«ΑΜΩΜΟΙ ΕΝ ΟΔΩ ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ», ΜΠΑΜ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΟΤΑΝ ΕΦΑΓΑ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟ ΨΗΜΕΝΟ ΓΑΤΟ
Όδευα εις τήν Εθνική
περιχαρής κι αθώος
ενώ κυλούσε δίπλα μου
ο ποταμός Αώος.
.
Μά τήν αλήθεια χριστιανοί
ως ποταμός ορμούσε
τό ρεύμα τό τροχήλατο
όπου μέ απειλούσε.
.
Ήρχισα δέκα προσευχάς
καί πέντε λειτουργίας
σ’ αυτό τό τρισκατάρατο
ταξίδι τής αργίας.
.
Κυτία κι αποτσίγαρα
με έρραινον ως άνθη,
ορκίζομαι εις τόν Θεό
Αγία Μαριάνθη.
Ως Καλιγούλας ένιωθα
στόν θρόνο τόν μεσαίο
ότε ορμούσαν κάτω του
σφαγείς στό Κολοσσαίο.
.
Τόν Μέγα μου δέ δάκτυλον
είπα νά αντιστρέψω,
ως Αυτοκράτωρ καθ’ οδόν
ίνα τούς σαγηνέψω.
.
Όμως μέ πρόλαβε η γυνή
-ήτοι η Σύζυγός μου-
στά δεξιά καθήμενη
ως άλλη σύμβουλός μου.
.
«Αυτοί οι γκλαντιέιτορς
-τουτέστιν μονομάχοι-
θά σέ σπαράξουν Μιχαήλ
κι εγώ θά ζώ μονάχη».
.
Εννόησα τό νόημα
κι είπα μήπως σταθούμε
εις ένα χλαπατζίδικο
κάτι γιά νά γευθούμε.
.
Τό έτερόν μου ήμισυ
συμφώνησε. Καί νά με
εις ένα πολυφώτιστο
κατάστημα, θυμάμαι.
.
Νέοι καί νέαι έτρωγαν
μέ πάσαν απληστία
χάμπουργκερ καί αρτίδια
κι ανέμιζον ιστία.
.
Πατέρες ως καί σύνευνοι
μέ παρδαλά βρακάκια
ετάιζον τά τέκνα των
με σκέρτσα καί γελάκια.
.
Μ’ ετάραζον γαβγίσματα
κυνών εις τά αμάξια
ενδεδυμένοι, διαλεκτοί
μέ λούσα καί μετάξια.
.
Οι κύνες, δέ, εστοίχιζον
όσο μιά Λαμποργκίνι,
τόση αγάπη περισσή
ελάμβανον τά κτήνη.
.
Έδακνα καί τά δάκτυλα
πάρεξ τών εδεσμάτων
από οργή γιά τ’ όργιο
ετούτων τών χλιδάτων.
.
Εδώ ο Κόσμος καίγεται
καί τό αιδοίον ξύνει
τά πέριξ του τοιχώματα
που χαίνουσι τοξίνη.
.
Πώς είναι, είπα, δυνατόν
τόση αναλγησία;
(Εφτάσανε τά χρήματα
πού δράμουν στήν Ασία,
.
… γιά τό τσουνάμι τό γνωστό,
ή ταξιδεύουν πάντα
στίς τσέπες τών Νταβέληδων;
Άντε καλά σαράντα.)
Φύγαμε εγώ κι η σύνευνος
ολίγον φουρκισμένοι,
γνωρίζοντας πώς αύριον
θά ‘ναι τιμωρημένοι
.
… άπαντες οι γευόμενοι
τήν σάπια κρεατίλα
πού τούς πασάρει εν οδώ
η τών εθνών η νίλα.
.
Βέβαια φάγαμε κι ημείς
κάτι πού ‘μοιαζε γάτο.
Τό φάγαμε Παρασκευή,
χεστήκαμε Σαββάτο.
………………………………………………..
………………………………………………..
Καθ’ οδόν συμβαίνουν πλείστα
όσα ατυχήματα,
διαλέξτε από ποιό θέλετε νά πάτε.
Εύχομαι τά διόδια
νά μή γίνουν Τριώδια, τρέχοντας
και τρώγοντας αφελώς.