Εκλογικό σύστημα και κομματικές «λογικές»

Τόσο οι εμφανιζόμενες από διάφορες πλευρές «ερμηνείες» του εκλογικού νόμου, όσο και τα «οριακά» σε διαφορές ποσοστών δείγματα ορισμένων σφυγμομετρήσεων διαμορφώνουν -σκόπιμα πολλές φορές- ένα πέπλο «πολιτικής αχλύος» όσον αφορά την έκβαση της «επερχόμενης» εκλογικής αναμέτρησης. Κι αυτό το πέπλο «ομίχλης» δεν περιλαμβάνει μόνο το δίλημμα του «νικητή», αλλά και τη δυνατότητα της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας στη νέα Βουλή…

Είναι προφανές ότι η διατύπωση παρόμοιου τύπου «διλημμάτων» -είτε αυτά είναι πραγματικά είτε εκφέρονται προσχηματικώς- αυξάνει το πολιτικό «σασπένς» των εκλογών, παρέχοντας ταυτόχρονα ένα ευρύ πεδίο ενασχόλησης στα ΜΜΕ και στους «εν γένει» πολιτικολογούντες…

Η μελέτη του εκλογικού νόμου μπορεί να δώσει σαφείς απαντήσεις και να διαλύσει πολλούς «μύθους» και διλήμματα που περιλαμβάνονται στις εκτιμήσεις αυτές.

• Ο ίδιος ο νόμος επιδιώκοντας την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος παρέχει σ’ αυτό το ισχυρό «πριμ» των 40 εδρών, ανεξαρτήτως της διαφοράς του από το δεύτερο (έστω και με μία ψήφο).

Πέραν όμως του πριμ αυτού ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζει το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής.

Η εκτίμηση ορισμένων σφυγμομετρήσεων που υπολογίζουν ότι το ποσοστό αυτό μπορεί να περιοριστεί κάτω του 2% δεν επαληθεύεται ιστορικά εδώ και 30 περίπου χρόνια.

Συνεπώς εάν το ποσοστό αυτό κυμανθεί γύρω στο 2,5%, το πρώτο κόμμα, ακόμα και με εκλογικό ποσοστό 42% – 42,5% διασφαλίζει 152-153 έδρες.

Βεβαίως ένας αριθμός 152-155 βουλευτών δεν συγκροτεί υποχρεωτικά μια «ισχνή» πολιτικά πλειοψηφία. Γιατί το κύρος και το εύρος της κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης συναρτάται με ευρύτερα πολιτικοϊδεολογικά και κοινωνικά κριτήρια (αποτελεσματικότητα, ασφάλεια, εμπιστοσύνη).

• Ο νέος νόμος ως εδώ διευκολύνει τη συγκρότηση συνασπισμών κομμάτων, αφού οι συνασπισμοί αυτοί μπορούν να συμμετέχουν τώρα και στις τρεις κατανομές.

Όμως το ερώτημα εάν μπορούν να διαμορφωθούν τέτοιοι τύποι συνασπισμών (το ρεαλιστικό ερώτημα αφορά μια δυνατότητα μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ ή μεταξύ ΝΔ και ΛΑΟΣ) δεν είναι αριθμητικό ούτε απορρέει αυτόματα από τις δυνατότητες που παρέχει ο εκλογικός νόμος.

Αφορά κυρίως στη δυνατότητα να ασκήσουν οι συνασπισμοί αυτοί μια ισχυρή και αξιόπιστη κυβερνητική εξουσία που θα στηρίζεται σ’ ένα συνεκτικό πρόγραμμα. Το πρόβλημα συνεπώς είναι στο ουσιώδες περιεχόμενό του, πολιτικό και όχι απλώς αριθμητικό… Και βεβαίως, ελάχιστοι μπορούν να ισχυριστούν ότι το πολιτικό μας σύστημα μπορεί να «επιτρέψει» τέτοιου είδους μετασχηματισμούς…

• Η αποδυνάμωση του δεύτερου κόμματος δεν είναι μόνον αριθμητική. Η μείωση της κοινοβουλευτικής δύναμης οδηγεί ευθέως στην κρίσιμη πολιτική αποδυνάμωσή του, αφού σε κάθε περίπτωση οι 121 έδρες αποβαίνουν μη προσεγγίσιμο όριο. Με τον τρόπο αυτόν σε κρίσιμες πολιτικές συγκυρίες (όπως π.χ. σε εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, που απαιτεί 180 ψήφους) το δεύτερο κόμμα τίθεται εκτός μάχης…

– Εάν κάποιο από τα μικρότερα κόμματα (ΣΥΝ, ΛΑΟΣ) παραμείνει εκτός Βουλής, ευνοείται σημαντικά το πρώτο κόμμα. Στην περίπτωση μάλιστα του ΛΑΟΣ – με δεδομένη επιπροσθέτως τη σχέση «πολιτικής συγγένειας» μεταξύ ΝΔ και ΛΑΟΣ η ΝΔ στην περίπτωση νίκης της φθάνει τον αριθμό των 160 εδρών.

Για το ΠΑΣΟΚ, αντίθετα, η σχέση και ο συσχετισμός μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ λειτουργεί στη βάση μιας θεμελιώδους αντίφασης: Εάν το ΠΑΣΟΚ ασκήσει μια έντονη παρέμβαση, για να αντλήσει ψήφους από τον «χώρο» του ΣΥΝ τότε μπορεί, σε περίπτωση που ο ΣΥΝ λάβει κάτω του 3%, να ενισχύσει σημαντικά τη ΝΔ, αποκομίζοντας το ίδιο οριακά κέρδη…

Εμμέσως, συνεπώς, ο εκλογικός νόμος οδηγεί το ΠΑΣΟΚ, ως δεύτερο κόμμα, σε «πολιτική απομόνωση», αφού τυχόν «διεμβολισμός» του ΣΥΝ θα οδηγούσε ενισχυμένη κοινοβουλευτικά και πολιτικά τη ΝΔ στην αφετηρία της νέας τετραετίας. Γεγονός που συνεπάγεται αυτόματα το ισχυρό ενδεχόμενο μιας ιστορικού τύπου κυριαρχίας της συντηρητικής παράταξης…

Βεβαίως πέραν των πολιτικών βουλήσεων και επιθυμιών σημείο-κλειδί αποβαίνει η ίδια η συνοχή και η «ανθεκτικότητα» της κοινωνικής-εκλογικής βάσης των δύο μικρότερων κομμάτων.

Ιδιαίτερα ο ΛΑΟΣ διακρίνεται από πολιτικοϊδεολογική ρευστότητα και «κοινωνική» ετερογένεια, γεγονός που τον καθιστά ευπρόσβλητο, ιδιαίτερα μάλιστα στην περίπτωση που η ΝΔ ενεργοποιήσει «θεματικές» που αναφέρονται σε προβλήματα ασφάλειας, ζητήματα εθνικού περιεχομένου κ.λπ.

Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει άλλη προσδοκία παρά την «απευθείας» απόσπαση ψήφων από τον κοινωνικοεκλογικό «χώρο» της ΝΔ. Τον στόχο όμως αυτόν τον καθιστά ιδιαίτερα δυσχερή η μονόδρομη αντιδεξιά ρητορία που ακολουθεί την τελευταία περίοδο η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ρητορία και πρακτική που απομακρύνουν μετριοπαθείς ψηφοφόρους του αποκαλούμενου μεσαίου χώρου…

Η θεμελιώδης αντιστροφή, που αποδεικνύει και το εύρος της κρίσης των κομμάτων, είναι ότι τα κόμματα αυτά διαμορφώνουν τις πολιτικές τους με βάση τον εκλογικό νόμο, αντί οι ίδιες αυτές πολιτικές να έχουν μια τέτοια δυναμική και ένα τέτοιο κοινωνικό αντίκρισμα, που να καθιστούν δευτερεύουσες τις νομικές-τυπικές διατάξεις…

Όταν όμως απουσιάζει το πολιτικοϊδεολογικό περιεχόμενο, τότε κυριαρχούν οι διαδικασίες και οι αλγόριθμοι…


Σχολιάστε εδώ