Μεθοδεύεται η μείωση των ασφαλιστικών αποθεματικών του Ταμείου των τραπεζοϋπαλλήλων της Alpha Bank

Mε τις διατάξεις του Νόμου 3371/2005, άρθρο 62, όπως συμπληρώθηκαν με τον Νόμο 3455/2006, άρθρο 26, προβλέπεται η ένταξη του Ταμείου Αλληλοβοήθειας Προσωπικού Alpha Bank στο Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων.

Στις 21 Νοεμβρίου 2006 η Alpha Bank υποβάλει μονομερή αίτηση υπαγωγής των υπαλλήλων, των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων του Ταμείου Αλληλοβοήθειας στο Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων, αποβλέποντας προφανώς στην απαλλαγή της από τη συμβατική υποχρέωση που προκύπτει από την Ειδική Συλλογική Συμφωνία της 28ης Ιουλίου 1981, με την οποία, άλλωστε, της είχαν παραχωρηθεί τα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου. Το Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων έχει κινήσει τη διαδικασία ένταξης του προσωπικού της τράπεζας στους ασφαλισμένους του.

Το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών με το υπ. αριθμ. 2912/ΔΚΠ/16-11-2005 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής προωθεί αυτήν τη διαδικασία.

Ανατίθεται χωρίς προκήρυξη, αλλά με απευθείας ανάθεση, στη Hewitt Associates S.A η εκπόνηση Ειδικής Οικονομικής Μελέτης για τον υπολογισμό του κόστους της ένταξης του προσωπικού της Alpha Bank στο Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων.

Όμως παρεμποδίζεται, όπως καταγγέλλεται από τον Σύλλογο του Προσωπικού Alpha Bank, το αναφαίρετο δικαίωμα των εργαζομένων να θέσουν υπόψη του μελετητή τις απόψεις τους, τα στοιχεία που αφορούν τα οικονομικά του Ταμείου και άλλα δεδομένα για τον αντικειμενικό υπολογισμό του κόστους της ένταξης.

Έτσι τελικά, η Ειδική Οικονομική Μελέτη, που δεν μπορεί να θεωρηθεί αναλογιστική, δημοσιοποιείται με το υπ. αριθμ. 17994/417ΔΚΠ24-4-2007 έγγραφο του υπουργείου.

Με βάση την «απλή» αυτή μελέτη, το κόστος μεταφοράς των ασφαλισμένων του Ταμείου Αλληλοβοήθειας στο Ενιαίο Ταμείο, με επιλεκτική επιβάρυνση της τράπεζας, υπολογίζεται σε 543,00 ευρώ, χωρίς να ληφθεί υπόψη το σύνολο των υποχρεώσεων της, για τις οφειλόμενες παροχές εφάπαξ για τους εργαζόμενους που προέρχονται από την πρώην Ιονική – Λαϊκή Τράπεζα. Γι’ αυτό ο Σύλλογος των Εργαζομένων ανέθεσε την εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης σε ανεξάρτητο αναλογιστικό γραφείο για να τεκμηριώσει τις απόψεις του περί της ζημίας των αποθεματικών του Ταμείου.

Ενώ το υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, όπως προκύπτει και από το υπ. αριθμ. 20203/10402/310/4-5-2007 έγγραφο, αρνείται να παρέμβει θεωρώντας ότι το ζήτημα εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Ενώ το Ταμείο Αλληλοβοήθειας Προσωπικού Τράπεζας Πίστεως, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του Ν. 1902/1990 της περιόδου της κυβερνήσεως ΝΔ, λειτουργεί καθ’ υποκατάστασιν του γενικού φορέα κρατικής κοινωνικής ασφάλισης (ΕΤΕΑΜ).

Με βάση αυτά τα στοιχεία, όπως καταγγέλλεται από τον Σύλλογο Προσωπικού Alpha Bank επιχειρείται να απαλλαγεί η Alpha Bank από τις συμβατικές υποχρεώσεις της, προς την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων της, παρότι έχει από το 1981 τη διαχείριση όλων των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου Αλληλοβοήθειας και συμβατική υποχρέωση να καλύπτει στο διηνεκές την απρόσκοπτη λειτουργία του κανονισμού παροχών του Ταμείου.

Με τη συμπεριφορά αυτή, που διευκολύνει έτσι τη μείωση των ασφαλιστικών αποθεματικών του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων και των ασφαλισμένων του κλάδου, ενώ παράλληλα επιτρέπει προφανώς και τον αδικαιολόγητο πλουτισμό της τράπεζας Alpha Bank, στην ουσία παραβιάζει το Σύνταγμα της χώρας που στο άρθρο 22 παρ. 5 προβλέπει ότι «το κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως ο νόμος ορίζει», και ακόμα παραβιάζει τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας 902/1452 η οποία κυρώθηκε με τον Ν. 3251/1455 που επιβάλλει την εκπόνηση αναλογιστικών μελετών και όχι απλών οικονομικών μελετών σε κάθε αναγκαστική διαχείριση ή μεταβίβαση ασφαλιστικών δικαιωμάτων μέχρι και υποχρεώσεων.

Αλλά περαιτέρω παραβιάζει τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, για τη συνδικαλιστική ελευθερία και προστασία του συνδικαλιστικού δικαιώματος 1948 (άρθρ. 87) και τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας για την εφαρμογή των αρχών του δικαιώματος οργάνωσης και συλλογικής διαπραγμάτευσης 1949 (άρθρ.98).

Ενώ επιπλέον παραβιάζει και την οδηγία 2002/14/ΕΚ όπως ενσωματώθηκε με το Π.Δ. 240/06, γιατί αναιρεί το δικαίωμα ενημέρωσης και διαβούλευσης των εργαζομένων στις επιχειρήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων, που λειτουργούν στη χώρα.

Συμπερασματικά, προωθείται με διοικητικές πράξεις η διευκόλυνση τραπεζικών πιστωτικών επιχειρήσεων, ανατρέποντας και ζημιώνοντας ασφαλιστικά δικαιώματα και τις προσδοκίες των εργαζομένων. Και βέβαια οι εργαζόμενοι προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη, στο ελληνικό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ώστε να αποτραπεί τελικά «η ολοκλήρωση του σκανδάλου», που αθροίζεται πάντα σύμφωνα με τις καταγγελίες του Συλλόγου, σε δισεκατομμύρια ευρώ .

Όμως, με τη συμπεριφορά της έχει διαπράξει και άλλο ένα σκάνδαλο σε βάρος των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και των αποθεματικών των ασφαλιστικών φορέων τους.

Και έτσι παραβιάζονται τα συμφέροντα των εργαζόμενων, των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων, οι οποίοι αγωνιούν για τη σιγουριά στη ζωή και την αξιοπρέπεια στα γηρατειά τους.

* Ο Μαν. Α. Μπεντενιώτης είναι διδάκτωρ Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, νομικός, εξειδικευμένος σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης, πρώην υφυπουργός και βουλευτής Πειραιά και Νησιών του ΠΑΣΟΚ


Σχολιάστε εδώ