Αγεφύρωτες οι διαφορές Ρωσίας – ΗΠΑ

Αδιάψευστος μάρτυρας για το αδιέξοδο που σημειώθηκε στις συζητήσεις των δύο ηγετών αποτέλεσαν τα όσα δήλωσε για την αντιπυραυλική ασπίδα την επομένη της επιστροφής του Πούτιν στη Ρωσία ο πρώτος αντιπρόεδρός του, Σεργκέι Ιβανόφ. Οι δηλώσεις του ώθησαν τη σύγκρουση σε νέα, πολύ ανώτερα επίπεδα! Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στην πρόταση που είχε διατυπώσει ο Πούτιν πριν από δύο μήνες κατά τη σύνοδο των οκτώ πλουσιοτέρων χωρών του πλανήτη στη Γερμανία, σχετικά με τη δημιουργία κοινής αμερικανορωσικής βάσης στο Αζερμπαϊτζάν, είπε πως «αν η προσφορά μας γίνει αποδεκτή, τότε η Ρωσία δεν θα θεωρήσει αναγκαία την ανάπτυξη πυραυλικών εγκαταστάσεων στο ευρωπαϊκό τμήμα της χώρας, περιλαμβανομένου του Καλίνινγκραντ»! Η δήλωσή του ισοδυναμούσε με εκτόξευση πυραύλου γιατί για πρώτη φορά η Μόσχα ενέταξε τόσο ενεργά στους σχεδιασμούς της το Καλίνινγκραντ, που μέχρι εκείνη την ημέρα ελάχιστοι στη δυτική Ευρώπη γνώριζαν. Η σημασία της δήλωσης του Ιβανόφ αποκαλύπτεται αν πάρουμε υπόψη μας ότι πρόκειται για έναν ρωσικό θύλακο της Βαλτικής που βρίσκεται μεταξύ Πολωνίας και Λιθουανίας χωρίς να συνορεύει με τη Ρωσία, παρότι υπάγεται σε αυτήν, έκτασης 216 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που κατοικείται από 430.000 περίπου κατοίκους. Είναι ουσιαστικά το πλέον προκεχωρημένο φυλάκιο της Μόσχας στη Δύση, που ενδεχόμενη μεταφορά πυραύλων στο έδαφός του θα ανεβάσει απότομα το θερμόμετρο στα ανατολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς από το έδαφός τους θα πρέπει να περάσουν τα στρατιωτικά υλικά που θα αναπτύξει η Μόσχα στο Καλίνινγκραντ. Το ότι το Καλίνιγκραντ συνορεύει με τις δύο παραπάνω χώρες, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της αντιρωσικής υστερίας, υποδηλώνει ότι η πολιτική τους εγκυμονεί νέους πολύ πιο άμεσους κινδύνους…

Επιμονή των ΗΠΑ στην αντιπυραυλική ασπίδα

Η απειλή του ρώσου αντιπροέδρου ήταν μια ακόμη προσπάθεια της Μόσχας να αποτρέψει την εγκατάσταση στην Πολωνία και την Τσεχία της αμερικανικής αντιπυραυλικής ασπίδας. Για να υλοποιήσει αυτόν τον στόχο μέχρι στιγμής η Μόσχα έχει απειλήσει ότι θα αποχωρήσει από μια συμφωνία για τον έλεγχο των όπλων που είχε υπογράψει στο παρελθόν και επίσης ότι θα στρέψει στις χώρες της δυτικής Ευρώπης τους δικούς της πυραύλους. Το τελευταίο όπλο που έβγαλε από τη φαρέτρα της ήταν η πρόταση προς την Ουάσινγκτον να παραιτηθεί από την ανάπτυξη ραντάρ και συστοιχιών στην Τσεχία και την Πολωνία και (εφόσον το πρόβλημα βρίσκεται στην απειλή που εκπροσωπεί το Ιράν -έστω κι αν είναι σε όλους γνωστό ότι πριν από το 2020 δεν πρόκειται η Τεχεράνη να αποκτήσει αντίστοιχου βεληνεκούς πυραύλους) τότε να αξιοποιήσουν από κοινού η Ρωσία κι η Δύση τη γιγαντιαία βάση που διαθέτει η τελευταία βόρεια του Ιράν, στο Αζερμπαϊτζάν. Έπεσε όμως στο κενό. Την ίδια τύχη είχε και μια άλλη πρόταση που κατέθεσε η Ρωσία και αφορούσε την εξαρχής οικοδόμηση στα εδάφη της μιας νέας στρατιωτικής βάσης που θα εξοπλιζόταν έτσι ώστε να αποτρέψει πιθανή πυραυλική επίθεση στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ από το Ιράν, τη Β. Κορέα ή άλλο κράτος. Η πρόταση της Μόσχας μάλιστα γι’ αυτήν τη βάση ήταν να υπαχθεί στο Συμβούλιο Ρωσίας – ΝΑΤΟ όπου συμμετέχουν με θεσμικό τρόπο τα 26 κράτη μέλη του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και η Ρωσία. Εις μάτην όμως…

Η εμμονή της Ουάσινγκτον να προχωρήσει στη συγκρότηση αντιπυραυλικής ασπίδας δεν προκαλεί ενόχληση μόνο στη Μόσχα, αλλά και στη Δύση. Την Τρίτη που μας πέρασε, κατά τη διάρκεια δηλαδή της συνάντησης Μπους – Πούτιν στο Μέιν, οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» δημοσίευαν σχόλια ευρωπαίου διπλωμάτη που κατέθετε τη δυσφορία του για την προθυμία της Τσεχίας και της Πολωνίας να φιλοξενήσουν στοιχεία της αντιπυραυλικής ασπίδας εμπλέκοντας έτσι στη σύγκρουσή τους με τη Μόσχα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. «Θα ήταν προτιμότερο οι Πολωνοί και οι Τσέχοι να είχαν συμβουλευτεί τους εταίρους τους», ήταν τα λόγια του. Τη διαφωνία του με την αντιπυραυλική ασπίδα κατέθεσε δημόσια με άρθρο του στο αμερικανικό περιοδικό «Τάιμ» πρόσφατα και ο Ζμπίγκνιεβ Μπρζεζίνσκι, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Προέδρου Τζίμι Κάρτερ από το 1977 μέχρι το 1981. Ο τίτλος του άρθρου ήταν «Πώς να αποφύγουμε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο». Στο τέλος του συνιστούσε πως «πάνω απ’ όλα οι ΗΠΑ θα πρέπει να τερματίσουν τον πόλεμό τους στο Ιράκ που είναι εξαιρετικά καταστροφικός για την ικανότητα της Αμερικής να ασκήσει μια ευφυή και συνεκτική εξωτερική πολιτική». Πριν από αυτήν τη σύσταση υποδείκνυε πως «οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποφύγουν αστόχαστες προκλήσεις, όπως η αδέξια και επιπόλαια πρωτοβουλία τους να αναπτύξουν την αντιπυραυλική ασπίδα δίπλα στην πόρτα της Ρωσίας»!

Ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου

Το ίδιο επίμονα στέκονται οι ΗΠΑ και σε ένα επιπλέον θέμα που αποτελεί ζήτημα ύψιστης σημασίας για τα ρωσικά συμφέροντα: την ανεξαρτησία του Κοσόβου. Εδώ η Μόσχα εξακολουθεί να απειλεί ότι θα ασκήσει το δικαίωμα βέτο που διαθέτει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αν κατατεθεί το σχέδιο ανεξαρτητοποίησης του φινλανδού διαπραγματευτή Αχτισάαρι, το οποίο υποστηρίζουν με θέρμη και χωρίς επιφυλάξεις τόσο οι Αμερικάνοι όσο και οι Βρυξέλλες. Οι αντιρρήσεις της Ρωσίας μάλιστα το τελευταίο διάστημα βρίσκουν ευήκοον ους και σε πολλές δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όπως είναι για παράδειγμα η Ισπανία και το Βέλγιο, που ανησυχούν μήπως η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου από τη Σερβία δώσει νέα ώθηση και στα δικά τους αποσχιστικά κινήματα που επιζητούν τη διάσπαση των ενιαίων κρατών και τη συγκρότηση νέων, εθνικά ομοιογενών. Απέναντι στην άρνηση της Μόσχας επισείουν την απειλή της ντε φάκτο ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου, και -εσχάτως- αντίστοιχες καταστάσεις που έχει επιβάλει η ίδια η Ρωσία στον Καύκασο. Συγκεκριμένα στους θύλακους της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, που, αν και βρίσκονται εντός των γεωγραφικών ορίων της Γεωργίας, προστατεύονται από ρωσικά ειρηνευτικά στρατεύματα και βρίσκονται ένα βήμα (άγνωστης όμως διάρκειας) πριν από τη διεκδίκηση της ανεξαρτησίας τους από την Τυφλίδα, καθώς το άλλο ενδεχόμενο -να επιβάλει με τη δύναμη των όπλων η Γεωργία την πλήρη ενσωμάτωσή τους- θεωρείται επιεικώς αδύνατο μια και θα πρέπει να αναμετρηθεί στρατιωτικά με τη Ρωσία. Οι πρόσφατοι ισχυρισμοί του έντονα φιλοαμερικανικού καθεστώτος της Γεωργίας, που έδωσαν το έναυσμα για να διεξαχθεί έρευνα από τον ΟΗΕ, ότι στις 11 Μαρτίου ρωσικά πολεμικά ελικόπτερα επιχείρησαν πάνω από τις αμφισβητούμενες περιοχές, δηλαδή στο εσωτερικό της, κάνοντας έτσι επίδειξη ισχύος, εμφανίζει ασυνεπή τη Μόσχα όταν απορρίπτει την απόσχιση του Κοσόβου και την εκθέτει στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της ασυνήθιστα μεγάλης προβολής του θέματος από την υπερσυντηρητική αμερικανική εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», την Τετάρτη, που τόνιζε μάλιστα από τους τίτλους της πρώτης σελίδας τις παγκόσμιες επιπτώσεις από τις διαφωνίες της Ρωσίας με τη Γεωργία.

Πίσω από τις αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Μόσχας βρίσκονται τα ανταγωνιστικά τους συμφέροντα, όπως διαμορφώθηκαν από τη στιγμή που ο Πούτιν διέκοψε τον κατήφορο της Ρωσίας και εκμεταλλευόμενος την άνοδο των πρώτων υλών αναβάθμισε τη διπλωματική θέση της Ρωσίας. Η θέση στην οποία βρίσκεται η Ρωσία μπορεί να απέχει σημαντικά από την ισορροπία τρόμου που δέσποζε την εποχή των «δύο υπερδυνάμεων» και του Ψυχρού Πολέμου, επιτρέπει όμως στον Πούτιν να πηγαίνει με άδεια χέρια στο οικογενειακό θέρετρο των Μπους, αρνούμενος να υποχωρήσει.


Σχολιάστε εδώ