρακτηριστικό αυτό «δείγμα» δεν αποτελεί δε προνόμιο μόνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αγκαλιάζει, σχεδόν, ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της χώρας, δεν είναι βέβαιο αν εντάσσεται στις επονομαζόμενες «ασυνάρτητες πραγματικότητες», ή αποτελεί παράγωγο του ιδεολογικού κατακερματισμού και της ευελιξίας που έχει οδηγήσει σε νέες εξελίξεις και την ανατροπή της κοινωνικής πυραμίδας αξιών και την εμπέδωση της θεωρίας του κηπουρού (=βασιλιάς και, στην περίπτωσή μας, οι αρχηγοί των κομμάτων μπορούν να χρίσουν υποψήφιους βουλευτές και τους κηπουρούς τους!).
Το φαινόμενο αυτό, της περιβόητης «αναγνωρισιμότητας», είναι υποπροϊόν της απο-ιδεολογικοποίησης, της απουσίας δημοκρατικώς διαρθρωμένων κομμάτων καθώς και της κυριαρχίας του μοντέλου των αρχηγικών κομμάτων. Η επιβίωση του μοντέλου αυτού προϋποθέτει την ύπαρξη κομμάτων λόχων, και ουχί κομματικών σχηματισμών αποτελουμένων από προσωπικότητες, που αναδύονται από τις διαδοχικές κοινωνικές κρίσεις, στοιχείο sine qua non για την κοινωνική πυραμίδα αξιών.
Ό,τι χωρίζει την ιδεολογία από την τεχνητή, τηλεοπτική «αναγνωρισιμότητα» -η τελευταία εμπεριέχει ισχυρή δόση υποκρισίας- είναι το ότι οι ιδεολόγοι πιστεύουν σε αυτό που λένε. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ψεύδονται. Είναι απλώς τόσο επηρεασμένοι από τα κοινά τους πιστεύω, ώστε βλέπουν τον κόσμο με έναν ιδιαίτερο τρόπο.
Οι πολιτικοί, δημιουργήματα της κοινωνικής πυραμίδας αξιών (διάκριση στον επαγγελματικό στίβο, καταξίωση από τον κοινωνικό χώρο δραστηριότητάς τους, στη συνέχεια στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο – επίπεδο νομού- και στη συνέχεια ανάδειξή τους στο βουλευτικό αξίωμα κατά πανελλήνιο αποδοχή και κρίση) εκ των πραγμάτων αποτελούν τους αρίστους, κατά την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, και δεν είναι κατά τεκμήριο οι ανεπάγγελτοι που αναζητούν επαγγελματική διέξοδο στην πολιτική, στον βωμό της οποίας θυσιάζονται κοινωνικές αξίες, ατομική αξιοπρέπεια, πίστη σε ιδέες και οράματα.
Οι επαγγελματίες της πολιτικής, εκτός της ευθυγράμμισής τους με την εκάστοτε εξουσία στο κόμμα, το κύριο το οποίο τους απασχολεί είναι να υφάνουν τον τρόπο παρουσίας τους στο κοινό, το ακροατήριο. Το μόνο που τους προβληματίζει είναι ο εντυπωσιασμός του ακροατηρίου, παρά οι ίδιες οι σκέψεις και «ιδέες» τους!
Το πρόβλημα για τους επαγγελματίες της πολιτικής συνίσταται στην εξεύρεση των τρικ που θα εντυπωσιάσουν τους ψηφοφόρους. Η βασική ενέργεια είναι να διαβεβαιωθούν οι ακροατές για το πόσο ο ομιλών συμμερίζεται τις απόψεις τους!
Αν αυτό ισχύει για τη «δεύτερη βαθμίδα», τους βουλευτές, κατά πολλαπλάσιο ισχύει για τις ηγεσίες των κομμάτων. Ο πολιτικός λόγος τους, ιδιαίτερα τις προεκλογικές περιόδους, παραμερίζει τα δύσκολα θέματα, τα οποία αντιμετωπίζονται με «νεφελώδη» επιχειρηματολογία, όχι ξεκάθαρα απέναντι στον λαό και δίχως ουσιαστική σοβαρή δημόσια αντιπαράθεση. Ηγέτες και στελέχη των κομμάτων ενδιαφέρονται ανοιχτά και χωρίς δισταγμό για την τακτική, την προβολή της προσωπικότητάς τους και τον χειρισμό των μέσων ενημέρωσης, παρά για την επεξεργασία και την υποστήριξη ιδεών και πολιτικών σχετιζόμενων με τις μακροχρόνιες κοινωνικές ανάγκες.