Το «δόγμα της περιορισμένης ανεξαρτησίας»

Στα 182 χρόνια πορείας του το «δόγμα της περιορισμένης ανεξαρτησίας» ή επί το ευκρινέστερον το δόγμα της προστασίας» μόνο δεινά και εθνικές καταστροφές επισώρευσε στη χώρα.

Και δεν είναι τυχαίο ότι το «δόγμα» αυτό προβάλλει στον ορίζοντα σε κρίσιμες στιγμές του εθνικού μας βίου!

Αρχή το 1825, η κρισιμότερη στιγμή του Αγώνα της Ανεξαρτησίας με τον Ιμπραήμ να δηώνει την Πελοπόννησο, τους πρωταγωνιστές της Εθνικής Ανεξαρτησίας, είτε δολοφονημένους (Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αντώνης Οικονόμου, Μελέτης Βασιλείου, Παναγιώτης Καρατζάς, Παναγιώτης Κρεββατάς κ.ά.), είτε φυλακισμένους (Θ. Κολοκοτρώνης και οι άλλοι ηγέτες των αρμάτων) και τους οπαδούς της Φιλικής Εταιρείας πλήρως εξουδετερωμένους, ενώ «ο ζυγός των τε Οθωμανών και Κοτζαμπάσηδων» σε πλήρη επικυριαρχία στην αγωνιζόμενη Ελλάδα.

Είναι η στιγμή όπου ο θεωρητικός της «περιορισμένης ανεξαρτησίας» και θιασώτης της «αγγλικής προστασίας», Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, αποσπά το ψήφισμα να τεθεί η αγωνιζόμενη Ελλάδα «υπό την προστασίαν της Μεγάλης Βρετανίας».

Η δημοκρατική συνείδηση του αγωνιζόμενου έθνους, στο πρόσωπο του αγνού πατριώτη Δημήτριου Υψηλάντη, εξεγείρεται και ο κερκυραίος ευπατρίδης, Ιωάννης Θεοτόκης, χαρακτηρίζει το ψήφισμα, «συμφωνητικό της πωληθείσης Ελλάδος»!

Δύο, σχεδόν, αιώνες μετά, το «δόγμα της περιορισμένης ανεξαρτησίας» βρυκολακιάζει, το μελανό του στίγμα επισκιάζει τον ουρανό της Ελλάδας και της Κύπρου.

Οι μεν, της «Μητρός Ελλάδος» (Β. Μεϊμαράκης, Ντόρα Μπακογιάννη και άλλοι τινές), στον βωμό μικροκομματικών ιδιοτελών συμφερόντων επανακάμπτουν στο καταδικασμένο από την Ιστορία και τη συνείδηση του έθνους «δόγμα», οι δε της Κύπρου, ο προεδρικός υποψήφιος Γιαννάκης Κασουλίδης και άλλοι τινές της «Αριστερής Όχθης», επωμίζονται τον ρόλο του «περιφερόμενου μεταπράτη του Σχεδίου Ανάν»!

Η συντηρητική παράταξη, μεταπολιτευτικώς, τουλάχιστον, σε επίπεδο ηγεσίας (Κ. Καραμανλής ο Πρεσβύτερος και επί Κ. Καραμανλή του Νεώτερου) επιδίωξε να μετακινηθεί προς τον Κεντρώο Χώρο, ο οποίος διακρίνεται για την ευαισθησία του στα θέματα εθνικής ανεξαρτησίας και κοινωνικής πρόνοιας. Όμως, και στην πρώτη περίπτωση και στη δεύτερη απόπειρα, συνάντησε και συναντά μεθοδευμένη αντίσταση από τους «κήρυκες της περιορισμένης ανεξαρτησίας».

Η ιστορία της συντηρητικής παράταξης αποκαλύπτει για μια εισέτι φορά τον ρόλο που διαδραματίζουν οι «πολιτικές φαμίλιες» (Ντόρα Μπακογιάννη) και οι «προεστοί» (Β. Μεϊμαράκης), στην επιλογή του μέλλοντος της χώρας, αλλά αναδεικνύει και τους «πολλαπλούς περιορισμούς μέσα στους οποίους λειτουργούν τέτοιες επιλογές».

Ο Κ. Καραμανλής ο Νεώτερος, σε ευρεία κλίμακα ως ηγέτης της αντιπολίτευσης και σε περιορισμένη, ως πρωθυπουργός της χώρας, επιδίωξε να αναπροσαρμόσει τη συντηρητική ιδεολογία και να τη διευρύνει με τον «συνδυασμό διανοητικής κρίσης, συναισθηματικής ικανοποίησης και αισθητικής έλξης» και να προσφέρει στο εκλογικό σώμα «ποικιλία πιθανών επιλογών και μελλοντικών κοινωνικών εξελίξεων». Οι προθέσεις, όμως, δεν αντικαθρεπτίζονται σε απτά αποτελέσματα. Εμφανίζεται προ των εκλογών αιχμάλωτος του πενταγωνισμού και του «δόγματος της περιορισμένης ανεξαρτησίας», αν και γνωρίζει ή τουλάχιστον οφείλει να γνωρίζει ότι το πολιτικό αυτό σκηνικό απωθεί τον Κεντρώο Χώρο, ο οποίος στην ελληνική πολιτική σκηνή κατέχει το προνόμιο να είναι εκείνος που διαμορφώνει κυβερνητικές πλειοψηφίες.

Τα δύο κόμματα εξουσίας δεν διαφέρουν ουσιωδώς, ως προς την ισχυρή δράση στο εσωτερικό τους των ομάδων του πενταγωνισμού και των οπαδών του «δόγματος της περιορισμένης ανεξαρτησίας».

Η Αριστερά, κομμουνιστική και μη, ή άλλοτε σημαιοφόρος της πάλης κατά της ξενοκρατίας, έχει απολέσει την παραδοσιακή φυσιογνωμία της. Στο παρακλάδι του ΣΥΝ πολλοί είναι εκείνοι που βλέπουν να αποτελεί την «Αριστερά του καπιταλισμού», ενώ η καθαρόαιμη κομμουνιστική πτέρυγά της έχει εγκλωβισθεί σε έναν στείρο αντιευρωπαϊκό αρνητισμό και τον εξορκισμό των φαντασμάτων του ιμπεριαλισμού.

Η ιδεολογία της ελληνικής Αριστεράς δεν ανήκει, πλέον, στις περιπτώσεις της ευρηματικής δημιουργικότητας.

Οι ιδεολογίες, είναι γνωστό, ότι απαιτούν κάποιο ίχνος συνοχής και συνεκτικότητας ώστε να δύνανται να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές.

Σε περιόδους ιδεολογικής σύγχυσης βλαστάνουν τα άνθη του κακού και η φαιά πανούκλα του εθνικισμού, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας προβάλλει απειλητική για το πολιτικό σύστημα της χώρας.


Σχολιάστε εδώ