Πού ποντάρει η ΝΔ και σε τι ελπίζει το ΠΑΣΟΚ
Η «σιωπηρά πλειοψηφία» υπερβαίνει τα σύνορα των κομμάτων μια και ανήκει σε όλα (εκπρόσωποί της απαντώνται παντού, ή σχεδόν παντού, σε ολόκληρο το κομματικό φάσμα) και λειτουργεί ως υπερκείμενη δύναμη πάνω από τις αντιθέσεις των πολιτικών σχηματισμών υποχρεώνοντας τα κόμματα εξουσίας (τουλάχιστον αυτά) να τη σέβονται και να τη φοβούνται. Βέβαια, για να είναι ευχαριστημένη και να νιώθει ασφαλής αυτή η πλειοψηφία πρέπει ο ρόλος του κράτους να είναι ισχυρός και η παρέμβασή του αποτελεσματική. Συγχρόνως, μέρος αυτής της πλειοψηφίας δεν επιθυμεί και δεν εγκρίνει την αστυνομοκρατία και τη βαρβαρότητα των αρχών αφού κάτι τέτοιο παραπέμπει ευθέως στα βιώματα αυτού του κομματιού. Δεν πρόκειται εδώ για αντίφαση αλλά για συνύπαρξη τάσεων και συναισθημάτων: Θέλουν ησυχία και οργάνωση, δεν θέλουν αστυνομικό κράτος. Αν το ένα παραπέμπει στο άλλο τότε είναι θέμα της κυβέρνησης να το λύσει κι αν δεν μπορεί να το λύσει, τόσο το χειρότερο για την ίδια.
Η ψήφιση πάντως του νόμου για την Παιδεία προσφέρει στο κομμάτι αυτό του πληθυσμού την αίσθηση της σιγουριάς ότι η κυβέρνηση δεν κάνει πίσω, είναι αποφασιστική και δεν διστάζει να τα βάλει «με τους αναρχικούς και τα παλιόπαιδα που κλείνουν σχολές και δρόμους». Ο Καραμανλής έχει ανάγκη από αυτήν την επίδειξη θάρρους και σταθερότητας στον βαθμό που ξέρει καλά ότι οι υποθέσεις διαφθοράς στελεχών τού έχουν κάνει κακό, ενώ δεν μπορεί να βγαίνει ο ίδιος στα κανάλια κάθε φορά (αρκετά συχνά δηλαδή) που γίνεται «μια στραβή» και να μαζεύει το πράγμα. Το ζητούμενο είναι το λεπτό και δυσδιάκριτο όριο που δεν πρέπει να το περάσει για να μη «χαρίσει» μέρος αυτού του κόσμου στον Γιώργο Παπανδρέου, που φαίνεται να περνάει καλύτερες μέρες (στην κοινωνία) μετά την ανακοίνωση του -φιλολαϊκού χωρίς αμφιβολία- προγράμματος.
Με αυτήν την έννοια ο πρωθυπουργός θα πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτικός με τη συμπεριφορά υπουργών του (όπως ο κ. Β. Πολύδωρας) παρά με το πώς θα αντιμετωπίζει το ΠΑΣΟΚ στη Βουλή. Μια λάθος κίνηση υπουργού του μπορεί να καταστρέψει όλη την εικόνα της «ήρεμης δύναμης» που θέλει να προβάλει η Νέα Δημοκρατία και να στείλει στο κοινό της την εικόνα μιας αυταρχικής κυβέρνησης που φέρεται αλαζονικά και «ασφαλίτικα» στον κόσμο, κάτι που θα αποτελούσε δώρο για το ΠΑΣΟΚ, «βούτυρο στο ψωμί» του Γ. Α. Παπανδρέου, όπως θα έλεγαν παλαιοί σπίκερ ραδιοφώνου. Από την άποψη αυτήν, καλά κάνει το ΠΑΣΟΚ και δεν κάνει τίποτα, περιμένοντας τα λάθη της κυβέρνησης και σπρώχνοντάς την όσο μπορεί πιο κοντά στην πιθανότητα αυτών των λαθών. Το φιλολαϊκό πρόγραμμα που δημοσιοποίησε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει ως πολυσυλλεκτικός μηχανισμός δυσαρεστημένων από τη Νέα Δημοκρατία ψηφοφόρων (που δεν είναι «δικοί της», αλλά μετακινούμενοι σύμφωνα με τα ρεύματα του καιρού) την ίδια ώρα που η κυβέρνηση θα δίνει μάχες στους δρόμους με φοιτητές και σπουδαστές προσπαθώντας να επικρατήσει σ’ αυτόν τον άτυπο αγώνα γοήτρου.
Εχει ενδιαφέρον να δει κανείς ποιος θα κάνει τα λιγότερα λάθη και ποιος θα είναι επίσης ο ρόλος της Αριστεράς, ανανεωτικής και μη, που θα πρέπει να εξηγήσει και αυτή γιατί στηρίζει άκριτα όλες τις αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις. Και θα πρέπει να το κάνει διότι έχει περάσει η εποχή που η Αριστερά στο σύνολό της βρισκόταν στο απυρόβλητο. Εδώ και αρκετά χρόνια αποτελεί δομική δύναμη του πολιτικού συστήματος, όχι μόνο με την έννοια της σταθερής κοινοβουλευτικής συμμετοχής της σε αυτό, αλλά και με την έμμεση ή άμεση συμμετοχή της στην εξουσία. Η πρόσφατη επίθεση του Γ. Α. Παπανδρέου στη γενική γραμματέα του ΚΚΕ κυρία Αλ. Παπαρήγα αυτό έδειξε. Μαζί φυσικά με τη διαπίστωση ότι το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να απομακρυνθεί από την απολογητική λογική και στάση του προς την παραδοσιακή Αριστερά.
Αν ένα καλό έχει η ιστορία με τις καταλήψεις, τα συλλαλητήρια και τον κυβερνητικό αυταρχισμό είναι η ανακάλυψη νέων σχέσεων μεταξύ των κομμάτων, κάτι που ασφαλώς θα εκφραστεί με κάποιο τρόπο και στις επερχόμενες εκλογές.