Ήμουν εκεί

Περί αισθήσεων

Ήμουν εκεί, στο Ξενόπουλο της Κεφαλονιάς, από όπου ξεκίνησε -για πολλοστή φορά- η καταστροφή. Γι’ αυτό δεν θ’ αντέξω να ξαναδώ και να ξανακούσω τηλεοπτικές και έντυπες περιγραφές που περιέχουν φράσεις όπως: εικόνες κόλασης, απερίγραπτες σκηνές, τραγικό θέαμα κ.λπ. Όπως δεν θα αντέξω να ξαναδώ το ηλιοβασίλεμα από τη Μονή Κηπουραίων ή κεράκια σε τούρτα γενεθλίων. Το πρώτο γιατί αυτές οι περιγραφές δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, το δεύτερο επειδή δεν θέλω να ξαναδώ μπροστά μου πορτοκαλί ορίζοντα και το τελευταίο γιατί θα μου θυμίζει πάντα συστάδα κυπαρισσιών που φλέγονται όρθια μέσα στο σκοτάδι.

Η φωτιά δεν είναι εικόνα, σκηνή ή θέαμα γιατί ο εφιάλτης της δεν είναι αυτό που αποτυπώνει το μάτι. Είναι αυτό που αντιλαμβάνονται δύο πιο ταπεινές από την όραση αισθήσεις – η ακοή και η όσφρηση. Δεν ξέρεις τι σημαίνει τρόμος αν δεν έχεις ακούσει χιλιάδες απανωτούς πυροβολισμούς: αυτός είναι ο ήχος που βγαίνει όταν καίγεται μια δάφνη ή ένα πουρνάρι. Δεν ξέρεις τι σημαίνει φρίκη αν δεν έχεις μυρίσει το αποκαΐδι της καρβουνιασμένης γης την επόμενη ημέρα: έτσι μυρίζει ο θάνατος.

Όχι πως υποτιμώ την εικόνα της φωτιάς. Η άρνησή μου να ξαναδώ το πιο συγκλονιστικό ηλιοβασίλεμα της δυτικής Ελλάδας ή να ξαναβρεθώ σε έναν αθώο εορτασμό γενεθλίων έχει άμεση σχέση με αυτήν την εικόνα. «Καιγόμαστε παιδάκι μου, έχει φωτιά στο Κοτρόνι», μου φώναξε η μάνα μου το βράδυ της Τρίτης. Όταν βγήκα στο κατώφλι του σπιτιού μπερδεύτηκα για κάποια δευτερόλεπτα γιατί η εικόνα μου θύμισε το ηλιοβασίλεμα, δεν φαινόταν ακόμα οι φλόγες, αλλά ο ουρανός είχε βαφτεί πορτοκαλί και κόκκινο. Ήταν η αντανάκλαση -το είδωλο του θεριού- στο γυμνό βουνό της Άτρου απέναντι και στις βραχώδεις χαράδρες του Αίνου, πίσω δεξιά. «Μας κάψανε πάλι που να καούνε», φώναξε λίγες ώρες αργότερα ένας συγχωριανός μου. Γύρισα και κοίταξα το ύψωμα πάνω από τους Σπάρους και είδα τα κυπαρίσσια να καίγονται στη σειρά και όρθια. Θυμήθηκα τα μικρά βεγγαλικά που στόλιζαν πριν μια εβδομάδα την τούρτα γενεθλίων ενός φίλου μου. Μόνο που αυτά τα μεγάλα κυπαρίσσια-βεγγαλικά δεν είχαν καμιά σχέση με τη γιορτή της ζωής, ήταν τα απομεινάρια του θανάτου πάνω στη γη που λάτρεψα από μικρό παιδί. Και που θα λατρεύω πάντα περισσότερο από οποιονδήποτε θεό, άνθρωπο, ιδεολογία ή υλικό αγαθό.

Κάθε νέα πληροφορία για τη διαδρομή της φωτιάς μέσα στη νύχτα πάγωνε το μυαλό: Καμπιτσάτα, Καπανδρίτι, Αμπελά Βρύση, Αη Γιώργης, Παλιόκαστρο, Πάστρα, Κρεμμύδι. Γύρω στα ξημερώματα σταμάτησα το τρέξιμο από το ένα ξέφωτο του χωριού στο άλλο. Ήξερα ότι το δικό μου το χωριό -από μια περίεργη αλλαγή διάθεσης του αέρα- δεν θα καεί τελικά. Ήμουν εξίσου σίγουρη όμως πως η μέρα που ξημέρωνε θα ήταν χειρότερη απ’ τη νύχτα. Ούτε μια στιγμή δεν γύρισα να κοιτάξω τον Αίνο που υψώνεται πάνω απ’ το Ξενόπουλο. Το υποσυνείδητο λειτούργησε λυτρωτικά, δεν με άφησε να σκεφτώ καθόλου το απόλυτο όριο της κόλασης.

Η Τετάρτη ήταν όντως χειρότερη: Ρατζακλί, Κατελειός, Σκάλα.. ΣΚΑΛΑ, ρε ανθρωπόμορφα τέρατα; Τη ΣΚΑΛΑ, ρε;

Περί συναισθημάτων

Απελπισία, θυμός, οργή. Συναισθήματα που δε μπορείς να αποφύγεις αν είχες την τύχη και ατυχία να είσαι από το Ξενόπουλο της Κεφαλονιάς. Η τύχη σου έμελε να γεννηθείς σε έναν απομακρυσμένο, ορεινό μα πανέμορφο τόπο. Έχεις όμως την ατυχία για δεκαετίες τώρα να είσαι παρατηρητής μιας καταστροφής που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο και που πάντα ξεκινάει απ’ το χωριό σου. Αν έχεις και λίγη τσίπα νιώθεις συνένοχος στο έγκλημα, επειδή μένεις απλός παρατηρητής. Ο φόβος σε έχει κάνει απλό παρατηρητή. Ο φόβος είναι ένα τρομερό συναίσθημα. Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν καταλαβαίνεις. Ή ξεγελάς τον εαυτό σου και απαλύνεις τις ενοχές σου με τη σκέψη πως σε μια ξεχαρβαλωμένη πολιτεία και κοινωνία, που οι νόμοι ψηφίζονται μόνο και μόνο για να δικαιολογούν την ύπαρξή τους -και τα προνόμιά τους- κάποιοι, δεν πρόκειται να βρεις άκρη. Το μόνο που θα καταφέρεις -αν μιλήσεις- είναι να είσαι εσύ το θύμα του επόμενου εγκλήματος. Και έτσι παραμένεις απλός παρατηρητής-θύτης και φυσικά συνένοχος.

Αυτό το συνειδητοποίησα πλήρως τα ξημερώματα της Τετάρτης. Το είδα στο βλέμμα των ανδρών της Πυροσβεστικής που απηύθυναν ένα σιωπηλό αλλά βαρύτατο «κατηγορώ» σε όλους εμάς. Πάνω από είκοσι χρόνια παίζουν τη ζωή τους κορώνα γράμματα μέσα στις χαράδρες, κάτω απ’ το Ξενόπουλο και το Καπανδρίτι. Για να σώσουν τους άχρηστους που κάθονται στα πεζούλια για να δουν το θέαμα και εκπονούν θεωρίες για το πού θα σταματήσει η φωτιά αυτήν τη φορά.

Εκείνο το βράδυ, εκείνη τη στιγμή η οργή μου έγινε πιο μεγάλη από τον φόβο, γιατί έζησα έναν μεγαλύτερο φόβο. Καθώς το πυροσβεστικό όχημα κατέβαινε τον ανώμαλο χωματόδρομο, από το CB του άλλου οχήματος της πυροσβεστικής ακουγόταν η προειδοποίηση του κέντρου προς τους πυροσβέστες πως υπάρχει πιθανότητα εγκλωβισμού τους στο συγκεκριμένο σημείο. Τους ζητούσε να σιγουρευτούν πρώτα αν μπορεί το όχημά τους να κάνει αναστροφή σε εκείνο το σημείο. Αυτοί κατέβηκαν, όπως κατεβαίνουν κάθε φορά. Και εγώ ένιωσα φόβο γιʼ αυτούς, όχι γιατί τους γνώριζα προσωπικά. Επειδή δεν μπορούσα να φανταστώ πως τα παιδιά αγνώστων σε μένα μανάδων και οι πατεράδες αγνώστων σε μένα παιδιών θα γίνουν ανθρωποθυσία για τα βοσκοτόπια.

ΝΑΙ, για τα βοσκοτόπια! Δεν υπάρχουν οικοπεδοφάγοι στην ορεινή ζώνη του Δήμου Ελειού-Πρόννων! Ούτε «ψυχάκηδες» με βίτσιο τα κιάκια.

Είδατε πως η οργή ξεπερνάει τον φόβο; Μέχρι εδώ όμως, γιατί δεν έχω και σκοπό να γίνω προσάναμμα στην επόμενη φωτιά.

Περί αρχών και αρχόντων

Προσγειώνομαι σιγά σιγά, άλλωστε σήμερα που γράφω αυτά είναι πλέον Παρασκευή. Πιο ξεφορτισμένες οι αισθήσεις και τα συναισθήματα. Τώρα πρέπει να ασχοληθώ λίγο με την πρακτική πλευρά αυτού που έζησα.

Νιώθω ευγνωμοσύνη προς τον νομάρχη τον κ. Γεωργάτο, επειδή με πίστεψε αμέσως όταν του τηλεφώνησα σε κατάσταση πανικού για να του πω ότι δεν πρόκειται για άλλη μια συνηθισμένη φωτιά στο Ξενόπουλο. Θα μπορούσε ο Διονύσης, που με γνωρίζει καλά, να σκεφτεί ότι ήμουν υπερβολική για άλλη μια φορά.

Χαίρομαι που τη νύχτα της φωτιάς ήταν μαζί μας ο αντινομάρχης κ. Μοσχόπουλος. Η ηρεμία και η σιγουριά που εμπνέει η παρουσία του Σπύρου είναι πάντα καταλυτική.

Νιώθω ντροπή για κάποιους συμπολίτες μου που τα έβαλαν με τον δήμαρχο κ. Μεταξά. Ο Μάκης μας φταίει που βάζουμε φωτιά στα πατζάκια μας κάθε χρόνο;

Λυπάμαι για τον πρόεδρο του δημοτικού διαμερίσματος Ξενοπούλου – δεν αναφέρω το όνομά του γιατί δεν του αξίζει ούτε η αρνητική δημοσιότητα. Στην προσπάθεια να απομακρύνω τους ηλικιωμένους γονείς μου απ’ το χωριό την επόμενη μέρα, τον ρώτησα -στον δρόμο που τον συνάντησα- αν είναι ανοιχτός ο δρόμος. Με την πλάτη πάντα γυρισμένη, σήκωσε απλώς τους ώμους και έκανε τη γνωστή γκριμάτσα («ξέρω εγώ;»). Τι λέτε κ. πρόεδρε; Υποχρέωση έχετε και να γνωρίζετε και να μου απαντήσετε. Είστε εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης και λόγω αυτής της ιδιότητά σας τόλμησα να σας ρωτήσω. Είμαι δημότης Ξενοπούλου, έστω και αν -πολύ σοφά τελικά- δεν είμαι ψηφοφόρος σας.

Δεν μπορώ να βρω λέξεις να ευχαριστήσω όλους μαζί -και τον καθένα ξεχωριστά- τους γνωστούς και άγνωστους πυροσβέστες και προϊσταμένους τους που έδωσαν την άνιση μάχη με τη φωτιά. Δεν μπόρεσαν να σώσουν τα κυπαρίσσια, αλλά έσωσαν τους ανθρώπους και τα σπίτια. Και μας έδωσαν με τις πράξεις τους κάτι πολύ σημαντικό: το κίνητρο να σκεφτούμε τις δικές μας ευθύνες.

Δεν εντυπωσιάστηκα με τις ενέργειες της νομαρχίας, όπως κάποιοι συμπολίτες μου. Εντυπωσιάζεσαι με το αυτονόητο, μόνο όταν έχεις τον πήχη χαμηλά.

Περί Ενημέρωσης

Μέσα στην καταστροφή των ημερών όμως χρειάστηκε να καταπιούμε και τις προσβολές των ΜΜΕ. Με πρώτη και καλύτερη τη δημόσια τηλεόραση. Σε πρωινή εκπομπή της ΝΕΤ είδαμε στο κυλιόμενο μήνυμα να αναφέρεται πως κινδυνεύει ο «Αίμος»! Το βουνό μας, κύριοι της ΝΕΤ, είναι ο ΑΙΝΟΣ όχι ο Αίμος. Είναι ένας από τους δέκα εθνικούς δρυμούς της χώρας μας και είναι κατάφυτος από τη μοναδική στον κόσμο Κεφαλληνιακή Ελάτη (Abies Cephalonica).

Μάλλον όμως άρεσε η λανθασμένη γραφή και σε άλλους, γιατί είδαμε στην ηλεκτρονική διεύθυνση μεγάλης καθημερινής εφημερίδας πανελλήνιας κυκλοφορίας να επαναλαμβάνεται το «Αίμος». Και όχι μόνο.

Αναφέρει το άρθρο: «… ενώ οι φλόγες έχουν κυκλώσει τους οικισμούς του δήμου Ελειού, Καπίτσα, Ξενόπουλο, Μαρκόπουλο και Κρεμμύδι και απειλούν όλο το βουνό του Αίμου.». Ο Δήμος Ελειού-Πρόννων, κύριοι, καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό κομμάτι της Κεφαλονιάς και περιλαμβάνει το χωριό Καμπιτσάτα – όχι Καπίτσα. Όσο για τον «Αίμο», τα είπαμε παραπάνω.

Και μια καλέστρα για το τέλος

Η δική μας καρβουνιασμένη γη θα ξαναγίνει πράσινη γιατί μας αντέχει ακόμα. Η Κεφαλονιά έμαθε να παίζει κρυφτό με τον Εγκέλαδο και να κερδίζει, τα κυπαρίσσια της δεν θα ξανασπρώξει προς τον ουρανό;

Η Σκάλα της Κεφαλονιάς όμως χρειάζεται την αρωγή όλων μας. Χθες γύρισαν κάποιοι τουρίστες και ξαναζωντάνεψε η σμαραγδένια παραλία της. Η ζημιά όμως είναι μεγάλη για τους επαγγελματίες. Καλώ κάθε Κεφαλονίτη που μένει στο νησί και κάθε συμπατριώτη που θα επισκεφτεί φέτος την Κεφαλονιά να πάει έστω μια φορά στη Σκάλα. Να πιει έναν καφέ. Να αφήσει ένα ευρώ. Είναι ελάχιστη υποχρέωση όλων μας προς το χωριό και τους ανθρώπους που έχουν επενδύσει για να έχει η Κεφαλονιά ένα τόσο ζηλευτό τουριστικό θέρετρο.

Ραντεβού λοιπόν στη Σκάλα μια και δεν τολμώ να σας καλέσω όλους στο Ξενόπουλο. Δεν είσαστε όλοι για τόσο επικίνδυνες αποστολές.

(Για όσους απορήσουν λίγο με την αλλαγή διάθεσης από το ξεκίνημα ως το τέλος του άρθρου, υπενθυμίζω πως είμαι απ’ την Κεφαλονιά).


Σχολιάστε εδώ