ΓΑΛΛΙΑ: η τηλεοπτική δημοκρατία ψηφίζει
Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος που θα βγάλουν οι κάλπες στις 22 Απριλίου, ο μεγάλος χαμένος του πρώτου γύρου των φετινών εκλογών στη Γαλλία θα είναι η υποψήφια των Σοσιαλιστών, Σεγκολέν Ρουαγιάλ. Για πολλούς μήνες η συντρόφισσα και μητέρα των τεσσάρων παιδιών του ηγέτη των γάλλων σοσιαλιστών, Φρανσουά Ολάντ, ήταν η «βασίλισσα των δημοσκοπήσεων».
Οι απρόβλεπτες και θεαματικές επιδόσεις της σε κάθε είδους δημοσκόπηση, ακόμη και σε ερώτηση για την πιο… ερωτική γυναίκα, διήρκεσαν τόσο ώστε να κριθεί η μάχη για το χρίσμα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα και κυρίως να βγουν εκτός μάχης υποψήφιοι για την προεδρία που διέθεταν μεγαλύτερο πολιτικό εκτόπισμα και ιδιαίτερα ο Λοράν Φαμπιούς που είχε ταχθεί με το «όχι» στο δημοψήφισμα και τώρα επαγγελλόταν μια αριστερή στροφή. Από τη στιγμή που κρίθηκε η μάχη στο Σοσιαλιστικό Κόμμα και διασφαλίστηκε ότι στην επίσημη πολιτική αρένα δεν πρόκειται να βρουν έκφραση οι φωνές αντιδεξιάς διαμαρτυρίας που πλημμύρισαν τις κάλπες με το δημοψήφισμα πρόπερσι και τους δρόμους ενάντια στα αντεργατικά μέτρα του Βιλπέν πέρσι, ξεκίνησε η αποκαθήλωση της Σεγκολέν, που έγινε με μιντιακούς όρους, όπως ακριβώς και η ανάδειξή της. Έτσι η μια δημοσκόπηση μετά την άλλη υπογράμμιζε την απόσταση από την οποία έβλεπε την πλάτη του Νικολά Σαρκοζί στον δεύτερο γύρο.
Υπονόμευση των αριστερών εξαγγελιών
Η αντίδραση της Σεγκολέν Ρουαγιάλ ήταν η πλέον ενδεδειγμένη: Στροφή στα αριστερά και αξιοποίηση των ιστορικών στελεχών του κόμματος. Οι εξαγγελίες της για οικοδόμηση 120.000 νέων κατοικιών και κυρίως για αύξηση του βασικού μισθού από 1.254 στα 1.500 ευρώ, των συντάξεων κατά 5%, των επιδομάτων ανεργίας στο 90% του μισθού και των κρατικών ενισχύσεων προς τα συνδικάτα ώστε να διευκολύνουν την εργατική πάλη(!) θα μπορούσαν να τη βοηθήσουν να καλύψει το χαμένο έδαφος αν… Αν, δεν έπεφταν επάνω της τα μέσα ενημέρωσης να τη… φάνε, κατηγορώντας την ότι δεν ανακοινώνει από πού θα βρει τα λεφτά. Λογικό ερώτημα μεν, αλλά ουδέποτε είδαμε κανένα μεγάλο μέσο ενημέρωσης να ρωτάει τους συντηρητικούς πολιτικούς και υποψήφιους από πού θα καλυφθούν τα κενά στα κρατικά ταμεία όταν ανακοινώνουν μείωση φόρων για τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις, όπως έκανε για παράδειγμα ο Νικολά Σαρκοζί ή όπως κάνει από την ημέρα που βγήκε ο Μπους στις ΗΠΑ. Ουδέποτε επίσης ρώτησαν τον Σαρκοζί τα μέσα ενημέρωσης για το πού θα βρει τα απαραίτητα χρήματα ώστε να παραγγείλει η μελλοντική του κυβέρνηση τη ναυπήγηση του δεύτερου αεροπλανοφόρου που υπόσχεται, ζητώντας έτσι την εύνοια της γαλλικής βιομηχανίας όπλων. Εξίσου φαρμακερά ήταν και τα βέλη που δέχτηκε η Ρουαγιάλ για την απόφασή της να ενεργοποιήσει στην εκλογική μάχη τον πρώην πρωθυπουργό, Λιονέλ Ζοσπέν, τον Ντομινίκ Στρος Καν και τον Λοράν Φαμπιούς. Οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί για «ελέφαντες» είχαν σε όλα τα Μέσα την τιμητική τους λες και επίδικο των εκλογών ήταν η ανάδειξη της μις Γαλλία…
Σαρωτικές ήταν και οι κριτικές που δέχτηκε η Ρουαγιάλ για την ικανότητά της να χειρίζεται θέματα εξωτερικής πολιτικής. Πέρα από πολλές άστοχες ενέργειές της, το γεγονός ότι η υποψήφια των Σοσιαλιστών συναντήθηκε με τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ κατά την επίσκεψή της στη Βηρυτό και το ότι δεν υποστήριξε το Ισραήλ τη στιγμή που εκπρόσωπος της αντιστασιακής οργάνωσης παρομοίασε ενώπιόν της την κατοχή της χώρας των κέδρων από το Ισραήλ με την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, εξόργισε τα εβραϊκά λόμπι της Γαλλίας που έχουν τον έλεγχο πολλών μέσων ενημέρωσης με αποτέλεσμα τα τελευταία να ρίξουν το βάρος τους -οριστικά αυτή τη φορά- στον εβραϊκής καταγωγής και φιλοαμερικανό, Νικολά Σαρκοζί.
Ο τρίτος άνθρωπος της Δεξιάς
Το σημαντικότερο επινόημα όμως των «βαρόνων» των ΜΜΕ για να παραμείνει η συντηρητική ατζέντα ακούει στο όνομα Φρανσουά Μπαϊρού ή ο «τρίτος άνθρωπος», όπως επαινετικά και αβανταδόρικα χαρακτηρίζεται. Υπουργός Παιδείας προηγούμενων δεξιών κυβερνήσεων και ηγέτης του έτερου κόμματος της Δεξιάς (του γκολικού UDF), ο Μπαϊρού είναι ο νέος διάττων αστέρας των φετινών εκλογών, που είδε τα ποσοστά του την προηγούμενη εβδομάδα να εκτοξεύονται στο 19%, τη στιγμή που το ποσοστό της Σεγκολέν Ρουαγιάλ έφθασε το 25,5% και του Σαρκοζί το 29%. Το αστείο με τον Μπαϊρού είναι πως δεν είναι η πρώτη φορά που υπόσχεται να διεμβολίσει τον δικομματισμό. Και προ πενταετίας επίσης οι δημοσκοπήσεις τον «έδειχναν» στο 14%, για να πάρει τελικά το 6,8% των ψήφων. Η ανεπιφύλακτη πριμοδότηση του τώρα εξηγείται κατά ένα μέρος από την απειλή που πρεσβεύει για το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας ο ακροδεξιός Ζαν Μαρί Λεπέν. Η παρατεταμένη ανατριχίλα που προκάλεσε η αναμέτρησή του με τον Ζακ Σιράκ στη δεύτερη Κυριακή και το θεωρητικό ενδεχόμενο τότε να εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλίας (τη σημαδιακή για την Ελλάδα ημέρα της 21η Απριλίου 2002) δεν ξεχνιούνται εύκολα. Γι’ αυτό το πρώτο εμπόδιο που τέθηκε στον 78χρονο ακροδεξιό πολιτικό ήταν στη συγκέντρωση 500 υπογραφών από δημάρχους που είναι το τυπικό προαπαιτούμενο για να συμμετάσχει κάποιος στην προεδρική κούρσα. Οι δυσκολίες που συναντά είναι άνευ προηγουμένου σε βαθμό τέτοιο που να καταγγέλλει οργανωμένη επιχείρηση αποκλεισμού του. Το δεύτερο εμπόδιο για τον Λεπέν ακούει στο όνομα «τρίτος άνθρωπος» ή Φρανσουά Μπαϊρού. Η πριμοδότηση του Μπαϊρού όμως ήρθε κυρίως να ενισχύσει την «εντός των τειχών», τη θεσμική Δεξιά. Καθόλου τυχαία, ο Μπαϊρού πρωτοστάτησε στις επιθέσεις που δέχτηκε η Σεγκολέν Ρουαγιάλ για το κόστος των εξαγγελιών της τη στιγμή που ο ίδιος έκανε επίδειξη κεντρώων θέσεων υποσχόμενος καμία παροχή, καμία διευκόλυνση προς τους εργαζομένους.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού, μετά την κατακόρυφη άνοδό του στις δημοσκοπήσεις, δέχθηκε την επίθεση της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, που αποκάλυψε τη δεξιά ρητορική του. Την αυστηρότερη κριτική όμως από το επιτελείο της Ρουαγιάλ δέχθηκαν τα μέσα ενημέρωσης που παραβιάζοντας συχνά κάθε κανόνα δεοντολογίας προβάλλουν υπέρμετρα τον Νικολά Σαρκοζί. Η απόφασή του μάλιστα να συνεχίσει να ηγείται του εξαιρετικά κρίσιμου υπουργείου Εσωτερικών -που ελέγχει τις μυστικές υπηρεσίες, τα μέσα ενημέρωσης και τον εκλογικό κρατικό μηχανισμό- κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου έχει δημιουργήσει πλήθος αντιδράσεων που υποδεικνύουν την εξόφθαλμη σύγκρουση συμφερόντων, ζητώντας την παραίτηση του από τη θέση του υπουργού! Μάλλον όμως πλέον είναι αργά…