ΣΤΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗΣ ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Η τελευταία δημοσκόπηση είδε το φως της δημοσιότητας την Τρίτη και διενεργήθηκε από τους «Νιου Γιορκ Τάιμς» και το τηλεοπτικό δίκτυο CBS. Στην προμετωπίδα της είχε ένα ασυνήθιστα μεγάλο ποσοστό της τάξης του 20%, που είναι η διαφορά μεταξύ αυτών που θα ψήφιζαν Δημοκρατικούς έναντι εκείνων που θα ψήφιζαν Ρεπουμπλικάνους αν οι εκλογές γίνονταν σήμερα. Η νίκη συνεπώς των Δημοκρατικών, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, είναι προαποφασισμένη.
Αν κάτι όμως παραμένει ανοιχτό είναι η κατεύθυνση στην οποία θα κινηθούν οι Δημοκρατικοί. Οι δεσμεύσεις δηλαδή που θα αναλάβουν, μέχρι τον Νοέμβριο του 2008 και τα μέτρα που θα υλοποιήσουν την επομένη της εκλογής τους. Η διαμάχη γύρω από τα επίμαχα ζητήματα αποκρυσταλλώνεται στα πρόσωπα που αυτήν τη στιγμή διεκδικούν με αξιώσεις το χρίσμα των Δημοκρατικών ψηφοφόρων και είναι τρεις: Ο Τζον Έντουαρντς, που ήταν υποψήφιος αντιπρόεδρος των Δημοκρατικών στις εκλογές του 2004 και τώρα έχει ακροβολιστεί στο πιο αριστερό άκρο των Δημοκρατικών, προτάσσοντας στις προτεραιότητές του την επίλυση του κοινωνικού ζητήματος -με αποτέλεσμα το ποντάρισμα στον τερματισμό του να είναι το μεγαλύτερο πολιτικό ρίσκο- και επίσης ο Μπάρακ Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον, που είναι οι επικρατέστεροι υποψήφιοι διεκδικώντας ο καθένας μια πρωτοτυπία: ο μεν Ομπάμα ότι θα είναι ο πρώτος μαύρος και η δε Κλίντον η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ.
Η μεταξύ τους αναμέτρηση είναι περιττό να τονίσουμε ότι είναι άνιση, μια και στο πλευρό της Χίλαρι έχουν στρατολογηθεί και δουλεύουν τα καλύτερα και πιο έμπειρα στελέχη των Δημοκρατικών που εξασφάλισαν δύο νίκες στον Μπιλ Κλίντον, μια «εξόριστη κυβέρνηση» που περιμένει εντολή για να αναλάβει σύμφωνα με έναν εύστοχο χαρακτηρισμό του βρετανικού «Εκόνομιστ».
Στα δεξιά η Χίλαρι Κλίντον
Επιλέγοντας μια λιγότερο αμερικανική προσέγγιση των αμερικανικών εκλογών, αξίζει να σταθούμε στην αντιπαράθεση που διεξάγεται τώρα στις ΗΠΑ με βάση τα επίμαχα ζητήματα που ήδη κυριαρχούν στην πολιτική ατζέντα και θα κυριαρχήσουν μέχρι τις εκλογές αν δεν μεσολαβήσουν έκτακτα γεγονότα. Το θέμα που μονοπωλεί το ενδιαφέρον είναι φυσικά το Ιράκ. Κατά πόσο δηλαδή πρέπει να τεθεί ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, όπως υποστηρίζει με πάθος ο Μπάρακ Ομπάμα, αλλά και συνέπεια, μια και ήταν από τους λίγους Δημοκρατικούς που διαφωνούσαν από την αρχή με την εισβολή στο Ιράκ, ή θα πρέπει -εν είδει- ευχολογίου να αποφασιστεί η επίσπευση της αποχώρησης των 130.000 αμερικανών στρατιωτών. Υπέρμαχος αυτής της φιλο-ρεπουμπλικανικής γραμμής είναι η σύζυγος του πρώην αμερικανού Προέδρου, που πριν από λίγες εβδομάδες με δηλώσεις της στα αμερικανικά μέσα είχε αναφέρει τα εξής για την ανάγκη αποχώρησης από το Ιράκ: «Είναι ένας στόχος και όχι ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Είναι ένας στόχος. Εμείς απλώς προσπαθούμε να ασκήσουμε κάποια πίεση στον Πρόεδρο. Αυτή είναι όλη η ουσία εδώ». Φαίνεται λοιπόν ότι η Χίλαρι Κλίντον είναι απρόθυμη να αξιοποιήσει τους ευνοϊκούς για τους Δημοκρατικούς συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου του 2006 στα δύο νομοθετικά σώματα και να επιβάλει την αποχώρηση του αμερικανικού στρατού από το Ιράκ. Η Χίλαρι Κλίντον άλλωστε είχε εγκρίνει το 2003 την εισβολή στο Ιράκ ψηφίζοντας μαζί με τους Ρεπουμπλικάνους. Το ίδιο είχαν πράξει και όλοι οι άλλοι υποψήφιοι σήμερα των Δημοκρατικών που συμμετείχαν τότε στη Γερουσία: ο Τζόζεφ Μπίντεν, ο Κρις Ντοντ και ο Τζον Έντουαρντς. Ο Μπάρακ Ομπάμα, που δεν συμμετείχε τότε στη Γερουσία, έχει ήδη πληρώσει ακριβά την αντιπολεμική του στάση μια και επανειλημμένες φορές έχει χαρακτηριστεί… συνοδοιπόρος της Αλ Κάιντα από τον αυστραλό πρωθυπουργό Τζον Χάουαρντ, τον αμερικανό αντιπρόεδρο Ντικ Τσέινι μέχρι και τον πρόεδρο του τηλεοπτικού δικτύου Φοξ Νιους. Κατηγορίες εξαιρετικά βαριές, σε ό,τι αφορά τις συνέπειες για τη στάση των ψηφοφόρων, και δηλωτικές της ανελευθερίας που επικρατεί στις ΗΠΑ στον βαθμό που κάθε επικριτής του Μπους στιγματίζεται και διασύρεται με τόσο απροκάλυπτο και χονδροειδή τρόπο!
Τα άλλα ζητήματα που απασχολούν την αμερικανική πολιτική ζωή είναι το ασφαλιστικό, το μεταναστευτικό, η υπερθέρμανση του πλανήτη, το δικαίωμα στην έκτρωση και οι γάμοι μεταξύ ομοφυλοφίλων.
Αντιμετώπιση του ασφαλιστικού ζητά ο Ομπάμα
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, το ασφαλιστικό, που αφορά άμεσα 46 εκατομμύρια ανασφάλιστους και έμμεσα -όσο δηλαδή επιχειρήσεις κολοσσοί θα μειώνουν τις συνταξιοδοτικές παροχές- πολλούς ακόμη, οι περισσότεροι ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι εναποθέτουν την επίλυσή του στο αόρατο χέρι της αγοράς. Οι Δημοκρατικοί υπόσχονται την επέκταση της κοινωνικής ασφάλειας που παρέχει το κράτος.
Στην πιο προοδευτική εκδοχή σε όλο τον πληθυσμό μέχρι το 2012, όπως εξαγγέλλουν ο Μπάρακ Ομπάμα και ο Τζον Έντουαρντς, και στην πιο συντηρητική του εκδοχή σε ορισμένες ηλικιακές κατηγορίες, κάτω των 5 ετών για παράδειγμα, ή σε συγκεκριμένες ευπαθείς κοινωνικές ομάδες: άποροι, άνεργοι, ανύπαντρες μητέρες κ.λπ.
Σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό, παρότι το θέμα κυριάρχησε πέρσι με αφορμή την ψήφιση νόμου που έδωσε όλα τα νόμιμα δικαιώματα σε όσους οικονομικούς μετανάστες έχουν συμπληρώσει πέντε χρόνια ζωής στις ΗΠΑ, μιλούν αγγλικά και πληρώνουν φόρους, και δόθηκε μάλιστα η εντύπωση ότι προσωρινά έστω λύθηκε, η έμφαση με την οποία τίθεται βεβαιώνει το αντίθετο.
Η διαμάχη επικεντρώνεται στο τείχος (του αίσχους κατά πολλούς) που έχει αναγερθεί στα σύνορα με το Μεξικό για να αποτρέψει τη λαθρομετανάστευση, με ορισμένους Δημοκρατικούς (και όχι όλους) να ζητούν την κατεδάφισή του επικαλούμενοι τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στις σχέσεις των ΗΠΑ με το Μεξικό.
Οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου καταλαμβάνει μια ιδιαίτερα υψηλή σειρά στην πολιτική ατζέντα των εκλογών. Όλοι οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι εμφανίζονται υπέρμαχοι της ψήφισης νόμου που θα επιβάλει το πάγωμα των εκπομπών, ενώ οι πιο… ακραίοι υποστηρίζουν την υπογραφή του πρωτοκόλλου του Κιότο.
Οι Ρεπουμπλικάνοι αντίθετα παθαίνουν… υπερθέρμανση στο άκουσμα οποιασδήποτε νομοθετικής ρύθμισης και αντιπροτείνουν την ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών που μπορεί να λάβει κάθε επιχείρηση, την επιχορήγηση της παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον καυσίμων, κυρίως όμως αμφισβητούν εν χορώ τη σημασία των απειλών, τη βασιμότητα των αποδείξεων και τη σοβαρότητα της συζήτησης που διεξάγεται.
Ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Ρούντι Τζουλιάνι, για παράδειγμα, θεωρεί ότι δεν ευθύνεται η ανθρώπινη δραστηριότητα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου.