Τα 4 μεγάλα «αγκάθια» του Γιώργου
Στο διάστημα από την παρουσίαση του Προγραμματικού Πλαισίου, μέχρι την αρχή της βδομάδας που πέρασε, ο Γιώργος Παπανδρέου φαίνεται να είχε πετύχει ένα «κονσένσους» όλων των στελεχών γύρω από την ατζέντα που διαμόρφωσε με το Πρόγραμμα και μια συνοχή στις κινήσεις του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, αυτό το καλό κλίμα φαίνεται να διαταράσσεται και πάλι.
Βασική αιτία είναι το νέο «κτύπημα» Πάγκαλου, το οποίο όμως φαίνεται να συνιστά μόνο την «κορυφή του παγόβουνου», αφού ουσιαστικά φαίνεται να «ξηλώνει το πουλόβερ» του «κονσένσους» που είχε επιτευχθεί με το Πρόγραμμα.
Και αυτό είναι το πρώτο «αγκάθι». Φαίνεται ότι αυτή την φορά ο Πάγκαλος δεν είναι μόνος ή καλύτερα η άποψη του Θ. Πάγκαλου (η κριτική δηλαδή προς την Αριστερά και την «σκληρή γραμμή» που υπάρχει για τον Νόμο – Πλαίσιο) βρίσκει πολλούς υποστηρικτές στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Ουσιαστικά η Κοινοβουλευτική Ομάδα φαίνεται ότι είναι διχασμένη, ανάμεσα σε αυτούς που υιοθετούν την άποψη Πάγκαλου (την ουσία της και χωρίς τους σκληρούς και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς) και σε αυτούς που υπερθεματίζουν την «γραμμή» που τηρεί ο κ. Παπανδρέου στο θέμα του Νόμου και των φοιτητικών κινητοποιήσεων, ενώ στους υποστηρικτές αυτής της άποψης υπάρχουν και φωνές που ζητούν ακόμα πιο «ριζοσπαστική – αριστερή» πολιτική από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στο όλο θέμα.
Αυτό που είναι χαρακτηριστικό στην παρούσα φάση είναι πως η διάσταση απόψεων στο συγκεκριμένο θέμα διαπερνά τις γνωστές υφιστάμενες εσωκομματικές ομάδες («εκσυγχρονιστές», «προεδρικοί» κ.ά.) και σχηματοποιείται σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Στην πρώτη κατά πλειοψηφία είναι στελέχη που έχουν διατελέσει σε κυβερνητικές θέσεις και κάπως παλαιότεροι βουλευτές (υπέρ της άποψης Πάγκαλου) και στη δεύτερη κατά πλειοψηφία είναι νεώτεροι βουλευτές (κατά της άποψης Πάγκαλου και υπέρ μιας πιο ριζοσπαστικής θέσης).
Αυτό επίσης που είναι για την ώρα χαρακτηριστικό είναι το ότι πολλοί πρώην υπουργοί που συμμερίζονται την άποψη Πάγκαλου δεν θέλουν να μιλήσουν δημοσίως για να μη χαλάσει τελείως το κλίμα.
Πρώην υπουργός έλεγε χαρακτηριστικά πως «εγώ θα τα έλεγα ακόμα πιο χοντρά από τον Πάγκαλο. Δεν είναι δυνατόν να μην κάνουμε τίποτα για να συγκρατήσουμε τους νοικοκυραίους. Δεν ανήκουν κατ’ αποκλειστικότητα στη ΝΔ. Ούτε είναι δυνατόν να περιμένει το ΠΑΣΟΚ να μοιράζουν στα στελέχη του πιστοποιητικά αριστεροσύνης, είτε το ΚΚΕ είτε ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ»
Άλλο στέλεχος που διετέλεσε υπουργός και είχε στενές σχέσεις με τους «εκσυγχρονιστές» σημείωνε: «Εμείς θα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να παλεύουμε και να μιλάμε για την ανάγκη να ανοίξουν τα Πανεπιστήμια, να ξεκαθαρίσουμε πλήρως τις θέσεις μας για την Παιδεία. Δεν μπορούμε να σερνόμαστε πίσω από ένα Κόμμα του 3% όπως ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ. Θα έπρεπε πρώτα να βάλουμε την πλατφόρμα μας, να πλησιάσουμε και να ενσωματώσουμε στελέχη του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ όπως π.χ. ο Παπαγιαννάκης κ.ά. και μετά να πούμε του Αλέκου Αλαβάνου έλα να συζητήσουμε…»
Πάντως στον αντίποδα αυτών των απόψεων, η άλλη τάση υποστηρίζει ότι «τώρα ο Γιώργος ρεφάρει με τη νεολαία. Τώρα κάτι κερδίζει. Τόσο καιρό με τη στάση μας ή και με κάποιες προτάσεις που παρουσιάζαμε χάναμε και κόβαμε τις γέφυρες μας με τη νέα γενιά». Βουλευτής μάλιστα σημείωνε ότι «μπαίνουμε σιγά – σιγά ξανά στο παιχνίδι. Τσιμπάμε από την Αριστερά και κυρίως δίνουμε δείγματα ότι ακούμε και καταλαβαίνουμε τη νέα γενιά και κυρίως τον δικό μας λαϊκό κόσμο που δεν μπορεί να αποδεχτεί τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης και τις μη μεταρρυθμίσεις της».
Δεύτερο αγκάθι είναι το πώς τελικά θα επιλέξει να κινηθεί ο Κώστας Σημίτης και αν όχι ο ίδιος οι συνεργάτες του, οι οποίοι σχεδιάζουν ήδη κινήσεις της επόμενης μέρας. Ήδη υπάρχουν πληροφορίες πως άνθρωποι του περιβάλλοντος του πρώην πρωθυπουργού είναι σε επαφή και με την Άννα Διαμαντοπούλου, αλλά συνομιλούν και με τον Ευάγγελο Βενιζέλο καθώς και με ορισμένα ακόμα επώνυμα στελέχη τα οποία κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσαν συγκροτημένα να αποτελέσουν έναν ισχυρό πόλο απέναντι στο ένα εκατομμύριο ψήφους που έλαβε ο Γιώργος Παπανδρέου κατά την εκλογή του ως προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Το ερώτημα που υπάρχει για την ώρα είναι αν θα προκριθεί ο κ. Βενιζέλος για να μπει μπροστά ή Άννα Διαμαντοπούλου, που συνιστά κατά το περιβάλλον του Κ. Σημίτη «σοβαρή περίπτωση». Βεβαίως το θέμα είναι αν μπορούν να «συνυπάρξουν» σε ένα ενιαίο μπλοκ τα δύο αυτά στελέχη ή αν η κ. Διαμαντοπούλου θα είναι «η χρυσή εφεδρεία», μόλις «καεί» ο κ. Βενιζέλος.
Το τρίτο αγκάθι είναι οι δημοσκοπήσεις. Στη Χαριλάου Τρικούπη ευελπιστούσαν ότι οι δημοσκοπήσεις της περιόδου μετά την παρουσίαση του Προγράμματος, την ομιλία του κ. Παπανδρέου στο ΣΕΦ, αλλά και την περιοδεία του στη Θεσσαλία, θα ήταν θετικότερες για το ΠΑΣΟΚ. Ήδη από τα στοιχεία που υπήρχαν και από εταιρείες δημοσκοπήσεων, αλλά και από αυτές που είχε παραγγείλει η Χαριλάου Τρικούπη, διαφαινόταν μια μικρή ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ ( λίγο κάτω από τη μία μονάδα), αλλά και μια σημαντική «απίσχνανση»-συρρίκνωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών τόσο της κυβέρνησης όσο και του πρωθυπουργού. Τώρα και μετά το θέμα που προέκυψε με τον Θόδωρο Πάγκαλο, υπάρχει απογοήτευση και όλοι έχουν σηκώσει τα χέρια, καθώς φοβούνται ότι τα όποια κέρδη του ΠΑΣΟΚ πιθανά να εξανεμιστούν και στο επίπεδο των δημοσκοπήσεων. Και όπως τονίζουν στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη, αυτή την περίοδο κάποιες σχετικά καλές δημοσκοπήσεις θα τόνωναν ακόμα περισσότερο την ψυχολογία του κόσμου του ΠΑΣΟΚ.
Το τέταρτο αγκάθι που πολλοί το θεωρούν ως το σημαντικότερο πολιτικά είναι το ρευστό πολιτικό κλίμα που υπάρχει και μετά τις πρωτοβουλίες του Γιώργου Παπανδρέου. Όπως τόνιζαν στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ναι μεν υπάρχει δυσφορία στον κόσμο για την κυβερνητική πολιτική, ναι μεν κάποιος κόσμος που στήριζε το ΠΑΣΟΚ έχει αρχίσει τώρα να ακούει τουλάχιστον το τι λέει η Αξιωματική Αντιπολίτευση, αλλά σε σημαντική μάζα του κόσμου κυριαρχεί η απάθεια και η αίσθηση πως «όλοι ίδιοι είναι». Αυτό ακριβώς είναι που ανησυχεί το επιτελείο του Γιώργου Παπανδρέου, μια και δεν μπορεί να γίνει για την ώρα τουλάχιστον σημαντική μετακίνηση ψήφων, να υπάρξει ένα σαφές εκλογικό ρεύμα υπέρ του ΠΑΣΟΚ.
Εκτίμηση έμπειρων στελεχών είναι πως αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, αυτή η πολιτική ρευστότητα, είναι πολύ πιθανόν σημαντικά τμήματα του εκλογικού σώματος να «ιδιωτεύσουν» ή να στραφούν «στα άκρα του πολιτικού συστήματος», σε μικρά κόμματα δεξιότερα της ΝΔ ή αριστερότερα του ΠΑΣΟΚ όπως περίπου συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Το στοίχημα, που φαίνεται ακόμα δύσκολο, είναι να βρει την ικανότητα το ΠΑΣΟΚ άμεσα να καρπωθεί οφέλη από αυτό το κλίμα πολιτικής ρευστότητας.