Μεταρρυθμίσεις στο «κενό»

Μια παρόμοιου τύπου «μεταρρύθμιση» αποτελούν οι προτάσεις που προωθεί η κυβέρνηση στον χώρο των πανεπιστημίων. Προτάσεις που αποβλέπουν, απλώς, στην «έξοδο» -με το λιγότερο δυνατό πολιτικό κόστος- από τον «φαύλο κύκλο» της σύγχυσης που η ίδια δημιούργησε και καλλιεργεί εδώ και έναν χρόνο.

Επέλεξε γι’ αυτό έναν ευρύτερο πολιτικό συμβιβασμό προκειμένου να αμβλύνει τις αντιθέσεις. Στην πραγματικότητα προωθεί την αναδιανομή και μεταφορά εξουσιών σε επίπεδο των ηγετικών ομάδων εξουσίας στο εσωτερικό των πανεπιστημίων (πρυτανικές αρχές, φοιτητικές παρατάξεις, καθηγητικές ελίτ κ.λπ.), προκειμένου να διασφαλίσει την αναγκαία «συναίνεση» ή και την απλή ανοχή. Τι σημαίνει όμως, στο ουσιαστικό της περιεχόμενο, η αυτονομία των πανεπιστημίων; Μήπως απλώς και μόνο τη μεταφορά εξουσιών και την «απογραφειοκρατικοποίηση» από τις ασφυκτικές, όντως, παρεμβάσεις του υπουργείου Παιδείας;

Κανένας δημοκρατικός θεσμός δεν μπορεί να συγκροτηθεί και να λειτουργήσει εάν εκείνοι που θητεύουν στο εσωτερικό του δεν διέπονται από υψηλό ήθος και από τη συνείδηση της ευθύνης που φέρουν και παράλληλα δεν προχωρούν στις επιλογές τους με βάση αντικειμενικά – επιστημονικά κριτήρια, που συνδέονται αποκλειστικά με τη διαφύλαξη του δημόσιου αγαθού της εκπαίδευσης…

Υπάρχουν άραγε αυτές οι προϋποθέσεις στα πανεπιστήμια; Υπάρχουν τα συλλογικά και ατομικά υποκείμενα που μπορούν να λειτουργήσουν με βάση τέτοιου είδους κριτήρια;

Μήπως, τελικά, οι σχέσεις συμβιβασμού και συναλλαγής, που έχουν διαμορφωθεί εδώ και χρόνια στα πανεπιστήμια μεταξύ φοιτητικών και καθηγητικών ελίτ, ενδυναμωθούν μέσα από νέα αντικείμενα «διαπραγμάτευσης» όπως εκείνο της κατάρτισης εσωτερικών κανονισμών οι οποίοι θα αφορούν σε προαπαιτούμενα μαθήματα, στη διάρκεια των σπουδών, στα προγράμματα σπουδών; Μήπως μέσα από έναν νέο κύκλο συναλλαγών οδηγηθούμε σε ένα καινούργιο επίπεδο ισορροπίας των συμφερόντων των ομάδων αυτών σε βάρος του ιδίου του περιεχομένου της εκπαίδευσης;

Τα ίδια ερωτηματικά προκαλεί και η προώθηση της συμμετοχής του συνόλου των φοιτητών στην εκλογή των πανεπιστημιακών αρχών. Μπορεί άραγε να «σπάσει» η κυριαρχία της νομενκλατούρας των φοιτητικών παρατάξεων; Μπορούν τα κριτήρια αξιολόγησης κάθε φοιτητή να απεμπλακούν από τις κομματικές σκοπιμότητες; Ή μήπως οι πρυτανικές αρχές θα αναγκασθούν να απευθυνθούν στον «λαό» της κάθε φοιτητικής παράταξης, υποσχόμενες συνεχείς «διευκολύνσεις» και παραχωρήσεις;

Συνολικά, το πανεπιστήμιο διαθέτει σήμερα τα θεσμικά όργανα, τις ηθικές -επιστημονικές δυνάμεις για να καταστεί πράγματι αυτόνομο και να διαμορφώσει μια νέα δυναμική και μια νέα προοπτική; Ή μήπως η «αυτονομία» που παρέχει η πολιτική εξουσία αποτελεί το «αντίδωρο» προκειμένου να κατευνασθούν οι αντιδράσεις;

Δυστυχώς η όλη συζήτηση ολόκληρη αυτήν την περίοδο επικεντρώθηκε στο άρθρο 16 και στο άσυλο. Μετατοπίσθηκε από το εκπαιδευτικό – επιστημονικό επίπεδο στο πολιτικο-συνδικαλιστικό, με ευθύνη και κομμάτων και των ΜΜΕ. Οι προϋποθέσεις -θεσμικές, επιστημονικές, ιδεολογικές- για την καλλιέργεια κριτικής/συγκριτικής σκέψης, την ανάπτυξη της δημιουργικότητας των νέων ανθρώπων τέθηκαν στο περιθώριο του διαλόγου και είναι περίπου ανύπαρκτες στο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης.

Το ερώτημα για μια αρμονική ισορροπία μεταξύ της μεθοδικής επιστημονικής συγκρότησης και της ένταξης στην επαγγελματική αγορά των νέων επιστημόνων αφήνεται ως θεωρητικός προβληματισμός για το μέλλον, στην καλή διάθεση μιας μερίδας διανοουμένων – εκπαιδευτικών…

Στην πράξη στα επόμενα χρόνια θα κυριαρχήσει η «ρεαλιστική» λογική: «Πτυχίο για την αγορά». Μάλιστα με την άμεση ή έμμεση προώθηση του άρθρου 16 θα οδηγηθούμε σε μια «βιομηχανικού» τύπου εκπαίδευση που θα παράγει επιστήμονες – χειριστές πρακτικού τύπου γνώσεων, των οποίων θα περιορίζεται συνεχώς ο ευρύτερος πολιτιστικός ορίζοντας.

Ασφαλώς το σημερινό καθεστώς στα πανεπιστήμια δεν μπορεί να συνεχισθεί. Με φοιτητές -κατά περιπτώσιν- επισκέπτες στις αίθουσες διδασκαλίας, με μια μερίδα καθηγητών που «εκπονούν» προγράμματα ή πωλούν συγγράμματα χωρίς ενδιαφέρον για το ίδιο το διδακτικό τους έργο και την καλλιέργεια της σύγχρονης, εξελισσόμενης διαρκώς, γνώσης.

Όμως από τις όποιες «μεταρρυθμίσεις» παρουσιάζονται απουσιάζει η στρατηγική, η έμπνευση που πηγάζει από τη γνώση και τη συνείδηση της σημασίας που έχει η συγκρότηση ολοκληρωμένων επιστημονικών και κοινωνικών υποκειμένων, που θα αποτελέσουν τους αυριανούς πολίτες.

Πρόκειται για το «προϊόν» μιας ευρύτερης κρίσης της πνευματικής – επιστημονικής ελίτ της χώρας μας, μιας κρίσης που επιτείνεται από την πολιτική – πνευματική πενία των φορέων του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και των ηγετικών ομάδων που κυριαρχούν στα σημαντικά θεσμικά ερείσματα της κοινωνίας μας.

Αυτό ακριβώς το πολιτικό, πνευματικό και πολιτικό «κενό» θα το καλύψουν, αναπότρεπτα, οι μηχανισμοί της αγοράς και της εμπορευματοποίησης. Δυστυχώς η κρίση στην εκπαίδευση αντανακλά την κρίση του πολιτιστικού μας προτύπου, και αυτή η κρίση δεν αντιμετωπίζεται με τα «γιατροσόφια» των, εκάστοτε, μεταρρυθμίσεων.


Σχολιάστε εδώ