Πανεπιστήμιο: Ώρα μηδέν

Με τον τρόπο αυτό οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης εξελίσσονται, εδώ και ένα χρόνο περίπου, σε διακύβευμα μιας άγονης-και ευτελούς στο περιεχόμενό της- κομματικής αντιπαράθεσης που περιλαμβάνει όλους τους φορείς του πολιτικού μας συστήματος. Οι θρυλούμενες αλλαγές αποβαίνουν στην πράξη «μέσα» ή «εργαλεία» προς προσπόριση ή αποφυγή του πολιτικού οφέλους ή κόστους.

Μετά τη διάλυση της «συναίνεσης» με το ΠΑΣΟΚ για το άρθρο 16 η κυβερνητική παράταξη βρέθηκε μετέωρη. Φοβάται ότι η αντίθεση που θα συναντήσουν οι προτάσεις στο εσωτερικό της πανεπιστημιακής κοινότητας θα μετατραπεί αυτόματα σε πολιτική-κομματική αντιπαράθεση, γεγονός που θα μειώσει την κοινωνική εμβέλεια της «μεταρρυθμιστικής» της πολιτικής και θα επιφέρει πολιτικό κόστος. Γι’ αυτό και τηρεί στάση «αναμονής», υπολογίζοντας στην κόπωση και στον εκφυλισμό των αντιδράσεων που συνδυάζονται άμεσα με τις σοβαρές απώλειες των φοιτητών (εξετάσεις, εαρινό εξάμηνο) οι οποίες επέρχονται λόγω των παρατεταμένων καταλήψεων και κινητοποιήσεων.

Μάλιστα η κυβερνητική παράταξη ως τελικό επιχείρημα προβάλλει, έμμεσα, την πρόθεσή της, στην περίπτωση που δεν προωθηθούν οι αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, να θέσει τις προτάσεις της ως «διακύβευμα» στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση, μέσα από το δίλημμα: «μεταρρυθμίσεις ή οπισθοδρόμηση».

Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση. Προκειμένου να αποφύγει τις εσωτερικές διαφωνίες ακύρωσε στη φάση αυτή τη συνταγματική του στρατηγική οδηγώντας το άρθρο 16 στο «ψυγείο». Μπόρεσε με τον τρόπο αυτόν να «επανασυνδεθεί» με τη φοιτητική του παράταξη, ως ένα βαθμό. Όμως τα ερωτήματα για το άρθρο 16 παραμένουν ανοικτά, όπως αόριστες παραμένουν και οι θέσεις του για τις μεταρρυθμίσεις στα Πανεπιστήμια, μέσα από τις γενικολογίες και τα ευχολόγια που παρουσιάζει.

Και όσον αφορά στο ΠΑΣΟΚ και στον πρόεδρό του ας κρατηθεί μια σοβαρή επιφύλαξη: Είναι πολύ πιθανό στην επόμενη (αναθεωρητική τυπικά) Βουλή να συντρέξουν στην ψήφιση του άρθρου 16 από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με δεδομένη μάλιστα τόσο τη συνηγορία του Γ. Παπανδρέου για το περιεχόμενο του άρθρου 16 όσο και τις ασφυκτικές πιέσεις που θα ασκήσουν τα ιδιωτικά συμφέροντα, προκειμένου να αναγορευθούν τα εργαστήρια, οι σχολές, τα παραρτήματα τους σε πανεπιστήμια.

Τόσο το ΚΚΕ όσο και ο ΣΥΝ βρήκαν στο πεδίο των φοιτητικών κινητοποιήσεων ένα ανοικτό πεδίο κομματικής πολιτικής συνδικαλιστικής δράσης. Προβάλλοντας μια δογματική άρνηση σε οποιαδήποτε πρόταση ή άποψη που διατυπώνεται για τις αναγκαίες αλλαγές στα Πανεπιστήμια, μετατρέπουν τον διάλογο σε ευθεία κομματική αντιπαράθεση.

Τον ρόλο του «πολιτικού διεκπεραιωτή» στην τακτική αυτή διαδραματίζει η ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ, που προωθεί μια τυφλή σύγκρουση χωρίς διέξοδο, χωρίς δημιουργικές προτάσεις ικανές να δώσουν το στίγμα μιας γόνιμης-προοδευτικής λύσης. Με τον τρόπο αυτόν όμως, οι αδιέξοδες καταλήψεις και απεργίες που αποβλέπουν στη διαφύλαξη του δημόσιου αγαθού της εκπαίδευσης απαξιώνουν και ακυρώνουν στην πράξη το δημόσιο πανεπιστήμιο και οδηγούν σε μια πολύπλευρη κρίση. Μια κρίση που αφορά τόσο στον εκπαιδευτικό-επιστημονικό τομέα όπου περιλαμβάνονται φοιτητές και καθηγητές όσο και στην «εικόνα» που εισπράττουν οι πολίτες, οι ελληνικές οικογένειες, από την κατάσταση αυτή των Πανεπιστημίων. Εξετάζουν άραγε οι «αδιάλλακτοι» εκπρόσωποι της ΠΟΣΔΕΠ και οι κομματικοί καθοδηγητές μήπως η εικόνα αυτή της απαξίας οδηγήσει σε διλήμματα απελπισίας τους πολίτες, στο ερώτημα μεταξύ «δημόσιου» και «ιδιωτικού»;

Η ίδια όμως η πανεπιστημιακή κοινότητα, οι διδάσκοντες και τα θεσμικά τους όργανα, αντιμετωπίζουν παθητικά τις κρίσιμες αυτές εξελίξεις. Μια μακροχρόνια κατάσταση ισορροπιών, συναλλαγών, συμβιβασμών μεταξύ πανεπιστημιακών, φοιτητικών παρατάξεων και κομμάτων έχει οδηγήσει τα Πανεπιστήμια σε μια δομική ακαμψία και έχει εμποδίσει την ανάπτυξη μιας δημιουργικής δυναμικής που θα περιείχε σαφείς επιστημονικούς κοινωνικούς και -ευρύτερα- πολιτικούς στόχους.

Οι εσωτερικοί συνασπισμοί συμφερόντων, τα πλέγματα των συναλλαγών, οι δομημένες μικροεξουσίες στα Πανεπιστήμια δεν έχουν συγκεκριμένες πολιτικο-ιδεολογικές ή κοινωνικο-επιστημονικές αφετηρίες. Γι’ αυτό και οι όποιες μεταρρυθμίσεις απειλούν τις ισορροπίες των συμφερόντων αυτών συναντούν την άρνηση, ανεξάρτητα από το κόμμα που τις προωθεί ή ακόμα και από το ίδιο το επιστημονικό ή αξιακό περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων αυτών.

Σε κάθε περίπτωση η σημερινή κατάσταση στα Πανεπιστήμια δεν μπορεί να παραταθεί. Η κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει τις συγκεκριμένες θέσεις της, λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν της τις προτάσεις αλλά και τις σοβαρές ενστάσεις που διατυπώθηκαν μέχρι σήμερα. Χρειάζονται σημαντικές αλλαγές στα πανεπιστήμια και λειτουργικού και επιστημονικού-εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Με βασική παραδοχή τις απόψεις της κοινής λογικής: Ότι δηλαδή κριτήριο για τις αλλαγές δεν μπορεί να γίνουν ούτε οι κομματικές σκοπιμότητες ούτε οι «αγοραίες» αντιλήψεις για την εκπαίδευση και την επιστήμη. Το δημόσιο πανεπιστήμιο, άλλωστε, αποτελεί ένα από τα τελευταία «οχυρά» της επιστημονικής προόδου, της ανθρωπιστικής παιδείας, του πολιτισμού, της ελεύθερης δημοκρατικής γνώμης. Ας μην το καταργήσουμε κι αυτό.


Σχολιάστε εδώ