Κράτος-έθνος και (φαντασιακά) υπερεθνικά «καθεστώτα»

Μέσα από τον διάλογο αυτό οι οπαδοί της μετανεωτερικής «σκέψης» ισχυρίζονται ότι μια σειρά σύγχρονων προβλημάτων -οικονομικών, κοινωνικών αλλά και επιστημονικών/μεθοδολογικών- προκύπτουν από την ιστορική «αντίσταση» την οποία προβάλλει το παραδοσιακό κράτος-έθνος στις σύγχρονες εξελίξεις. Σαν λύση μάλιστα προτείνουν την αποδόμηση του θεσμικού οικοδομήματος του κράτους-έθνους και τη μετάβαση της επιστημονικής σκέψης από την εθνική στην υπερεθνική ανάλυση.

Οι οπαδοί των αντιλήψεων αυτών -με επικεφαλής τον γνωστό κοινωνιολόγο Ulrich Beck- χαρακτηρίζουν το κράτος-έθνος μια «φαντασιακή κατασκευή» του 19ου αιώνα και αξιώνουν μια σύγχρονη «κοσμοπολίτικη προσέγγιση», όπως τη χαρακτηρίζουν οι ίδιοι, των προβλημάτων του καιρού μας.

Ως βασική τους πρόταση προκύπτει η διαμόρφωση «υπερεθνικών πολιτικών καθεστώτων» τα οποία θα περιλαμβάνουν «κράτη, κινήματα της κοινωνίας των πολιτών και εκπροσώπους του κεφαλαίου που προσπαθούν να βρουν λύσεις σε όλα τα είδη προβλημάτων που έχουν να κάνουν με τη διακινδύνευση (risk). Αυτού του τύπου τα καθεστώτα μάς οδηγούν -σύμφωνα με τον U. Beck- πέρα «από τον κρατικό-κεντρισμό και τον μεθοδολογικό εθνικισμό»…

Στις αντιλήψεις αυτές μπορούμε κατ’ αρχάς να διατυπώσουμε δύο παρατηρήσεις:

– Τα προβλήματα που συνδέονται με τη διακινδύνευση (όπως π.χ. το κλιματολογικό, ή η μετανάστευση) προέκυψαν μέσα από συγκεκριμένες επιλογές οικονομικών, πολιτικών κ.λπ. ελίτ που προωθούν συμφέροντα και εξουσιαστικές δομές. Άρα, πριν απ’ όλα, θα πρέπει να αναζητήσουμε τα θεμέλια παραγωγής των συνθηκών διακινδύνευσης.

– Το κράτος-έθνος δεν προέκυψε ως «κατασκευή» κάποιας μεταφυσικής βούλησης, όπως το εμφανίζουν οι κοσμοπολίτες μετα-νεωτερικοί οπαδοί της παγκοσμιοποίησης. Υπήρξε η αναγκαία ιστορικά κοινωνικο-θεσμική μορφή που αποδείχθηκε ικανή να οργανώσει την παραγωγική ανάπτυξη και την αναπαραγωγή της ιστορικής κοινωνίας, διαθέτοντας ισχυρούς και συνεκτικούς ιδεολογικούς δεσμούς.

Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι, αντίθετα με ό,τι ισχυρίζονται οι κοσμοπολίτες/μετα-νεωτεριστές, σαν νοητική «κατασκευή» θα πρέπει μάλλον να χαρακτηρίσουμε τα προτεινόμενα «υπερεθνικά πολιτικά καθεστώτα» που θα λύσουν, δήθεν, τα μη αντιμετωπιζόμενα από τα κράτη-έθνη προβλήματα.

Πώς νομιμοποιούνται τα «καθεστώτα» αυτά; Πώς είναι δυνατόν να συνυπάρξουν και να επικοινωνήσουν -μέσα από έλλογα επιχειρήματα και θεμελιώδεις αρχές όπως προσδιορίζει ο Habermas τους όρους ενός τέτοιου διαλόγου- τόσο ετερογενή κοινωνικό-θεσμικά «υποκείμενα» όπως είναι τα κράτη, τα κοινωνικά κινήματα και τα οικονομικά συμφέροντα;

Μήπως οι μετα-νεωτερικοί θέλουν να αποφύγουν πολιτικές αποφάσεις που έχουν κόστος -είτε στο πλαίσιο των εθνικών/πολιτικών εξουσιών είτε στο πλαίσιο των διεθνών οργανισμών και υπερεθνικών οντοτήτων (όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση)- και μεταθέτουν το πρόβλημα σε άμορφα και μη συγκροτούμενα πολιτικο-κοινωνικά υποκείμενα όπως η «κοινωνία των πολιτών», ο «πολίτης του κόσμου» και τα -φαντασιακά- υπερεθνικά «καθεστώτα» του U. Beck;

Για τα προβλήματα διακινδύνευσης, που καθίστανται ολοένα και πιο δυσπρόσιτα, δεν φταίει το κράτος-έθνος, αλλά οι λειτουργίες και οι οικονομικές και τεχνολογικές διαδικασίες με βάση τις οποίες συντελείται σήμερα η αναπαραγωγή της κοινωνίας.

Στο πλαίσιο του κράτους-έθνους είχε οργανωθεί όχι μόνο ο γεωγραφικός και θεσμικός «χώρος» αλλά και ο χρόνος. Η διάλυση του τριπτύχου κράτος-έθνος/χώρος/χρόνος ενίσχυσε τον βαθμό ελευθερίας και ισχύος του κεφαλαίου, σε αντίθεση με τον βαθμό ελευθερίας της εργασίας, που παραμένει στα όρια του κράτους-έθνους.

Η αποδέσμευση του κεφαλαίου από το πλαίσιο των πολιτικών και θεσμικών όρων του κράτους-έθνους οδήγησε την πολιτική σε αποδυνάμωση και σε κρίση. Προκύπτει, με τον τρόπο αυτόν, ένας ιδιόρρυθμος «καταμερισμός ευθυνών»: Η οικονομική στρατηγική και οι επενδυτικές επιλογές αποτελούν αποκλειστικές αρμοδιότητες του πολυεθνικού ή χρηματιστικού κεφαλαίου. Αντίθετα η άσκηση κοινωνικών πολιτικών, η αντιμετώπιση της ανεργίας κ.λπ. θεωρούνται ευθύνη της εθνικής πολιτικής εξουσίας.

Γι’ αυτό και η πολιτική -μην μπορώντας να αντιμετωπίσει χωρίς ανάλογες οικονομικές πολιτικές τα κοινωνικά προβλήματα- περιπίπτει στην αναξιοπιστία και στην απώλεια της εμπιστοσύνης της κοινωνίας.

Ο «πολίτης του κόσμου», για να αποκτήσει συνείδηση της ανθρώπινης, κοινωνικής και πολιτικής του ύπαρξης, χρειάζεται να συγκροτήσει την «ταυτότητά» του, να διαμορφώσει το ιστορικό πλαίσιο ένταξης και αναγνώρισης της ατομικής του υπόστασης.

Τέτοιο πλαίσιο όμως δεν μπορούν να οικοδομήσουν αφηρημένα-φαντασιακά κοσμοπολιτικά σχήματα, ούτε καν υπερεθνικές «οντότητες» που συγκροτούνται στη βάση των οικονομικών συμφερόντων και ανταλλαγών. Αυτό είναι και το βασικό πρόβλημα συγκρότησης της «ευρωπαϊκής ταυτότητας» των πολιτών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα σύγχρονα, κρίσιμα, και πράγματι υπερεθνικής εμβέλειας προβλήματα δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν ούτε από αποδυναμωμένα κράτη-έθνη ούτε από χειραγωγούμενες πολιτικές εξουσίες ούτε από πολίτες με «άυλες» κοσμοπολίτικες ταυτότητες… Αυτή όμως είναι η στρατηγική των μετα-νεωτερικών κοσμοπολιτών. Επειδή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τη ρίζα παραγωγής των σύγχρονων προβλημάτων επιλέγουν τη φυγή προς τα εμπρός… δηλαδή στην πράξη το πολιτικο-ιδεολογικό και μεθοδολογικό κενό που αφήνει τα «πράγματα» ως έχουν…


Σχολιάστε εδώ