Κορυφώνεται η σύγκρουση στη Γαλλία
Από τη στιγμή που έκλεισαν οι κάλπες την προηγούμενη Κυριακή, η συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Φρανσουά Μπαϊρού την Τετάρτη θεωρούνταν το κρισιμότερο πολιτικό γεγονός, καθώς κατά κοινή ομολογία θα επηρέαζε ουσιαστικά την εκλογική στάση που θα κρατήσουν οι 6,8 εκατ. ψηφοφόροι του στον δεύτερο γύρο. Και όχι τυχαία. Ο Φρανσουά Μπαϊρού τριπλασίασε το ποσοστό του 2002, συγκεντρώνοντας το 18,6% των ψήφων, ενώ ο επίσημος δεξιός υποψήφιος, Νικολά Σαρκοζί, συγκέντρωσε το 31,2% και η επικεφαλής των σοσιαλιστών 25,9%, ξυπνώντας μνήμες εκλογικών θριάμβων της δεκαετίας του ’80. Ο Μπαϊρού αναδείχθηκε έτσι σε ρυθμιστή του τελικού εκλογικού αποτελέσματος. Μιλώντας στους δημοσιογράφους στους οποίους εξήγγειλε τη δημιουργία ενός νέου «Δημοκρατικού Κόμματος» στη Γαλλία, παρότι αρνήθηκε να συστήσει στους ψηφοφόρους του την υπερψήφιση ενός από τους δύο μονομάχους, η σφοδρή επίθεση που εξαπέλυσε στον πρώην υπουργό Εσωτερικών (επικρίνοντας τις στενές του σχέσεις με τους βαρόνους των ΜΜΕ και τους επιχειρηματικούς κύκλους) θεωρήθηκε έμμεση παρότρυνση προς τους οπαδούς του να ψηφίσουν τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ.
Το κλείσιμο του ματιού του Φρ. Μπαϊρού προς τη Σ. Ρουαγιάλ από πρώτη ματιά αντιβαίνει στην πολιτική παράδοση του κόμματός του, που ιδρύθηκε το 1978 από τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, συνενώνοντας χριστιανοδημοκράτες και φιλελεύθερους, για να αποτελέσει αντίβαρο στην Ένωση για ένα Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που είχε ιδρύσει ο Ζακ Σιράκ πριν από δυο χρόνια, όταν διεκδικούσε τη δημαρχία του Παρισιού. Μια πολιτική παράδοση που το τοποθετεί στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, κυρίως όμως το τοποθετεί στην γκολική παράδοση. Σʼ αυτό το πλαίσιο, καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να αποστατήσει, έστω και με διακριτικό τρόπο από το δεξιό στρατόπεδο, φαίνεται να έπαιξε το μέγεθος της απειλής που αντιπροσωπεύει ο Νικολά Σαρκοζί για την γκολική παράδοση. Έχοντας λοιπόν ο Φρανσουά Μπαϊρού να επιλέξει ανάμεσα στην υποψήφια των σοσιαλιστών, την οποία επέκρινε συστηματικά για τα φιλεργατικά της ανοίγματα, και ως κρατικίστρια, και στον επίσημο υποψήφιο του δεξιού κόμματος UMP, που είναι απαράδεκτα φιλοαμερικανός για τα μέτρα της Γαλλίας και αποκαλείται «νεοφιλελεύθερος με γαλλικό διαβατήριο», επέλεξε την πρώτη.
Κριτική από τα αριστερά
Η στάση του Μπαϊρού όξυνε τις αντιθέσεις στο εσωτερικό των σοσιαλιστών. Από την προεκλογική ακόμη περίοδο τα στελέχη του κόμματος των σοσιαλιστών είχαν διχαστεί για τη στάση που θα υιοθετήσουν απέναντι στον Μπαϊρού. Την εβδομάδα που πέρασε η διχογνωμία πήρε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις. Στη μια άκρη ήταν ο Λοράν Φαμπιούς, που τόνιζε ότι η συμμαχία με τον Μπαϊρού πρέπει να αποκλειστεί, γιατί απλώς είναι… πολύ δεξιός! Κατά τον Λ. Φαμπιούς (ένα από τα ελάχιστα στελέχη των σοσιαλιστών που τάχθηκαν ανοιχτά υπέρ του «Όχι» στο δημοψήφισμα για το νεοφιλελεύθερο Ευρωσύνταγμα του 2005) το κόμμα τους έπρεπε να στραφεί με μεγαλύτερη συνέπεια προς τα αριστερά, αν ήθελε να κερδίσει τις εκλογές.
Εγκαταλείποντας τις αντιφάσεις και τις αμφισημίες, κατά τον σοσιαλιστή πρώην υπουργό Οικονομίας, οι σοσιαλιστές θα μπορούσαν να κερδίσουν όχι μόνο το απογοητευτικό 11% που κέρδισαν αθροιστικά οι πέντε επιπλέον υποψήφιοι της Αριστεράς (Μαρί Ζορζ Μπιφέ από τους κομμουνιστές, Αρλέτ Λαγκιγιέ από τους τροτσκιστές, Ντομινίκ Βουανέ από τους «πράσινους», Ολιβιέ Μπεζανσενό και επίσης ο Ζοζέ Μποβέ) και σε κάθε περίπτωση δεν αρκεί, αλλά την απόλυτη πλειοψηφία των ψηφοφόρων.
Απρόθυμος να συνεργαστεί με τον Μπαϊρού εμφανίστηκε ακόμη και ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάν, σύντροφος και πατέρας των 4 παιδιών της Σ. Ρουαγιάλ. Στο άλλο άκρο, διαπρύσιος υποστηρικτής των υπέρμαχων της συμμαχίας με τον Μπαϊρού αναδείχθηκε ο Μπερνάρ Κουσνέρ – σπάνιο δείγμα πολιτικού χαμαιλέοντα που από το Κομμουνιστικό Κόμμα, όπου αναδείχθηκε τα πύρινα χρόνια του ’60, πέρασε στο Σοσιαλιστικό, στη συνέχεια υποστήριξε με πάθος τις… ανθρωπιστικές επεμβάσεις των Αμερικανών όχι μόνο στα Βαλκάνια αλλά και στο Ιράκ το 2003- όταν την κατήγγειλαν ακόμη και οι δεξιοί στη Γαλλία, για να ανταμειφθεί για τις υπηρεσίες του αναλαμβάνοντας εκ μέρους του ΟΗΕ κατοχικός διοικητής στο Κόσοβο.
Τώρα υπεραμύνεται της συμμαχίας με τον Μπαϊρού, μαζί φυσικά με τη συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών του κόμματος, χαρακτηρίζοντας την -ακόμη και δημοσίως- μοχλό για τη μετάλλαξη των σοσιαλιστών σε πιο σοσιαλδημοκρατική, δηλαδή δεξιά κατεύθυνση.
Το δεύτερο στοιχείο που γέμισε αισιοδοξία το επιτελείο της Ρουαγιάλ αφορούσε αποτελέσματα δημοσκόπησης που δημοσίευσε η εφημερίδα «Λε Φιγκαρό» και έδειχναν για πρώτη φορά να μειώνεται η ψαλίδα μεταξύ των δύο υποψηφίων σε 51-49 υπέρ φυσικά του Σαρκοζί. Οι ελπίδες γεννήθηκαν, επειδή για πρώτη φορά φάνηκε να εκφράζεται στις δημοσκοπήσεις το πολιτικό ρεύμα «οτιδήποτε άλλο εκτός από τον Σαρκοζί», που στόχο του έχει να τιμωρήσει τον δεξιό υποψήφιο για τις ακροδεξιές, φιλοαμερικανικές και νεοφιλελεύθερος θέσεις που έχει υιοθετήσει στο παρελθόν, αλλά και τώρα, αποτρέποντας την εκλογή του στην Προεδρία. Θέσεις που δεν ξεχνιούνται όσο και αν επιχείρησε να διασκεδάσει τις αλγεινές εντυπώσεις με το έμπλεο φιλευσπλαχνίας μήνυμα του την προηγούμενη Κυριακή ή διατρανώνοντας την ορθή θέση του ενάντια στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ – τη στιγμή που η Ρουαγιάλ για καθαρά καιροσκοπικούς λόγους (την ψήφο των μουσουλμάνων μεταναστών) άφηνε το ενδεχόμενο ανοιχτό.
Εκλεκτός των πλουσίων ο Σαρκοζί
Η αυστηρά ταξική οριοθέτηση των ψήφων του Σαρκοζί φάνηκε πεντακάθαρα από τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων που δόθηκαν στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα και αναδεικνύουν τον Σαρκοζί σε εκλεκτό κυρίως των πλουσίων. Ειδικότερα, ο Σαρκοζί διαθέτει το προβάδισμα στους διευθυντές επιχειρήσεων και επαγγελματίες κερδίζοντας το 38% των ψήφων τους (όπου Ρουαγιάλ και Μπαϊρού παίρνουν 15% και 26%), στα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα 1.500 έως 4.500 ευρώ εξασφαλίζοντας το 36% των ψήφων τους (Ρουαγιάλ: 24%, Μπαϊρού: 22%) και πολύ περισσότερο στα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα άνω των 4.500 ευρώ! Αυτή η ομάδα θα εξέλεγε αν μπορούσε τον Νικολά Σαρκοζί για Πρόεδρο από την πρώτη κιόλας Κυριακή, καθώς του προσέφερε το 55% της αποδοχής της, τη στιγμή που ο Μπαϊρού συγκέντρωσε το 24% και η Ρουαγιάλ το 11%! Ταξικό πρόσημο είχε μεγάλο μέρος και από τις ψήφους που συγκέντρωσε η Ρουαγιάλ.
Από τους ανέργους, για παράδειγμα, την ψήφισε το 34% (όταν Σαρκοζί και Μπαϊρού ψήφισε το 21% και το 9% αντίστοιχα) ενώ από τους προσωρινά απασχολούμενους το 27% ψήφισε την υποψήφια των Σοσιαλιστών και μόνο το 9% τον Σαρκοζί!
Ο Σαρκοζί επίσης δεν τράβηξε σαν μαγνήτης μόνο τις ψήφους των ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων, αλλά και των ακροδεξιών που εγκατέλειψαν μαζικά τον νεοφασίστα Λεπέν.
Βγάζοντας πιθανά το άχτι του ο ηγέτης του Εθνικού Μετώπου επιτέθηκε δημόσια στον Σαρκοζί, χαρακτηρίζοντάς τον «Αμερικανό» και «πολιτικό κάθαρμα», επαναφέροντας τον βαρύ χαρακτηρισμό που είχε χρησιμοποιήσει ο ίδιος ο Σαρκοζί ενάντια στους εξεγερμένους των προαστίων. Παρ’ όλα αυτά, η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του Λεπέν, το 64% για την ακρίβεια, θα ψηφίσει την επόμενη Κυριακή «Σαρκό», φέρνοντας τον άνθρωπο της Δεξιάς πιο κοντά στα Ηλύσια Πεδία.
Σε κάθε περίπτωση η προεκλογική περίοδος, όπως φάνηκε με την επιστροφή των εκλογέων στις κάλπες και τις βαθιά αντιφατικές κεντρομόλες δυνάμεις που αναπτύχθηκαν, καθώς τα δύο κόμματα που είδαν να ενισχύεται η θέση τους θα αξιοποιήσουν το λαϊκό χρίσμα για να μεταλλαχθούν, άφησε πολύ βαθιά το αποτύπωμά της στο πολιτικό σύστημα της Γαλλίας. Μένει να δούμε και το αποτέλεσμά της…