ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Πολύ περισσότερο μάλιστα αν το κόμμα αυτό -όπως το ΠΑΣΟΚ- βρίσκεται στην αντιπολίτευση και επιδιώκει να ανατρέψει -παγιωμένους με την παραδοχή του χρόνου- κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς.

Εάν αυτή ήταν η βασική επιδίωξη του ΠΑΣΟΚ και της ηγεσίας του μια παράπλευρη, αλλά εξίσου σημαντική, επιδίωξη θα ήταν ασφαλώς η εκφορά μηνυμάτων – θέσεων τα οποία, στην επικοινωνιακή τους διάσταση θα ήταν ικανά να διαμορφώσουν στη συνείδηση των πολιτών την εικόνα της σιγουριάς και της δυναμικής προς το μέλλον.

Κι όμως καμία από τις δύο προηγούμενες βασικές προϋποθέσεις δεν μπόρεσε να «καλύψει» η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Παρά την προσπάθεια της να διαμορφώσει ένα ενισχυμένο «κοινωνικό πρόσωπο», στις θέσεις που διατυπώθηκαν δεν υπάρχουν τα αναγκαία βασικά «μηνύματα» – θέσεις ούτε στην οικονομική ούτε στη κοινωνική πολιτική. Και το κυριότερο, δεν αναδεικνύεται η «ραχοκοκαλιά» ενός εναλλακτικού προγράμματος έναντι του νεο-φιλελεύθερου διαχειριστικού «σχήματος» διακυβέρνησης που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση.

Το δεύτερο βασικό πρόβλημα είναι το επικοινωνιακό – συμβολικό. Το πρόβλημα αυτό -που σε παλαιότερες εποχές θα ήταν δευτερεύον- καθίσταται σήμερα κεντρικό, αφού η πολιτική αλλά και η πολιτική αξιολόγηση του ηγέτη μεσολαβείται αποφασιστικά από την τηλεοπτική εικόνα, αλλά και από τη «μέθοδο» μέσα από την οποία «εικονοποιείται» η πολιτική παρουσία και θέση.

Δύο είναι τα χαρακτηριστικά στοιχεία που αποδυνάμωσαν εγγενώς τόσο την πολιτική παρουσία του Γ. Παπανδρέου όσο και το πολιτικό «περιεχόμενο» του προγράμματος:

Κατά πρώτον, το γεγονός ότι η διεξαγωγή του συνεδρίου συνδέθηκε με «πρόσωπα» που άλλα «προσέρχονται», άλλα αποχωρούν και άλλα παραμένουν στο περιθώριο: Λαλιώτης, Τσοβόλας, Κουλούρης, Παπαντωνίου συγκρότησαν το πολιτικό «καρέ» που κυριάρχησε στις διαδικασίες του συνεδρίου. Η πολιτική συζήτηση επικεντρώθηκε περισσότερο «σ’ αυτούς που φεύγουν και σ’ αυτούς που μένουν» παρά στο τι αλλάζει στο ΠΑΣΟΚ και ποιες προοπτικές διαμορφώνονται. Με τον τρόπο αυτόν θέσεις και προγράμματα δεν αποτέλεσαν για την κοινωνία πεδίο συζήτησης, αλλά ούτε καν αντικείμενο περιέργειας…

Ένα δεύτερο σοβαρό πρόβλημα αφορά στην ίδια την «πολιτική φυσιογνωμία» την οποία οικοδομεί ο Γ. Παπανδρέου (με βάση βεβαίως τις «συμβουλές» των επικοινωνιολόγων του).

Ως εγγύηση του προγράμματος εμφανίσθηκε με έντονο τρόπο το ΕΓΩ του προέδρου. Πώς οικοδομείται όμως και πώς νομιμοποιείται (και γίνεται δεκτό από την κοινωνία) αυτό το ΕΓΩ;

Η μία περίπτωση νομιμοποίησης αφορά στον τύπο της χαρισματικής ηγεσίας οπότε το ΕΓΩ αποτελεί έκφραση του χαρίσματος. Ασφαλώς ο Γ. Παπανδρέου διαθέτει τη σοβαρότητα να μην επικαλείται τέτοιου είδους χαρακτηριστικά.

Η δεύτερη περίπτωση -που ούτως ή άλλως δεν επιτρέπει τον υπερτονισμό του ΕΓΩ- αφορά στην ικανότητα του ηγέτη να διατυπώνει καινοτόμες στρατηγικές προτάσεις και ταυτόχρονα να διαθέτει την ικανότητα να συντονίζει και να καθοδηγεί τα θεσμικά-συντεταγμένα όργανα, ώστε οι στρατηγικές κατευθύνσεις να εκφρασθούν με σαφείς προγραμματικές θέσεις και με συγκεκριμένο κοινωνικό ιδεολογικό περιεχόμενο.

Όταν όμως ελλείπουν οι βασικές αυτές προϋποθέσεις, τότε το ΕΓΩ παραμένει μετέωρο και, όντας αναντίστοιχο προς τις πραγματικές ικανότητες του ηγέτη, όχι μόνο δεν αναδεικνύει τα θετικά του στοιχεία αλλά, αντίθετα, υπερτονίζει τις αδυναμίες και τις ελλείψεις του…

Αυτή είναι η άλλη πλευρά, η άλλη σοβαρή συνέπεια, που προκύπτει από τη σταδιακή, αλλά συνεχιζόμενη, σύμπτωση των θέσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Η αντιπαράθεση που δεν μπορεί να γίνει στο επίπεδο των προγραμμάτων «μεταδίδεται» στο επίπεδο των ηγεσιών. Και επειδή η «εικόνα» του Κ. Καραμανλή διατηρείται ισχυρή, αντίθετα με την «καθηλωμένη» αξιοπιστία του Γ. Παπανδρέου, ενεργοποιήθηκαν, καθώς φαίνεται, δύο -διορθωτικού χαρακτήρα-, επικοινωνικές «πολιτικές»:

Η μια αποβλέπει στο «κόντεμα» του Κ. Καραμανλή, στη μείωση της προσωπικότητάς του. Γι’ αυτό και στο τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι βαρείς χαρακτηρισμοί και οι ακραίες εκφράσεις του Γ. Παπανδρέου προς τον πρωθυπουργό, γεγονός που δεν συνάδει προς τον χαρακτήρα του ίδιου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Η δεύτερη «συνταγή» επιβάλλει στον Γ. Παπανδρέου να «φορέσει» πολιτικούς «κοθόρνους» ώστε να αποκτήσει κύρος και εικόνα επιβολής. Αυτή η επιλογή δεν αποβλέπει μόνο στη μείωση του ανοίγματος της «ψαλίδας» με την πολιτική προσωπικότητα του Κ. Καραμανλή, αλλά ταυτόχρονα στην αποτροπή αμφισβητήσεων στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και στην ακύρωση σχεδίων «ανατροπής» του, μετά από μια -ενδεχόμενη- εκλογική ήττα.

Αυτήν ακριβώς τη «συνταγή» εκφράζει ο πρώτος ενικός και το ΕΓΩ. Μόνο που οι «πολιτικοί κόθορνοι» δεν οδηγούν μακριά. Τους φορούσαν -όπως όλοι γνωρίζουμε- οι ηθοποιοί υποκριτές της αρχαίας τραγωδίας υποδυόμενοι ρόλους ηρώων… Και τους αφαιρούσαν, βέβαια, όταν τελείωνε η παράσταση…


Σχολιάστε εδώ