Επιστρέφει ως Κιγκινάτος…
Η αρχή των τελευταίων («νηστεία, προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών..») δεν ηδυνήθη να εξορκίσει και ν’ απαλλάξει τον Κώστα Λαλιώτη από το «φάντασμα» του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο απόηχος των παρακαταθηκών του «σαγηνευτή των μαζών» ιδρυτή του Κινήματος στοιχειώνει τη ζωή, τη σκέψη και την πολιτική δράση του «Αρκάδα αναχωρητή» και παραμένει όμηρος των τακτικισμών του.
Η ιδεολογική άνδρωση του πρώην «θείου βρέφους» την εποχή της Επταετίας των επίορκων συνταγματαρχών και την αμέσως μεταχουντική περίοδο διακινήθηκε στα θολά ύδατα των γκραμσιανών διδαχών και της λενινιστικής σκέψης.
Η πρώτη περίοδος της πολιτικής δράσης του Κώστα Λαλιώτη επικυριαρχείται από τη διακηρυγμένη αρχή του Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ:
* «Η σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία δεν είναι ασύμβατη με την ατομική διοίκηση ή τη δικτατορία. Ο δικτάτορας μπορεί να εκφράζει την επιθυμία μιας τάξης, αφού μπορεί μερικές φορές να επιτυγχάνει περισσότερα μόνος και έτσι να είναι πιο απαραίτητος…».
Στην ιδεολογική αυτή μήτρα κυοφορήθηκε ο μεταδικτατορικός προσωποπαγής πολιτικός φορέας του Ανδρέα Παπανδρέου και στο κλίμα αυτό διαμορφώθηκε η πολιτική σκέψη και απέρρευσε η πολιτική δράση του «Αρκάδα αναχωρητή».
Ξένος με την ανθρωπιστική σκέψη του Ελληνικού Διαφωτισμού («Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος…») και άμοιρος των ουμανιστικών διακηρύξεων της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, «Η Δημοκρατία είναι ένα έργο εμπιστοσύνης και μια πράξη τόλμης…» (Ζαν Ζωρές) δεν υπέβαλε τη σκέψη του στη βάσανο των προβληματισμών για την πορεία προς τον ολοκληρωτισμό της Ρωσικής Επανάστασης, που ήδη από τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του προηγούμενου αιώνα είχε διαβλέψει και είχε προειδοποιήσει ο αρχηγός των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών Καρλ Κάουτσκι:
«Επανάσταση που ξεκινά από πόλεμο είναι σημάδι αδυναμίας της τάξης που επαναστατεί και συχνά η αδυναμία για περαιτέρω αδυναμία, εξαιτίας της θυσίας που φέρνει μαζί της και εξαιτίας της ηθικής και πνευματικής παρακμής που ο πόλεμος προκαλεί…».
Η χρήση, έστω και υποδορίως, της λενινιστικής σκέψης και τακτικής οδήγησε τον Κώστα Λαλιώτη, στις λοξοειδείς ιδεολογικές περιπλανήσεις του, να εγκολπωθεί μια επιφυλακτικότητα προς την έννοια των δημοκρατικών αρχών και διαδικασιών, οι οποίες επ’ ουδενί αποσυμπλέκονται των ανθρωπιστικών αρχών, να υπερμαχεί των «κάθετων διαχωρισμών» και ενίοτε διακηρύξεων «περί φωτός και σκότους»!
Παραλλήλως η χρήση αυτού του λόγου οδήγησε στη στρέβλωση της πορείας της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, που άρχισε με τις πλέον ευοίωνες προοπτικές και αποκρυστάλλωσε στον τόπο δύο ανταγωνιστικά μπλοκ εξουσίας και άρθρωσε ριζικώς αντιτιθέμενα σύνολα αξιών και κοινωνικών οραμάτων.
Ο πολιτικός αυτός λόγος βρίσκεται στις ρίζες της διαδικασίας της πολιτικής πόλωσης, που ρίχνει τη βαριά σκιά της και αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για την ανάπτυξη και την πρόοδο του τόπου.
Ο «Αναχωρητής των Δολιανών», και στις περιπτώσεις των υπεροριών του από το Κίνημα κατά την περίοδο του Ανδρέα Παπανδρέου και την εποχή του «Μίσους και του έρωτα» της μεσοβασιλείας Κώστα Σημίτη, επιδίωξε με την επιστροφή του στη Χαριλάου Τρικούπη, τη δικαίωση και την υστεροφημία. Όμως παρά τις προσδοκίες του και στην τελευταία περίπτωση την «ύστερη εποχή Σημίτη», είναι αμφίβολο αν στο αναχωρητήριό του των αρκαδικών βουνών, διαλογίσθηκε τα του παππού Θεοδώρου Πάγκαλου, όταν ο «φίλος» του, ο Γεώργιος Κονδύλης, προετοίμαζε την ανατροπή του και μονολόγησε: «Αυτός είναι ακίνδυνος ως εχθρός, αλλά επικίνδυνος ως φίλος»!
Ο Κώστας Λαλιώτης ερωτοτροπεί και πάλι να κληθεί ως Κιγκινάτος στη Χαριλάου Τρικούπη, όμως, ως προκύπτει, λανθάνει της σκέψης του ότι οι Κιγκινάτοι είναι χρήσιμοι στις κοινωνίες ουχί για τις δεξιότητές τους στους τακτικισμούς, αλλά αν κατά το διάστημα της αναχώρησής τους από τα εγκόσμια έχουν αποκαθαρθεί των προηγούμενων… αμαρτιών και έχουν ταλαιπωρήσει τη σκέψη τους με τον Πυθαγόρειο αυτοέλεγχο: «Τι έπραξα, τι δεν έπραξα, τι έπρεπε να πράξω…»!