ΤΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΔΑΝ πίσω από την ευαισθησία για το Νταρφούρ

Tο μεγαλύτερο εμπόδιο στην κούρσα που μόλις ξεκίνησε για τον έλεγχο αυτών των αποθεμάτων στάθηκε η Κίνα, η οποία αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το εμπάργκο που είχαν επιβάλει οι Αμερικανοί στο Σουδάν από το 1997, επί Προεδρίας Μπιλ Κλίντον, υποστηρίζοντας ότι το καθεστώς του Σουδάν καλύπτει την τρομοκρατία. Η απόσυρση των αμερικανικών πετρελαϊκών εταιρειών (μεταξύ των οποίων και της Σεβρόν, που πρώτη ανακάλυψε το 1978 τα πλούσια κοιτάσματα στο υπέδαφος του Σουδάν) μαζί και των ευρωπαϊκών, που πολύ γρήγορα οδήγησαν στα άκρα την οικονομική κρίση που δοκίμαζε τη χώρα, είχε ολοκληρωθεί όμως πολύ πριν από την απόφαση της Ουάσινγκτον. Πραγματοποιήθηκε το 1990 για την ακρίβεια, όταν οι εγκαταστάσεις τους γίνονταν συνέχεια στόχος επιθέσεων του Σουδανικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού – όπως περίπου συμβαίνει σήμερα με τις επενδύσεις της πετρελαϊκής Σελ στο Δέλτα του Νίγηρα. Οι αμερικανικές πολυεθνικές, όμως, τότε δεν είχαν μείνει με τα χέρια σταυρωμένα αλλά, ποντάροντας στα φυλετικά μίση που ανέκαθεν υπονόμευαν τη συνοχή του Σουδάν, χρηματοδοτούσαν και εξόπλιζαν ένοπλες αραβικές ομάδες, με στόχο να αποτρέπουν τις επιθέσεις αντάρτικων κινημάτων και να τους παρέχουν την αναγκαία ασφάλεια. Αναφερόμαστε άλλωστε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν το σχέδιο της Ουάσινγκτον να στηρίξει τους φονταμενταλιστές ισλαμιστές, ώστε να αποτελέσουν ανάχωμα στην επέκταση του αραβικού εθνικισμού και της Αριστεράς στη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία και τις χώρες που μόλις είχαν αποτινάξει τον αποικιακό ζυγό, βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη.

Κινέζικη οικονομική εισβολή

Το κενό που άφησαν πίσω τους οι αμερικανικές επενδύσεις, όταν αποσύρθηκαν πριν από δέκα χρόνια, καλύφθηκε πολύ γρήγορα από την Κίνα, με αποτέλεσμα το Σουδάν τώρα να καλύπτει το 10% των εισαγωγών πετρελαίου της Κίνας κι ένα εξίσου σοβαρό ποσοστό άλλων χωρών της Ασίας, όπως η Ινδία και η Μαλαισία που έσπευσαν στο Σουδάν για να καλύψουν τις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες τους. Από τη σκοπιά του Σουδάν, στην αναδυόμενη ασιατική δύναμη κατευθύνεται το 50% της παραγωγής πετρελαίου του! Υπό αυτήν την έννοια το Σουδάν παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με το Ιράκ. Όπως ακριβώς το Ιράκ κάλυψε το κενό που άφησαν πίσω τους οι αμερικανικές κυρώσεις με ευρωπαϊκές επενδύσεις που υπόσχονταν να εξασφαλίσουν ενεργειακή αυτονομία στη γηραιά ήπειρο και -επιτέλους- απεξάρτηση από τα αμερικανικά σχέδια, έτσι και τώρα το Σουδάν διασφαλίζει τη σχετική πάντα ενεργειακή αυτονομία της Ασίας και τον απεγκλωβισμό της από περιοχές που τελούν υπό την ασφυκτική κηδεμονία των Αμερικανών, όπως η Μέση Ανατολή. Ταυτόχρονα όμως το Σουδάν αποτελεί και μια τεράστια πληγή για τους Αμερικανούς, όπως ακριβώς και το Ιράκ μέχρι που έγινε η στρατιωτική επίθεση. Γιατί πέρα από πηγή ανεξαρτησίας για τους ανταγωνιστές τους αποτελεί και μια απαγορευμένη ζώνη για τις δικές τους επενδύσεις.

Οι ομοιότητες με το Ιράκ γίνονται ακόμη μεγαλύτερες αν δούμε την επιμονή πολλών όψιμων υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να επιβληθούν οικονομικές κυρώσεις στη χώρα, ακόμη και ένα πρόγραμμα “πετρελαίου αντί για τρόφιμα” ανάλογου αυτού που είχε επιβάλει ο ΟΗΕ στο Ιράκ, οδηγώντας στην πείνα εκατομμύρια Ιρακινούς και διευκολύνοντας έτσι τη στρατιωτική εισβολή. Έγραφε λοιπόν στις 13 Ιουνίου, σε άρθρο γνώμης στην “Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν”, ο πρώτος εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (που ευθύνεται για την εξόντωση του Μιλόσεβιτς): “Το Χαρτούμ νιώθει θωρακισμένο από την έξωθεν πίεση λόγω της μεγάλης αύξησης των εσόδων του από πετρέλαιο. Τα πετροδολάρια έχουν διπλασιάσει τις στρατιωτικές δαπάνες και προσέφεραν τα μετρητά για τους ένοπλους ζανζαγουίντ (σ.σ.: που ευθύνονται για τη σφαγή). Για να στερηθεί ο στρατός του Σουδάν και οι σύμμαχοι των ζανζαγουίντ τα κεφάλαια με τα οποία διεξάγουν τις μαζικές δολοφονίες στο Νταρφούρ, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών πρέπει να αποφασίσει εμπάργκο στα έσοδα από πετρέλαιο της σουδανικής κυβέρνησης. Οι εξαγωγές πετρελαίου θα είναι παράνομες εκτός κι αν τα έσοδα τοποθετούνται σ’ ένα ειδικό ταμείο. Αυτά τα έσοδα θα χρησιμοποιούνταν για ανθρωπιστικούς και αναπτυξιακούς σκοπούς, να αποζημιωθούν τα θύματα του Νταρφούρ και από την κυβέρνηση του νοτίου Σουδάν”!

Διαμελισμός του Σουδάν

Εδώ δεν διαφαίνεται μόνο η πρόθεση ελέγχου των πετρελαϊκών κοιτασμάτων και των αντίστοιχων εσόδων από τον ΟΗΕ, δηλαδή από την Ουάσινγκτον, αλλά ταυτόχρονα η πρόθεση των Αμερικανών να υπονομεύσουν τη σταθερότητα της ούτως ή άλλως αδύναμης κεντρικής κυβέρνησης του Σουδάν και να ενισχύσουν τις αποσχιστικές δυνάμεις, ανατρέποντας τη συμφωνία του 2005 που σταμάτησε τον εμφύλιο πόλεμο! Στις διατάξεις αυτής της συμφωνίας προβλέπεται η διενέργεια εκλογών στο νότιο Σουδάν το 2009 και δημοψηφίσματος δύο χρόνια μετά με θέμα την πλήρη ανεξαρτητοποίησή του, ή επί ίσοις όροις εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του νοτίου Σουδάν με το Χαρτούμ με τα έσοδα να μοιράζονται στα δύο κ.λπ. Η παραπάνω πρόταση, όμως, του “αδέκαστου δικαστή” ανατρέπει αυτήν τη συμφωνία, επισπεύδοντας την ανεξαρτητοποίηση του νοτίου Σουδάν.

Στην πραγματικότητα αυτό που διαφαίνεται είναι η πρόθεση των ΗΠΑ να διαμελίσουν ακόμη περισσότερο το Σουδάν, αποσπώντας στο μέλλον και το Νταρφούρ – που η έκτασή του είναι ίση περίπου με αυτή της Γαλλίας. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θέλουν να στείλουν ειρηνευτική δύναμη με τα χρώματα του ΟΗΕ και για τον ίδιο επίσης λόγο η κυβέρνηση του Χαρτούμ απέρριπτε μέχρι πρόσφατα οποιαδήποτε σκέψη για “ειρηνευτική δύναμη” που δεν θα επανδρώνεται αποκλειστικά και μόνο από τις χώρες της Αφρικής. Η Ουάσινγκτον ετοιμάζεται να κάνει στο Σουδάν ό,τι έκανε στο Ιράκ και τη Γιουγκοσλαβία. Να χρησιμοποιήσει τις φυλετικές ή εθνικιστικές αντιθέσεις -και εδώ οι έριδες μεταξύ Αράβων και Αφρικανών αξιοποιούνταν από την εποχή ακόμη της βρετανικής αποικιοκρατίας,- έτσι ώστε να διαμελίσει το μεγάλο αυτό κράτος σε μικρότερα κρατίδια που θα είναι εύκολα ελέγξιμα από την Ουάσινγκτον και συνεργάσιμα μαζί της.

Όσο για την πρόθεση των Αμερικανών να επιβάλουν εμπάργκο, αρκεί να σημειωθεί -για να φανεί καλύτερα η υποκρισία τους- ότι την εποχή που όλος ο κόσμος είχε επιβάλει εμπάργκο στο νοτιοαφρικανικό απαρτχάιντ οι ΗΠΑ ήταν από τις ελάχιστες χώρες που είχαν αρνηθεί να το εφαρμόσουν, χαρακτηρίζοντάς το αναποτελεσματικό μέσο!

Εστία ανταγωνισμών η Αφρική

Η αντιπαράθεση για το Νταρφούρ έχει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις αν τη σύγκρουση για το Σουδάν (που είναι η μεγαλύτερη χώρα της Αφρικής με έκταση 2,5 εκατ. τετ. χλμ. και δυσανάλογα μικρό πληθυσμό 35 εκατ. ανθρώπων) την εντάξουμε στον χαμηλής έντασης πόλεμο που διεξάγει η Κίνα για να ελέγξει οικονομικά την Αφρική. Η αξία των εμπορικών συναλλαγών της Κίνας με την Αφρική από το 2001 μέχρι το 2005 πενταπλασιάστηκε, ξεπερνώντας μάλιστα το 2005 την αξία των συναλλαγών της Αφρικής με την ΕΕ. Σε ό,τι αφορά την ενέργεια ειδικότερα, το ένα τρίτο του πετρελαίου που εισάγει η Κίνα προέρχεται από την Αφρική. Πέρυσι μάλιστα, μετά την υπογραφή ενός συμβολαίου-μαμούθ με την Αγκόλα, οι εισαγωγές πετρελαίου από την αφρικανική αυτή χώρα ξεπέρασαν τις εισαγωγές πετρελαίου της Κίνας από τη Σαουδική Αραβία. Με βάση πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας εκτιμάται ότι το Πεκίνο έχει χορηγήσει στις αφρικανικές κυβερνήσεις περισσότερα χρήματα απ’ ό,τι η ίδια η τράπεζα, που είναι ο μεγαλύτερος αναπτυξιακός πιστωτικός οργανισμός του κόσμου! Σε αδρές γραμμές το μοντέλο των συναλλαγών της Κίνας με την Αφρική αφορά αθρόες εισαγωγές καταναλωτικών προϊόντων στην Αφρική, εις βάρος φυσικά της στοιχειώδους μεταποιητικής της βιομηχανίας, αντί εξαγωγών πρώτων υλών (πετρέλαιο, χαλκό, κ.ά.) στην Κίνα που τροφοδοτούν τη μεταποίησή της.

Καθόλου τυχαία ο Πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, Τάμπο Μπέκι, του οποίου η χώρα διατηρεί πολύ στενές οικονομικές σχέσεις με την Κίνα, έχει επισημάνει τον κίνδυνο μετατροπής της Αφρικής σε αποικία της Κίνας! Η έλξη που δημιουργεί το Σουδάν στους Αμερικανούς γίνεται καλύτερα κατανοητή αν πάρουμε υπόψη μας δύο ακόμη τάσεις. Η πρώτη σχετίζεται με την απόφαση πολλών κυβερνήσεων, όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα και η Βολιβία, να πάψουν να λειτουργούν σαν μπανανίες και να διεκδικήσουν περισσότερα δικαιώματα για τους φυσικούς τους πόρους, ωθώντας προς τα πάνω έτσι τη διεθνή τιμή του πετρελαίου. Η δεύτερη σχετίζεται με τη μείωση της παραγωγής που παρατηρείται σε χώρες με γνωστά αποθέματα, όπως οι ΗΠΑ και η Αγγλία. Εκτιμάται ότι σε 33 από τις 48 αυτές χώρες το επίπεδο της εξόρυξης θα συρρικνωθεί τα επόμενα χρόνια. Αντιμέτωπες με αυτές τις δυσοίωνες προβλέψεις οι πετρελαϊκές εταιρείες στοχεύουν τα επόμενα πέντε χρόνια να επενδύσουν 20 δισ. δολάρια για επενδύσεις στη “μαύρη ήπειρο”, διπλάσιο δηλαδή ποσό απ’ όσα επένδυσαν την προηγούμενη πενταετία.

Παρότι λοιπόν οι διαστάσεις της ανθρωπιστικής κρίσης στο Νταρφούρ είναι εφιαλτικές, με τους νεκρούς να ξεπερνούν τις 400.000 και τους εκτοπισμένους τα 2,5 εκατομμύρια, στο επίκεντρο της διαμάχης δεν βρίσκεται το μέλλον των άτυχων αυτών ανθρώπων αλλά τα πετρέλαιά του και το μέλλον του Σουδάν. Τα κινέζικα δε συμφέροντα που διακυβεύονται στην περιοχή είναι τόσο μεγάλης σημασίας, που το Πεκίνο δεν πρόκειται να υποχωρήσει τόσο εύκολα μπροστά στις κλιμακούμενες αμερικανικές απαιτήσεις…


Σχολιάστε εδώ