«Τσαρλατάνοι και ιδεολόγοι…»
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κ. Βερέμης (πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας) και οι συνάδελφοί του ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, διασκελίζουν τις πηγές και «καλουπώνουν» την «Ιστορία» σε μια «μοναδική αλήθεια», ώστε η ιστορική απεικόνιση των Σφαγών της Χίου το 1822 να οδηγείται στον απόλυτο σχετικισμό και κατ’ ακολουθίαν η οποιαδήποτε εκδοχή των γεγονότων να θεωρείται ισότιμη με μια φανταστική ιδεολογική κατασκευή.
Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης οι «αναθεωρητές» των ιστορικών γεγονότων, πέρα από την ευθεία επίθεση στην ιδέα του έθνους-κράτους, μετέρχονται την προκρούστεια «αρχή»: Αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί μας τόσο το χειρότερο γι’ αυτή!
Και μοιραίως διακινούνται στην ίδια ευθεία, με τις κατά περίπτωσην μεταλλαγές, «των τσαρλατάνων και ιδεολόγων που προσπαθούν να αποδείξουν πως το Ολοκαύτωμα δεν έγινε ποτέ, ενώ οι αποδείξεις (πηγές) της δολοφονίας πάνω από έξι εκατομμύρια ανθρώπων από τους Ναζί είναι συντριπτικές…».
Όμως, το να ισχυριστεί κανείς ότι το Ολοκαύτωμα δεν υπήρξε ποτέ είναι σαν να βεβηλώνει τις φωνές από το παρελθόν, να καταπνίγει τις αποδείξεις που αντιτίθενται στις διαστρεβλωμένες αυτές απόψεις.
Το καλλιτεχνικό δημιούργημα, πέραν πάσης αμφιβολίας, και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο πίνακας του Ευγένιου Ντελακρουά, «Η Σφαγή της Χίου», διαχέει στον χρόνο το δικό του μήνυμα. Αποτελεί, όμως, ως διατείνονται οι ακαδημαϊκοί, Θ. Βερέμης, Χριστίνα Κουλούρη και Δ. Καστρίτης, υπερβολική απεικόνιση εκ μέρους του καλλιτέχνη και ξεπερνάει την πραγματικότητα;
Οι πηγές διατείνονται το αντίθετο. Η Ευρώπη μετά το Συνέδριο της Βιέννης (1815) βιώνει τον ανελέητο αυταρχισμό της Ιερής Συμμαχίας. Οι φιλελεύθερες δυνάμεις, όχι μόνο στους κόλπους του γαλλικού λαού, αλλά στο σύνολο της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και εκείνης του Νέου Κόσμου, αντικαθρεπτίζουν στον Ελληνικό Αγώνα και την καταπιεσμένη δική τους επιθυμία για εθνική Ανεξαρτησία και Δημοκρατία. Ο φιλελληνισμός, σε όλες τις εκδοχές του, «ενδιαφέρεται για τη μυστηριώδη πλευρά της ελληνικής περιπέτειας και την ταύτιση των παλληκαριών με τους Καρμπονάρους». Συγγραφείς και καλλιτέχνες ξεσηκώνουν την παγκόσμιο κοινή γνώμη «υπέρ ενός λαού που έμεινε ηρωϊκός και ευγενής».
Ο Τύπος πρωτοπορεί. Στη Λυών η «Gazette» με την έναρξη του Ελληνικού Αγώνα ανυπομονεί που οι ευρωπαϊκές δυνάμεις παραμένουν αδρανείς παρατηρητές των εξελίξεων στην ελληνική χερσόνησο. Στο Μπορντώ, η βασιλική «Memorial Bordelais» ενώνεται με την αντικληρική «Kleidoscope» και τη φιλελεύθερη «Indicateur» για την προώθηση των εισφορών υπέρ των αγωνιζόμενων Ελλήνων. Στο Παρίσι οι φιλελεύθερες εφημερίδες, «Le Courrier Frangais», Le «Costitutionnel», «Le journal du Commerce», «Le pirote» διακινούνται στην ευθεία του ενθουσιώδους φιλελληνισμού, ενώ η επίσημη «Journal de Debats», σε μετριοπαθέστερο επίπεδο.
«Η Σφαγή της Χίου», ο πίνακας του Ντελακρουά, είναι μία «υπερβολική απεικόνιση του καλλιτέχνη που ξεπερνάει την πραγματικότητα»;
Οι πηγές, και μάλιστα, όχι της ελληνικής ή φιλελληνικής πλευράς, αλλά του πρωταγωνιστή των σφαγών, Βαχίτ Πασά καθώς και των ευρωπαίων προξένων, φιλικώς διακειμένων στην οθωμανική εξουσία, αποκαλύπτουν ότι η καλλιτεχνική ελευθερία του Ευγένιου Ντελακρουά είναι υποδεέστερη της πραγματικότητας και όταν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η συμπεριφορά των ελλήνων επαναστατών έναντι των τούρκων αιχμαλώτων υπήρξε ανθρωπιστική. Δεν σφάζονται όσοι συλλαμβάνονται από τους επαναστάτες. «Το είχε απαγορεύσει ο Λογοθέτης», ο ηγέτης των Ελλήνων.
Ο ναπολιτάνος πρεσβευτής στην Πόλη, Giovani Batista Navoni, σε αναφορά του στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του, μαρκήσιο De Cirello (20 Μαρτίου 1822), αναγνωρίζει ότι η συμπεριφορά του Λογοθέτη απέναντι στους τούρκους αιχμαλώτους υπήρξε ανθρωπιστική.
Ο ολλανδός πρόξενος στη Χίο Pasqua στο ημερολόγιό του, που βρίσκεται στα αρχεία του ολλανδικού υπουργείου Εξωτερικών, περιγράφει τις φρικαλέες σκηνές και τη μεγάλη σφαγή του άμαχου πληθυσμού της νήσου:
• «Δεν βλέπεις τίποτε άλλο από φωτιά και καταστροφή και βάρκες του οθωμανικού στόλου φορτωμένες λάφυρα, σκλάβους, παιδιά, βόδια, κατσίκες, μουλάρια. Το θέαμα προκαλεί οίκτο και μελαγχολία…».
Στις 4 Απριλίου 1822 και αφού οι Χιώτες παραπλανήθηκαν από τον άγγλο πρόξενο Guiducci, ο οποίος διαβεβαίωσε τον πληθυσμό ότι χορηγείται γενική αμνηστία και να γυρίσουν στα σπίτια τους, ενώ την ίδια στιγμή ο τούρκος πασάς εξαπέλυσε 10.000 ένοπλους Τούρκους με την εντολή να κατασφάξουν όλους τους Έλληνες των χωριών.
Στις 7 Απριλίου τη στιγμή που ντελάληδες διαλαλούν να σταματήσει η σφαγή, οι εμπρησμοί και ο σκλαβωμός «γιατί οι ραγιάδες υποτάχθηκαν», σημειώνει ο ολλανδός πρόξενος στο ημερολόγιό του:
• «Η φωτιά και η τυραννία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο…Το μεσημέρι (22 Απριλίου) οι Τούρκοι έβγαλαν από το δεσμωτήριο τον δεσπότη, τους προεστούς και όλους τους φυλακισμένους, που βρίσκονταν έγκλειστοι ως όμηροι στο φρούριο. Τους γύμνωσαν ολότελα και τους κρέμασαν, πάνω από εκατό, τον έναν πλάι στον άλλο, σαν αρνιά. Μόνο του δεσπότη άφησαν το καλυμμαύχι. Το θέμα προκάλεσε φρίκη και οίκτο. Είναι σπαρακτικό να βλέπεις τον άνθρωπο γυμνό. Από τη ναυαρχίδα του Καπουδάν Πασά έπεσε μια κανονιά. Την ίδια στιγμή φάνηκαν σε κάθε καράβι του στόλου κορβέτα, μπριγιαντίνη, σκούνα, μπομπάρδα, τρεις κρεμασμένοι από το μπαστούνι του φλόκου. Πάνω από ογδόντα και δεν μπορέσαμε να τους διακρίνουμε όλους…».
Και ο ολλανδός πρόξενος συνεχίζει:
«Τα τουρκικά στρατεύματα καίνε, σκλαβώνουν, σφάζουν. Φρίκη επικρατεί στην πόλη. Σπαραγμός στην ύπαιθρο. Οι δρόμοι γεμάτοι πτώματα. Η εντολή του πασά είναι να μην αφήσουν Έλληνα ζωντανό, να σκλαβώσουν τις γυναίκες και τα παιδιά και να λαφυραγωγήσουν τον τόπο…».
Παραστατική εικόνα της σφαγής, της λεηλασίας και της καταστροφής δίνει ο πρωτεργάτης του ολέθρου του νησιού, Βαχίτ Πασάς στα απομνημονεύματά του:
• «… Η φρουρά μας επέπεσε κατά των άπιστων γκιαούρηδων, των οποίων τους μεν ενήλικους επέρασαν γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν ελεηλάτησαν… τας ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσεν ποταμηδόν… Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα επλουτίσθησαν συν Θεώ αγίω, διά της νομίμου λείας, λαβόντες άπειρα λάφυρα κινητά ωσαύτως και σκλάβους και σκλάβας ωραίας διά στολισμόν των χαρεμίων των…».
Στο μεταξύ ο Βαχίτ Πασάς έστειλε ως τρόπαια της νίκης του στην Κωνσταντινούπολη φορτία από κεφάλια και αφτιά σκοτωμένων Χίων. Ο άγγλος πρεσβευτής Strangford πληροφορεί το υπουργείο Εξωτερικών στο Λονδίνο ότι στην Πύλη του Σεραγιού έγινε έκθεση με κομμένα κεφάλια και άλλα τρόπαια.
Ο γάλλος διπλωμάτης και ιστορικός Πουκεβίλ, υπολογίζει σε 40.000 αυτούς που πουλήθηκαν ως σκλάβοι στα μπεζεστένια της Σμύρνης. Μάλιστα τέτοια ήταν η μεγάλη προσφορά που προκλήθηκε πτώση τιμών!
Σύμφωνα με ανταπόκριση από τη Σμύρνη στην εφημερίδα «Morning Chronicle» του Λονδίνου (29 Ιουνίου 1822) «οι Τούρκοι πουλούσαν Ελληνίδες σε εξευτελιστικές τιμές, από 10 ως 40 και 60 γρόσια».
Ο γενικός πρόξενος της Νάπολης στη Σμύρνη, Antonio Girardi, σε αναφορά του στον υπουργό Εξωτερικών της χώρας του (2 Ιουνίου 1822) γράφει:
«Η πόλη της Χίου είναι σχεδόν στάχτες. Μόνο τα προξενεία σώθηκαν και μερικά σπίτια Ευρωπαίων. Την ίδια τύχη είχαν τα περισσότερα χωριά. Ελάχιστοι άνδρες γλίτωσαν. Τα γυναικόπαιδα σκλαβώθηκαν. Μεγάλος αριθμός μεταφέρθηκε στην Ασία. Πουλήθηκαν αμέσως και χάθηκαν στο εσωτερικό…».
Ακόμη και η φιλοτουρκική γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης, «Spectateur Oriental», δίνει με δημοσίευμά της την περίοδο αυτή μία παραστατική εικόνα της καταστροφής:
«Η Χίος είναι χαλάσματα και στάχτες. Ο αέρας είναι μολυσμένος από τη δυσωδία που αναδίδουν τα σαπισμένα πτώματα ανθρώπων και ζώων…».
Δύο ακόμη ψηφίδες στο θλιβερό απάνθισμα της «Σφαγής της Χίου», που κατά τους ακαδημαϊκούς Θ. Βερέμη, Χριστίνα Κουλούρη και Δ. Καστρίτη, ο Ευγένιος Ντελακρουά απεικονίζει καθ’ υπερβολήν στο ομώνυμο έργο του:
• «Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα…», σημείωνε σε αναφορά του προς τη Levant Company ο άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry.
Οι αγοραπωλησίες των γυναικοπαίδων της Χίου απασχολούν και τη γαλλική εφημερίδα «Courrier Francais», η οποία το φύλλο της 10 Ιουλίου 1822, γράφει:
«Βλέπεις φανατικούς μουσουλμάνους να τρέχουν ομαδικά, να αγοράζουν 30 γρόσια το θύμα τους και να το σφάζουν αμέσως για να κερδίσουν σπουδαία θέση στους Ουρανούς… Χιλιάδες γυναίκες, κορίτσια και αγόρια πουλιούνται κάθε μέρα στο παζάρι. Πολλά από αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα αυτοκτόνησαν κατά τη μεταφορά. Βλέπεις γυναίκες να μη δέχονται τροφή, μ’ όλο που μαστιγώνονται, για να πεθάνουν από την πείνα…».
Τέλος, στη γερμανική εφημερίδα «Allgemeine Zeitung» της ίδιας περιόδου δημοσιεύεται η πληροφορία,
• «… παιδιά κάτω των επτά χρόνων, ακατάλληλα για το παζάρι, δένονταν μαζί και ρίχνονταν στη θάλασσα…».
Έχει λεχθεί ότι ο καλλιτέχνης είναι η συνείδηση της εποχής του. Και η καλλιτεχνική συνείδηση, σε αντίθεση με την… ακαδημαϊκή, αποκαλύπτει τη βαρβαρότητα, τις σκοπιμότητες και μάχεται για την υπεράσπιση της αξίας Άνθρωπος…