Τo «προπατορικό αμάρτημα»

Ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου ο Νεώτερος, στην πορεία προς τις εκλογές, διασκελίζει τη στατιστική των πολιτικών συσχετισμών, στην οποία ο κεντρώος ή μεσαίος χώρος είναι αυτός που αναδεικνύει πλειοψηφίες και αποτελεί την ακένωτο δεξαμενή άντλησης εκλογικών ποσοστών. Περιχαρακώνεται στο ποσοστό του κομματικού στρατού, του οποίου τα περιθώρια μόλις και μετά βίας εγγίζουν το 30% και a priori παρουσιάζεται ως αποδεχόμενος την εκλογική ήττα και η μόνη φροντίδα του συγκεντρούται στη διατήρηση της οικογενειακής «κληρονομιάς», της ηγεσίας του κόμματος!

Μεθοδικώς και αθορύβως, ο νυν ηγέτης του, διακινούμενος στη «Γραμμή Σημίτη», εκκαθάρισε τις γραμμές του Κινήματος από τα κεντρογενή στοιχεία (Αναστάσιος Πεπονής, Λευτέρης Βερυβάκης, Παναγιώτης Κρητικός, Στάθης Γιώτας, Στάθης Παναγούλης, Στέλιος Παπαθεμελής και άλλοι -με τελευταίο τον Γιάννο Παπαντωνίου- ων ουκ έστι αριθμός) και απογαλακτίζει το Κίνημα των ιστορικών του προκαταβολών.

Εκλεκτός της κομματικής νομενκλατούρας, ο Γ. Α. Παπανδρέου δεν προβληματίζεται καν από τις παρακαταθήκες του πάππου του, Γεωργίου Παπανδρέου του Πρεσβύτερου, ο οποίος με χαρακτηριστική διεισδυτικότητα στο «ελληνικό γίγνεσθαι», κατέγραφε:

«Τα άτομα και τα έθνη που δεν πιστεύουν στον εαυτό τους, που δεν αισιοδοξούν, θα πεθάνουν. Τα άτομα και τα έθνη που ζουν με όνειρα, χωρίς θετική παρατήρηση και προσαρμογή στη ζωή, θα ναυαγήσουν. Χρειάζεται το σοφό μέτρο που θα συνθέσει τη θετικότητα, το όνειρο και την πίστη…».

Και στην περίπτωση του εξοστρακισμού των κεντρώων, ο Γ. Α. Παπανδρέου εμφανίζεται σε πλήρη αδυναμία να επιβεβαιώσει στο πρόσωπό του το «αίνιγμα της ηγεσίας», τη μυστηριακή δύναμη της ηγεσίας καθώς και εκείνο που η οικογενειακή παράδοση προσδιόρισε ως «χάρισμα του ηγέτη».

Το «χάρισμα» χρησιμοποιείται συχνά από τους πολιτικούς επιστήμονες και τους κοινωνιολόγους προκειμένου να ερμηνευθεί ο σχεδόν «μυστηριακός δεσμός» ανάμεσα στον ηγέτη και το κοινό, μία αλληλοεξάρτηση, η οποία, κατά τους ίδιους επιστήμονες, μπορεί να οδηγήσει τόσο σε εποικοδομητικά όσο και καταστροφικά αποτελέσματα.

Ο Παπανδρέου στη στερεά πορεία της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας επιλέγει, αντί του μοντέλου του ηγέτη κόμματος διαπνεόμενου από την αρχή των δημοκρατικών διαδικασιών, εκείνο του τριτοκοσμικού «Μάξιμους λίντερ», του «διατάσσομεν και αποφασίζομεν»!

Διασπά την ενότητα της δημοκρατικής παράταξης και περιορίζει τις ελπίδες της να κατακτήσει, και πάλι, την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος.

Τον κατατρέχει το «προπατορικό αμάρτημα», εκείνο που οδήγησε τον πάππο του, Γεώργιο Παπανδρέου τον Πρεσβύτερο, στις αρχές της δεκαετίας του ’50, να υπονομεύσει τις προσπάθειες του τότε πρωθυπουργού Νικόλαου Πλαστήρα, του Αδιάφθορου της δημοκρατικής παράταξης, να θέσει τέρμα στην εκδικητική μανία των νικητών του Εμφυλίου στην τότε αιμάσουσα Ελλάδα, κηρύσσοντας από την Παναγία της Τήνου τη λήθη και την ειρήνευση.

Είναι τότε που ο Γ. Α. Παπανδρέου ο Πρεσβύτερος, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών, άδραξε την ευκαιρία διά λογοπαιγνίου στις κρίσιμες περιστάσεις που διερχόταν η χώρα, να ειρωνευθεί την αγαθοποιό διάθεση του «Μαύρου Καβαλάρη»:

– «Ο κ. Πλαστήρας διά των δηλώσεών του ναι μεν εκέρδισε την βασιλείαν των Ουρανών, αλλά απώλεσε την επίγειον…».

– Η σύγκρουση του «έσχατου των κεντρώων» στο ΠΑΣΟΚ, με τον «κληρονόμο» στην a la Graeca πραγματικότητα μπορεί μεν να συνεπάγεται στιγμιαίες «αιρέσεις και καθαιρέσεις», επιβεβαιώνει, όμως, τους λόγους του ασυμβίβαστου του κεντρώου χώρου, του Γεωργίου Καφαντάρη:

– «Η γνώμη μου είναι ανεξάρτητη… Δεν φοβούμαι κανέναν… Δεν ακούω παρά το καθήκον μου… Δεν θέλω την υποστήριξη ούτε τη φιλία κανενός…».

Η περίπτωση βεβαίως του Γιάννου Παπαντωνίου αν δεν «ταυτοποιείται» με την αντίστοιχη του ευρυτάνα πολιτικού, όμως, εντάσσεται στην οικονομική και πολιτική σκέψη των ελλήνων οικονομολόγων, οι οποίοι από την εμφάνισή τους στο ελληνικό προσκήνιο -μέσα 19ου αιώνα και εντεύθεν- επιμένουν να αντιμετωπίζουν την οικονομία είτε ως επιστήμη είτε ως πολιτική πράξη, ως «κοινωνική οικονομία»!


Σχολιάστε εδώ