Ο κ. Ρ. και η… «ταξιαρχία των Δήθεν»
Ο κ. Ρ., κατά κόσμον Θ. Ρουσόπουλος, υπουργός Τύπου, ευθύς με την ανάληψη των καθηκόντων του διείδε τη σημασία που έχει για την αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής προπαγάνδας η αξιοποίηση του αξιώματος «η δημοσιογραφία είναι μια τέχνη που κατακτάται σε τέσσερις ημέρες και εγκαταλείπεται με την υπόσχεση μιας πλουσιοπάροχης νέας θέσης (“δημοσιογραφικής”) εργασίας». Και άμ’ έπος άμ’ έργον άρχισε τη μεθοδική συγκρότηση της «ταξιαρχίας των Δήθεν», κατά πρώτον λόγο στα ελεγχόμενα -δακτυλοδεικτούμενες οι εξαιρέσεις- από το κράτος ΜΜΕ και κατά δεύτερον λόγο με την επιδαψίλευση μιας «αργομισθίας» επίσης στα κρατικά ΜΜΕ, των καθ’ υποψίαν, «επικίνδυνων» δημοσιογράφων!
Στόχος του κ. Ρ. οι «ανήσυχοι δημοσιογράφοι» και η κατά τινα τρόπο εξουδετέρωσή τους ή, στην ηπιότερη των περιπτώσεων, μέσα στο πλαίσιο της νέας τεχνολογίας των μέσων ενημέρωσης, η μετατροπή τους σε «κονδυλοφόρους μαζικής παραγωγής».
Ο κ. Ρ., με μακρά θητεία στην τηλεοπτική δημοσιογραφία συγκροτημάτων Τύπου με σαφή προτίμηση στον «θόρυβο» σε βάρος της ουσίας, στη… διασημότητα σε βάρος της αξίας, των αναγκών και της αγωνίας του καθημερινού ανθρώπου, στην αυθαίρετη εισβολή σε βάρος της αποφασιστικής έρευνας, καθώς και στη διασκέδαση σε βάρος της αξιοπιστίας, γνωρίζει σε βαθμό τελειότητας να εκμεταλλεύεται το συστατικό του πολιτικού συστήματος της χώρας που δεν είναι άλλο παρά η αναξιοκρατία.
Είναι γνώστης επίσης της κατάστασης πόλωσης που επικρατεί στα συγκροτήματα ΜΜΕ, που απασχολούν αφ’ ενός μεν κακοπληρωμένους και ανεπαρκώς εκπαιδευμένους νέους και αφ’ ετέρου μια χούφτα «διάσημους», αμειβόμενους με παχυλούς μισθούς. Και το σημαντικότερο, την οργανική αδυναμία της ΕΣΗΕΑ να υπερασπιστεί και να αγωνιστεί για την κατοχύρωση του Δημοσιογραφικού επαγγέλματος και την κυριαρχία της αντικειμενικής δημοσιογραφίας, όταν αναμφιλέκτως είναι γνωστόν -και αυτό δεν ισχύει μόνο στον τομέα της δημοσιογραφίας- ότι οι στερούμενοι προσόντων και ικανοτήτων είναι τα μάλα ευεπίφοροι στην οσφυοκαμψία!
Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, ο κ. Ρουσόπουλος ακολουθεί την πεπατημένη των «φωτογραφικών διατάξεων», επιλέγει και επιβάλλει
(π.χ. περίπτωση ΕΡΤ), με την ανοχή των Ανεξάρτητων Αρχών και του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σαρξ εκ της σαρκός του συστήματος κι αυτό, τους ημέτερους σε βάρος της διαφάνειας και, κυρίως, της αξιοκρατίας.
Η δραστηριότητα του κ. Ρ. εμπίπτει στο τοπίο εκείνο που η φιλόσοφος της δημοσιογραφίας Ονόρα Ο’ Νηλ αποκαλεί «αγαστή συνεργασία εξουσίας και συγκροτημάτων ΜΜΕ». Και παρατηρεί :
– «Στις σύγχρονες κοινωνίες την εποχή της παγκοσμιοποίησης η “ελευθερία του Τύπου” χρησιμοποιείται ως μανδύας για να καλύψει την κυριαρχία των συγκροτημάτων ΜΜΕ γύρω από το ποια παραπληροφόρηση μπορεί να πλασάρεται ανεξέλεγκτη και ποιες πληροφορίες μπορούν επιλεκτικά να υποβαθμίζονται ή να μεγαλοποιούνται. Η αντικειμενική δημοσιογραφία δεν είναι αγαθό άνευ όρων. Στην περίπτωση αυτή τα αγαθά του δημόσιου διαλόγου και της δημόσιας ζωής δηλητηριάζονται…»
Η ελληνική δημοσιογραφία, και ενώ κλείνει ο «κύκλος της Μεταπολίτευσης», είναι πανθομολογούμενο ότι διέρχεται βαθύτατη κρίση, οι «Δήθεν» του κ. Ρουσόπουλου αποτελούν τους «δημοσιογράφους παρένθεση», αν και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος με τη χρησιμοποίηση των τελευταίων αλλά μετερχόμενος και το «παίγνιο» της διανομής… ειδήσεων, επιδιώκει να ελέγξει την κριτική των κυβερνητικών πεπραγμένων, όμως, ως εκ της πείρας προκύπτει, ματαιοπονεί. Ακόμη και όταν επιδίδεται να συγκροτήσει την «δημοσιογραφία των επωνύμων» ή να προωθήσει την «τηλεόραση ταμπλόιντ» κατά τα αμερικανικά πρότυπα.
Η ίδια η «ταμπλόιντ τηλεόραση» ή η αντίστοιχη εφημεριδογραφία, στα πλαίσια του ανηλεούς ανταγωνισμού και της αγωνίας των πρωταγωνιστών της για επιβίωση, πολλαπλασιάζει και ενισχύει τις ετερογενείς φωνές και οπτικές γωνίες που κυκλοφορούν στη σύγχρονη πραγματικότητα, δίδοντας τη δυνατότητα σε πολλούς ανθρώπους και κοινωνικές ομάδες, που είναι τυπικά αποκλεισμένες, να βρεθούν στο προσκήνιο της επικαιρότητας και των διεκδικήσεων.
Η στυγνή και στεγνή καθημερινότητα δεν εξωραΐζεται από τις «φιλότιμες» προσπάθειες της «ταξιαρχίας των Δήθεν» του κ. Ρουσόπουλου.
Οι δημοσιογράφοι, ακόμη και οι «Δήθεν» του κ. Ρ., συνειδητοποιούν βαθμιαίως «ότι μέσα από τη δημοκρατική κοινωνία των πολιτών εξασφαλίζεται η αντικειμενική δημοσιογραφία και η αποτελεσματικότητα του λειτουργήματος. Οι δημοσιογράφοι δεν είναι μοναχικοί στρατιώτες σε μια αρένα όπου σφυρίζουν οι διασταυρούμενες σφαίρες. Είναι άτομα που λειτουργούν μέσα σε ένα δεδομένο οικονομικό, πολιτιστικό και πολιτικό πλαίσιο». Κρίνονται, γίνονται αποδεκτοί ή απορρίπτονται κατά τα έργα τους από τους συνειδητοποιημένους πολίτες. Και η τάξη των πολιτών αυτών είναι η πλειοψηφούσα στις σύγχρονες κοινωνίες.